Το τι συνέβη έχει γίνει πλέον καθαρό: Η χώρα πλήρωσε πολύ βαριά την απουσία σοβαρής εθνικής στρατηγικής για την διεθνή αντιμετώπιση του «μακεδονικού αφηγήματος» των γειτόνων, όπως και την απουσία στρατηγικής για την αντιμετώπιση των απειλών που δέχεται η χώρα από τη νέο-οθωμανική Τουρκία, καθώς με την οικονομική της κατάρρευση κατέστη εκβιαζόμενη και χειραγωγούμενη από τους δανειστές της.
Φυσικά, χρειαζόταν και ένας πρωθυπουργός πρόθυμος να εκτελέσει το συμβόλαιο, και αυτός βρέθηκε στο πρόσωπο του Αλέξη Τσίπρα, ο οποίος δεν δίστασε να παζαρέψει την αξιοπρέπεια, τη μνήμη και την ταυτότητα των Μακεδόνων στον βωμό της διατήρησης της εξουσίας με κάθε τίμημα, αυτός και το κόμμα του, αυτός και ο υπουργός εξωτερικών του Νίκος Κοτζιάς, αυτός και ο ανεκδιήγητος εταίρος του, ο Πάνος Καμμένος. Με την ίδια ευκολία εξάλλου θα μετατρέψει τη χώρα σε χοτ-σποτ της Ευρώπης, ενισχύοντας δραματικά την προοπτική «λιβανοποίησης» της ελληνικής κοινωνίας.
Αλλά και η νέα κυβέρνηση του Κυριάκου Μητσοτάκη, που ψηφίστηκε κυρίως από την Βόρειο Ελλάδα για να σηματοδοτήσει το τέλος αυτού του εθνομηδενισμού, μέχρι τώρα εφαρμόζει μια πολιτική μικρών αποκλίσεων από τους προκατόχους της, ενώ σε σχέση με την Συμφωνία των Πρεσπών στρογγυλεύει διαρκώς την κριτική της, κατά παραγγελία των ευρωατλαντικών της εταίρων, κυρίως της Γερμανίας και των ΗΠΑ. Για να μην μιλήσουμε για την συνδιαχείριση των υδρογονανθράκων στην Κύπρο και το Αιγαίο.
Δεν χρειάζεται πολύ για να καταλάβουμε ότι όλα αυτά αφορούν μια ολική εθνική καθίζηση και όχι απλώς μια «προδοτική πολιτική»: Μια καθίζηση που ξεκινάει από τη δημογραφική κατάρρευση, την κατάπτωση της παιδείας και του πολιτισμού μέσα στην ελληνική κοινωνία, και καταλήγει στην παραγωγή, την διαρκή υποβάθμιση των ενόπλων δυνάμεων, την συρρίκνωση των διπλωματικών μηχανισμών. Και σαν να μην έφταναν όλα αυτά, έχουμε ένα πολιτικό σύστημα απολύτως κατώτερο των περιστάσεων, ανίκανο να ανακόψει την πτωτική πορεία της χώρας.
Απέναντι σε αυτήν την κατάσταση, οι Έλληνες καλούνται να ενεργοποιηθούν. Όχι μόνον να «μην πάνε σπίτια τους» μετά την πτώση της προηγούμενης κυβέρνησης, που σε μεγάλο βαθμό οφείλεται στην καθολική κατακραυγή ενάντια στην συνθήκη των Πρεσπών. Αλλά και να κάνουν ένα βήμα παραπέρα από τη διαμαρτυρία, σε μια βαθύτερη εθνική συνειδητοποίηση.
ΤΙ ΜΠΟΡΟΥΜΕ ΝΑ ΚΑΝΟΥΜΕ
Ως προς τη Συμφωνία των Πρεσπών, θα πρέπει να διατηρούμε ζωντανό το αίτημα της ακύρωσής της και να το ενισχύσουμε με μια διεθνή καμπάνια για την ελληνικότητα της Μακεδονίας, που να αξιοποιεί το πολιτιστικό κεφάλαιο του Αλέξανδρου, του ελληνιστικού πολιτισμού, ακόμα, της βυζαντινής μακεδονικότητας με τον Κύριλλο και τον Μεθόδιο ή με την περίλαμπρη μεσαιωνική της τέχνη καθώς και τη σύγχρονη πολιτιστική της κληρονομιά.
Θα πρέπει να διευρύνουμε την πατριωτική μας ευαισθησία στη Θράκη, τα νησιά του Αιγαίου, την Κύπρο, και τις απειλές που δέχονται από τον τουρκικό επεκτατισμό και να καταγγείλουμε ενεργά την τουρκοποίηση των ελληνικών καναλιών, την ίδια στιγμή που οι Τούρκοι και ο Ερντογάν μας απειλούν καθημερινά με τον ιταμότερο τρόπο.
Θα πρέπει να διασφαλίσουμε μονιμότερους διαύλους επικοινωνίας και σύμπραξης με την ελληνική διασπορά, για την προάσπιση των εθνικών μας δικαίων στη Μακεδονία, την Κύπρο και το Αιγαίο, αλλά ταυτόχρονα και για την υποστήριξη του καταρρέοντος εθνικού κέντρου μέσω προγραμμάτων καλλιέργειας του ελληνικού πολιτισμού, υποστήριξης της ελληνικής παραγωγής, προαγωγής της ελληνικής παιδείας μέσα κι έξω από την χώρα, συμβολής στον εκσυγχρονισμό των ενόπλων δυνάμεων και στήριξης της διπλωματίας της χώρας.
Ισχυρότερο ρίζωμα μέσα στους δασκάλους, τους καθηγητές, τους μαθητές και τους φοιτητές, για την ανάπτυξη ενός κινήματος που δεν θα έχει μόνο χαρακτήρα διεκδίκησης και διαμαρτυρίας, αλλά και περιεχόμενο πολιτιστικό, δηλαδή μορφωτικό και παιδευτικό.
Ο πατριωτικός αγώνας παράλληλα με τα συλλαλητήρια και τις κινητοποιήσεις πρέπει να γίνει διαρκής και πολύπλευρος: Πολιτιστικά φεστιβάλ, επιστημονικά συνέδρια, άσκηση πίεσης στην τοπική αυτοδιοίκηση, τους βουλευτές και τα κόμματα, συντονισμός κοινωνικών φορέων, ενημέρωση της κοινής γνώμης.
Το ζήτημα έχει τεθεί: Μέχρι σήμερα, μιλάγαμε για «εθνικά θέματα» και πολλαπλούς κινδύνους που αντιμετωπίζει η χώρα στο γεωπολιτικό περιβάλλον όπου καλείται να υπάρξει και να συνεχίσει τον ελεύθερό της βίο. Με την οικονομική και κοινωνική διολίσθηση της τελευταίας δεκαετίας, τα πράγματα επιδεινώθηκαν. Πλέον όλα συνδέονται μεταξύ τους, και τα εθνικά θέματα συμπυκνώνονται σε ένα μόνο: Την επιβίωση του ελληνισμού μέσα στον 21ο αιώνα. Για να γίνει αυτό, πρέπει να εγκαταλείψουμε όλοι (από τον κάθε ένα μας ατομικά, μέχρι τα κόμματα, και το κράτος) τις παλιές μας συνήθειες, και να αφήσουμε πίσω μας τον νεοέλληνα της ευκολίας, της αρπαχτής, και της ιδιωτείας. Το δίλημμα έχει τεθεί:
Δημιουργική αντίσταση και ελληνική αναγέννηση ή εξαφάνιση.
ΚΙΝΗΜΑ