Σάββατο 18 Μαΐου 2024

ΟΔΟΙΠΟΡΙΚΟ ΣΤΗΝ ΠΙΕΡΙΑ ΚΑΤΑ ΤΟΝ 19o ΑΙ.

Του Ιωάννη Φ. Καζταρίδη*
(Αντωνίου Μηλιαράκη, Οδοιπορικά Μακεδονίας, Ηπείρου και Θεσσαλίας, κατά τον Emile Isambert, εν Αθήναις 1878).


Αρκετές πληροφορίες για την Πιερία κατά το 19ο αιώνα μπορεί να βρει κανείς, εκτός από το οδοιπορικό του Emile Isambert που μετέφρασε ο Αντώνιος Μηλιαράκης, στα διάφορα «οδοιπορικά» της εποχής. Βλ.π.χ. Σχινά, Οδοιπορικοί, σημειώσεις Μακεδονίας,’Ηπείρου, Ζώτου Μολοσσοϋ, Δρομολόγιον της Ελληνικής Χερσονήσου,Γ', Μακεδονία και Σερβία, Βλ.σχετικά Ιωάννη Φ. Καζταρίδη, Η Πιερία των Περιηγητών και των Γεωγράφων, εκδ. ΜΑΤΙ, Κατερίνη 2000.

Αφήνοντας κάποιος τη Θεσσαλονίκη για να πορευτεί προς την Πιερία, την εποχή εκείνη, και για συντομία, μπορούσε να πλεύσει με καϊκι στον λιμένα του Ελευθεροχωρίου, παρά τα ερείπια της αρχαίας Πύδνας, ένας πλους δύο ωρών με ούριο άνεμο. Κι` από εκεί θα συνεχίσει το ταξίδι με ίππους που θα έχει ήδη παραγγείλει. Κι` έτσι αποφύγει τον μονότονο περίπλου του Θερμαϊκού κόλπου, δια ξηράς, οδός που καθίσταται κατά καιρούς αδιάβατος από τις πλημμύρες.

Η δια ξηράς οδός επιτρέπει τον οδοιπόρο, αφού εξέλθει από την Πύλη του Βαρδάρη, να επισκεφτεί ιστορικούς τόπους, να περάσει τον Γαλλικό ποταμό, την κώμη Λάτρα, την αποξηραμένη κοίτη του αρχαίου Βαρδάρη, την κώμη Κουλακιά, η αρχαία Χαλάστρα, κωμπλ που μνημονεύεται από τον Πλούταρχο και τον Στέφανο Βυζάντιο, και της οποίας ο βασικός πόρος των κατοίκων της ήταν η αλιεία.

Μετά την γέφυρα στο Κλειδί φτάνει στον Αλιάκμονα, καλούμενος τότε Βιστρίτσα, τουρκιστί Ιντζέ-Καρασού.

Σε μία ώρα μετά το πέρασμα του ποταμού φτάνουμε στην κώμη Λιμπάνοβο (σημ. Αιγίνιο). Εδώ ο Εζέ εντόπισε αρχαία ερείπια από τα οποία εικάζει ότι εδώ έκειτο η αρχαiα Bada, η μνημονευόμενη στον Πεντιγγεριανό πίνακα, πίνακας στον οποίο σημειώνονται πόλεις και σταθμοί στην οδό από το αρχαίο Δίον μέχρι τη Βέροια.

Από εκεί διευθυνόμενοι ΜΔ φτάνουμε σε μία και μισή ώρα στη Σκάλα Ελευθεροχωρίου, το επίνειο του Ελευθεροχωρίου, όπου αποβιβάζονται οι ερχόμενοι δια θαλάσσης από Θεσσαλονίκη οδοιπόροι. Ο ορμίσκος αυτός είναι το καλύτερο ορμητήριο της παραλίας. Διαθέτει ολίγα εμπορικά καταστήματα και χάνια και εμφανίζει αδιάκοπη επικοινωνία με τη Θεσσαλονίκη. Μολονότι δεν εμφανίζει ίχνος αρχαιοτήτων, ο Εζέ υποστηρίζει ότι εδώ έκειτο η αρχαία Μεθώνη, που απείχε, κατά τον Στράβωνα σαράντα στάδια από την Πύδνα. Σε μία ώρα απόσταση από τη Σκάλα κείται το Ελευθεροχώρι, κώμη πενιχρά κτισμένη σε απότομο λόφο, τουρκικό τσιφλίκι με 45 οικίες καλυβένιες. Γύρω στα 1840 το χωριό είχε πυρποληθεί.

Στο μέσον περίπου της περιοχής αυτής και επί της διασταυρώσεως πολλών οδών κείται η Μονή της Παναγίας της Μακρυράχης. Η Μονή κατά το παρελθόν πολλές φορές λεηλατήθηκε και ανακτήθηκε. Οι εγχώριοι κάτοικοι της περιοχής της απονέμουν μεγάλη θρησκευτική λατρεία.

Απ` εκεί ο οδοιπόρος, μετά τρεις ώρες, πλησιάζων προς τη θάλασσα, φθάνει στην, μεταξύ Παληοκίτρου και Σκάλα Κίτρους, θέση της αρχαίας Πύδνας.

Δεν είναι γνωστός ο χρόνος κατά τον οποίον η Πύδνα αντικαταστάθηκε από το Κίτρος. Πιθανότητα αυτό συνέβη σε εποχή κατά την οποία οι παράλιες περιοχές δεν ήσαν ασφαλείς και η πόλη αποσύρθηκε στα μεσόγεια. Γίνεται λόγος για το φρούριον της Κίτρους το οποίο χρησίμευε για τη φύλαξη της οδού που οδηγούσε στα Τέμπη. Το ή η Κίτρος μετά την άλωση της Κωνσταντινουπόλεως, επί φραγκοκρατίας, κατέστη τιμάριο από τους Λατίνους. Μνημονεύεται συχνά από τους χρονογράφους της εποχής. Κατά τους μέσους χρόνους κατέστη έδρα επισκοπής και μάλιστα κατείχε την πρώτη θέση στον κατάλογο των υπό του μητροπολίτη Θεσσαλονίκης επισκοπών. Άγνωστη μας είναι η ιστορία του Κίτρους κατά την τουρκοκρατία. Κατά τα μέσα του 19ου αι. το Κίτρος περιείχε 20 διεσπαρμένες σε ευρύ χώρο οικίες, 5 εκκλησίες, τέσσερις από τις οποίες κατερειπωμένες, που περιείχαν βυζαντινές και ρωμαϊκές αρχαιότητες. Διετηρείτο παλιά δεξαμενή, της οποίας η κρήνη ήταν αρχαίος σαρκοφάγος, λευκού μαρμάρου.

Από το Κίτρος ο οδοιπόρος κατεβαίνοντας από λόφους τη λοξοειδή οδό και μέσω της πεδιάδος Λουλούδια (σημ. Λουλουδιές), σε μία ώρα φτάνει στους τύμβους ή χώματα (σημ. Τούμπες) του Κουρίνου (σημ. Κορινού). Σε απόσταση 1500 μ. κείται η κώμη του Κουρίνου.

Στην περιοχή αυτή απλώνεται η μεγάλη πεδιάδα που εκτείνεται από τους λόφους του Μεγάλου Αγιάννη και του Μικρού Αγιάννη μέχρι τη θάλασσα και την Κατερίνη. Στην πεδιάδα αυτή θέτει το θέατρο των πολεμικών επιχειρήσεων της γνωστής Μάχης της Πύδνας (169 π.Χ.) ο Ληκ. Τις παρατηρήσεις του Ληκ ασπάζεται και ο Εζέ. Στους λόφους των Αγιάννηδων βρέθηκαν από τον Εζέ επιγραφές ελληνικές και ρωμαϊκές επιτύμβιοι.

Νότια των Αγιάννηδων κείται η πολίχνη Αικατερίνη ή Κατερίνη, κτισμένη επί της όχθης του Πέλεκα. Η Κατερίνη είναι πρωτεύουσα της παράλιας επαρχίας που εκτείνεται από τα κράσπεδα του Ολύμπου μέχρι τη θάλασσα. Η Κατερίνη περιείχε τότε αγορά, τζαμί και μερικές μεγάλες οικίες κατοικούμενες από τους μπέηδες του τόπου, κι αυτά συνιστούσαν την οθωμανική συνοικία. Με τα σημερινά δεδομένα η οθωμανική συνοικία εκτείνονταν στη βόρεια πλευρά της σημ. οδού της Μεμ. Αλεξάνδρου. Το τζαμί έκειτο στη δυτική πλευρά της σημ. οδού Βάρναλη. Το κτήριο αυτό μετά την αποχώρηση των Τούρκων περιήλθε στην περιουσία του δήμου. Αρχικά ενοικιάστηκε και λειτουγούσε ως καφενείο. Στη συνέχεια παραχωρήθηκε στην ιδιωτική ηλεκτρική εταιρεία. Εκεί εγκαταστάθηκαν οι μηχανές παραγωγής ενέργειας. Λίγο πριμ το 1960 η εταιρεία μαζί με τις εγκαταστάσεις αγοράστηκαν από τη Δ.Ε.Η. η οποία με τη σειρά της πούλησε το κτήριο αποθήκη σε ιδιώτες, οι οποίοι στη θέση του παλιού τζαμί ανήγειραν πολυώροφη οικοδομή καταστημάτων και γραφείων. Κατά την εκσκαφή των θεμελίων ανευρέθησαν τάφοι και επιτύμβιες στήλες στο χώρο έμπροσθεν στο παλιό τζαμί. Προφανώς εκεί ήταν και το μουσουλμανικό νεκροταφείο. Μέχρι το 1927 υπήρχε ο μιναρές, τον οποίο το τότε κοινοτικό συμβούλιο κατεδάφισε για λόγους υγείας επειδή ο τόπος μετετράπη σε χώρο … απώθησης απορριμμάτων. Στην άλλη πλευρά της κεντρικής οδού, εκεί που σήμερα λειτουργεί το 4ο Δημ. Σχολείο, υπήρχαν και λειτουργούσαν μέχρι την ανταλλαγή των πληθυσμών δύο μουσουλμανικά σχολεία σε κτήρια ξύλινης κατασκευής. Ο τόπος πέραν της οθωμανικής συνοικίας οικείτο από Έλληνες γεωργούς. Ο Ληκ πεπλανημένος από το όνομα Κατερίνη τοποθετούσε εδώ και ταύτισε την Κατερίνη με την αρχαία Hatera του πεντιγγεριανού πίνακα.

Σε μια πλευρά των Στενών, σε μια βραχώδη αιχμή, κείται η εγκαταλελειμμένη κώμη της Πέτρας. Η κώμη περιέχει 15 οικίες, δύο κατερειπωμένες εκκλησίες και λείψανα βυζαντινού τείχους. Η ακρόπολη της Πέτρας μνημονεύεται πολλές φορές επί Μιχαήλ Παλαιολόγου Καντακουζηνού. Κατά τον 10ο αι. ήταν έδρα επισκόπου. Κατά τους χρόνους αυτούς ανέκτησε το τείχος το πολιορκητικό, το οποίο σχηματίζει ευθεία γωνία νοτιοανατολικά με την κώμη Πέτρα.

Ύπερθεν της Πέτρας, στο μέσον, περίπου, της Κλεισούρας σε απόσταση δύο ωρών, κείται η κώμη Άγιος Δημήτριος, που περιέχει 50 οικίες και οι κάτοικοι το πλείστον είναι υλοτόμοι και ανθρακείς.

Ο οδοιπόρος που επιθυμεί να επανακάμψει στην πεδιάδα της Κατερίνης, εγκαταλείπει τα Στενά της Πέτρας, εισέρχεται στην οδό της Μονής της Πέτρας, παρακάμπτει τις υπώρειες του Ολύμπου διά μέσου πυκνών λογχών και δάσους δρυών φτάνει στην κώμη Βροντούς,και μετά 3 ώρες στην κώμη Κονταριώτισσα, η οποία περιέχει 50 οικίες και δύο εκκλησίες, της Αγίας Παρασκευής και της Παναγίας, που περιέχουν πολλούς λίθους ενεπίγραφους μα λατινικές και ελληνικές επιγραφές. Το κωμίδιο αυτό ίσως είναι η αρχαία Hatera του πεντιγγεριανού πίνακα.

Αναχωρώντας ο οδοιπόρος από την Κατερίνη νότια, διέρχεται τον Πέλεκα, διασχίζει την πεδιάδα, η οποία διακρίνεται από την πεδιάδα της Μαλαθριάς από σειρά μικρών λόφων. Αυτή η λοφοσειρά πιθανότατα διαχώριζε τη χώρα των Πιερίων από τη χώρα των Λειβηθρίων, ομόφυλων των Πιερίων. Προς το μέρος αυτό, σε απόσταση δύο ωρών από την Κατερίνη, απαντούμε την κώμη Σφίγγους (ή Σφίγγι ή Σπι ή Στουπί, σημ. Νέα Έφεσσο) περιέχουσα 50 οικίες. Η αρχαία εκκλησία του χωριού, του Προδρόμου, περιέχει συντρίμμια μαρμάρινα, τεμάχια βυζαντινών έργων και επιγραφές. Σε μικρή απόσταση κείται τύμβος-τούμπα, που με τα χρόνια καλύφτηκε από δρυς. Σ` αυτό τον τύμβο ο Ληκ ορίζει τη θέση της αρχαίας πόλης Πιερία. Την άποψη αυτή ανέφερε και ο Στέφανος Βυζάντιος. Η άποψη, βέβαια, αυτή από πολλούς άλλους αμφισβητείται. Η ύπαρξη δε του τύμβου εύλογα δικαιολογείται από την γειτονική θέση του αρχαίου Δίου.

Μετά τους Σφίγγους αφήνουμε στα δεξιά την Κουντουριώτισσα, διασχίζουμε την Καρίτσα ή Φτέρη και σε δύο ώρες φτάνουμε στην Μαλαθριά, το αρχαίον Δίον.



Η Μαλαθριά ή τα Καλύβια Μαλαθριάς την εποχή αυτή, μέσα 19ου αι. είναι ένα ταπεινό κωμίδιο, κτισμένο παρά τον ποταμό Ποτόκι, συγκείμενο από 25-30 ξύλινες ή πλίθινες καλύβες, στις οποίες καθ` όλον το έτος κατοικούν μόνον άνδρες, επειδή οι γυναίκες κατά το θέρος απέρχονται σε πιο ορεινά μέρη (βλ. Κοκκινοπλό) λόγω των επιδημούντων πυρετών. Μια άλλη Μαλαθριά, ιδρυθείσα κατά την περίοδο του Αλή πασά, κείται την περίοδο αυτή κατερειπωμένη αντίπερα του ποταμού σε απόσταση 1\4 λεύγας ανατολικά. Μεταξύ της παλιάς Μαλαθριάς και της νέας ο Ληκ ανακάλυψε ίχνη αρχαίων ερειπίων.

Από τη Μαλαθριά, σε δύο ώρες, κινούμενος κάποιος νότια, στα κράσπεδα του Ολύμπου, μέσα από πυκνό δάσος παρακάμπτοντας στα αριστερά τη Σκάλα Λιτοχώρου προσεγγίζει τον Εννιπέα και αμέσως μετά την ελληνική κώμη Λιτόχωρον. Το Λιτόχωρο σύγκειται από 300 οικίες και 13 εκκλησίες, κείμενες παρά τις όχθες βαθύ χειμάρρου τον οποίο οι ντόπιοι καλούν Βύθο. Σταθμεύουν 5-6 Αλβανοί στρατιώτες για φύλαξη της οδού. Ο τόπος εδώ είναι πετρώδης. Οι κάτοικοι ασχολούνται με την κατασκευή σκουτιού το οποίο εξάγουν με καΐκια από το επίνειο του Λιτοχώρου, τους Αγίους Θεοδώρους ή Παπακιοπρουσί που απέχει από το Λιτόχωρο 1 και 1\2 ώρα. Οι κάτοικοι διαθέτουν 30 καΐκια. Το Λιτόχωρο είναι το εμπορικό κέντρο των χωριών γύρω από τον Όλυμπο. Ίχνη αρχαίων κτηρίων εδώ δεν υπάρχουν. Ο Βύθος είναι ο Εννιπέας ο οποίος αναχαίτισε επί πολύ την πορεία των Ρωμαίων κατά του Περσέα. Ο Τίτος Λίβυος τοποθετεί τον Εννιπέα 5 μίλια (2 λεύγες) προ του Δίου.



Από το Λιτόχωρο κινούμενος κάποιος νότια, επί οδού ξηράς και άνυδρης, καλυμμένη από λίθους και θάμνους στις πλαγιές του Ολύμπου προς την πλευρά του Θερμαϊκού κόλπου και αφού διέλθει ένα μικρό ρυάκι, τον Άγιο Μηνά, σε μιάμιση ώρα φτάνει στην Λεπτοκαρυά (σημ. Παλιά Λεπτοκαρυά). Η Λεπτοκαρυά κειμένη σε κοντινή απόσταση της αριστερής όχθης του ποταμού Ζίλιανα ή Ζιλιάνα (ο αρχαίος Συς), περιέχει 50 οικίες. Απ` εδώ η θέα του Ολύμπου, λέει ο Εζέ, είναι καταπληκτική και διαπρεπής. Βλέπει κάποιος να κατέρχονται από τον Όλυμπος τέσσερις μεγαλοπρεπείς χαράδρες μέσω των οποίων κατέρχονται τέσσερις χείμαρροι, οι οποίοι στο σημείο που ενώνονται σχηματίζουν τον Ζήλιανα, τον αρχ. Συ του ελληνικού πολιτισμού και των εισηγητών και διαδοτών της λατρείας του Βάκχου, των Μουσών και της ποίησης.

Νοτιότερα της Λεπτοκαρυάς, μεταξύ των Τεμπών και του Δίου, σε απόσταση 5 μιλ. ρωμαϊκών, κατά τον Τίτο Λίβυο, από την αρχαία Φίλα (σημ. Πυργετός) επί βράχου κείται η Πλαταμών (σημ. ο Πλαταμώνας), το αρχαίο Ηράκλειον. Ο Πλαταμώνας είναι πόλη βυζαντινή και μνημονεύεται σε εμπορική συνθήκη του 11ου αι. Κατά τις αρχές του 13ου αι., επί φραγκοκρατίας κατέστη φραγκικό τιμάριο. Κατά τα μέσα του 19ου αι. είναι μικρό τουρκικό φρούριο. Στον Πλαταμώνα συνήθως βρίσκονται πλοιάρια τα οποία μεταφέρουν εκτός από ανθρώπους, ξύλα και άνθρακες του Ολύμπου προς τη Θεσσαλονίκη.


*Ο Ιωάννης Καζταρίδης, Δ|ντης Β`θμιας Εκπαίδευσης Πιερίας, είναι φιλόλογος-ιστορικός και ερευνητής-μελετητής και συγγραφέας βιβλίων τοπικής ιστορίας.