Ανακοίνωση της ΠΓ του ΕΠΑΜ
Η απόφαση για μετατροπή της Αγίας Σοφίας σε τζαμί ήρθε σε μια χρονική στιγμή όπου το καθεστώς Ερντογάν έχει υποστεί βαρύ πλήγμα στο μέτωπο της Λιβύης και ετοιμάζεται να υποστεί ακόμα βαρύτερο στο μέτωπο της Συρίας.
Ο Ερντογάν, προκειμένου να δώσει την εντύπωση του ισχυρού καθεστώτος, τόσο στο εσωτερικό της χώρας του όσο και στη διεθνή κοινότητα, δεν διστάζει να προβεί σε μια αισχρή ενέργεια, που καταπατά θεμελιώδεις αρχές του Διεθνούς Δικαίου και των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Είναι ένα ακόμα δείγμα βαρβαρότητας της Τουρκίας, που δεν διστάζει να οικειοποιείται και να σφετερίζεται κάθε τι μη δικό της ακόμα και τα πνευματικά δημιουργήματα άλλων λαών και άλλων πολιτισμών.
Η μετατροπή της Αγίας Σοφίας σε τζαμί έχει ως στόχο να συσπειρώσει τον μουσουλμανικό κόσμο, κινητοποιώντας τα ταπεινότερα, τα πλέον φονταμενταλιστικά και σκοταδιστικά των θρησκευτικών συναισθημάτων, όχι μόνο των μουσουλμάνων αλλά και των χριστιανών, οδηγώντας τους σε αντιπαράθεση. Πρόκειται για μια πλασματική αντιπαράθεση, αφού ο Ερντογάν εργαλειοποιεί την μουσουλμανική θρησκεία για την επίτευξη των πολιτικών σκοπιμοτήτων του τουρκικού καθεστώτος. Είναι χαρακτηριστικό ότι την απόφαση αυτή του Ερντογάν καταδίκασε με ανακοίνωσή του το ανώτατο θρησκευτικό σώμα της Αιγύπτου, το οποίο ανοιχτά κατηγορεί τον Ερντογάν ότι «χρησιμοποιεί τις φετβά ως όπλο για την εγκαθίδρυση τυραννικού καθεστώτος στη χώρα του στο όνομα της θρησκείας και για να δικαιολογήσει τις φιλοδοξίες του στο εξωτερικό, στο όνομα ενός υποτιθέμενου χαλιφάτου». Ανάλογη θέση έχει πάρει και η Συρία.
Με την κίνηση αυτή, επιχειρείται να αλλοιωθεί το πεδίο της κύριας αντιπαράθεσης, που είναι η επιθετική και επεκτατική πολιτική της Τουρκίας στη λεκάνη της Ανατολικής Μεσογείου σε βάρος των κυριαρχικών δικαιωμάτων της Ελλάδας, και να μετατραπεί σε αντιπαράθεση ανάμεσα σε μουσουλμάνους και χριστιανούς. Στο παιχνίδι αυτό, το καθεστώς Ερντογάν βρίσκει πρόθυμο συμπαίκτη την κυβέρνηση της ΝΔ, που θέλει επίσης να αποπροσανατολίσει τη συζήτηση για τα εθνικά, κυριαρχικά δικαιώματα της Ελλάδας, ώστε να συνεχίσει ανενόχλητη το ξεπούλημα και τον διαμελισμό της χώρας, κατά τις επιταγές των «αφεντικών» της.
Η υπόθεση της Αγίας Σοφίας δεν είναι ζήτημα μεταξύ Ελλήνων και Τούρκων, ούτε μεταξύ μουσουλμάνων και χριστιανών. Ο συμβολισμός της Αγίας Σοφίας διαπερνά τον λειτουργικό, θρησκευτικό της χαρακτήρα, έχοντας αναγάγει τον ναό σε μνημείο της παγκόσμιας κληρονομιάς, που προστατεύεται από τη σύμβαση της ΟΥΝΕΣΚΟ του 1972. Οι χώρες που φιλοξενούν μνημεία της παγκόσμιας κληρονομιάς αναλαμβάνουν την υποχρέωση να τα προστατεύουν και να τα συντηρούν. Εάν δεν μπορούν, οφείλουν να ζητούν τη συνδρομή της ΟΥΝΕΣΚΟ, κάτι που έχει πράξει πολλές φορές κατά το παρελθόν η Τουρκία και έχει χρηματοδοτηθεί αδρά από την ΟΥΝΕΣΚΟ για την αποκατάσταση και συντήρηση της Αγίας Σοφίας, μέσω του Ταμείου Παγκόσμιας Κληρονομιάς, στο οποίο συμμετέχουν με υποχρεωτική συνδρομή όλα τα κράτη μέλη της σύμβασης, δηλαδή και η Ελλάδα! Όπως αναφέρεται ρητά στο άρθρο 6, παρ. 1 της Σύμβασης, «τα κράτη μέλη της Σύμβασης αναγνωρίζουν ότι αυτή η κληρονομιά είναι παγκόσμια κληρονομιά, η προστασία της οποίας είναι στην ευθύνη της διεθνούς κοινότητας εν συνόλω και σε συνεργασία». Η αλλαγή χρήσης ενός τέτοιου μνημείου, όπως στην προκειμένη περίπτωση της Αγίας Σοφίας, συνιστά βεβήλωσή του, δηλαδή αποτελεί εγκληματική ενέργεια κατά της παγκόσμιας ιστορικής μνήμης και της πολιτισμικής κληρονομιάς της ανθρωπότητας. Στην ανακοίνωσή της η ΟΥΝΕΣΚΟ τονίζει ότι η απόφαση αυτή αποτελεί παραβίαση των όρων της Συνθήκης του 1972, ότι λήφθηκε χωρίς καμία προηγούμενη συζήτηση ή ενημέρωση της Επιτροπής Παγκόσμιας Κληρονομιάς, ως όφειλε να πράξει η Τουρκία, προκειμένου να διασφαλιστεί ότι δεν θα πληγεί η οικουμενική αξία του μνημείου.
Το εγχώριο πολιτικό σύστημα βρήκε στην υπόθεση της Αγίας Σοφίας άλλη μια «χρυσή ευκαιρία» να αποπροσανατολίσει και να χειραγωγήσει τα πατριωτικά και θρησκευτικά συναισθήματα του ελληνικού λαού, συνεπικουρούμενο από τα διαπλεκόμενα φερέφωνα ΜΜΕ. Ένα στημένο πεδίο σύγκρουσης όπου, από τη μια μεριά οι «υπερπατριώτες» που ονειρεύονται την «κόκκινη μηλιά» και από την άλλη οι «ψύχραιμοι» που υπερασπίζονται δήθεν τα έννομα συμφέροντα της χώρας μας, σηκώνουν τέτοιον κουρνιαχτό, ώστε να κρύβεται πίσω του η καταστρατήγηση της εθνικής μας κυριαρχίας προς όφελος των επιδιώξεων της Τουρκίας και των συμφερόντων των ξένων επικυρίαρχων και των ντόπιων εντολοδόχων τους. Απευθυνόμενοι στο θυμικό και όχι στη λογική του Έλληνα οδηγούν και αυτήν την υπόθεση σε ξεπούλημα, κατά τον ίδιο τρόπο όπως μεθόδευσαν και το ξεπούλημα του ονόματος της Μακεδονίας.
Η Ελλάδα οφείλει να ασκήσει τα έννομα μέσα που διαθέτει εάν θέλει πραγματικά να αντιμετωπίσει αυτήν την πρόκληση του καθεστώτος Ερντογάν. Σε συνεννόηση και συνεργασία με τις υπόλοιπες χώρες, και δη τις μουσουλμανικές, που έχουν καταδικάσει αυτήν την κίνηση της Τουρκίας,
• να καταγγείλει την Τουρκία στην ΟΥΝΕΣΚΟ και στη Γενική Συνέλευση του ΟΗΕ, ζητώντας την καταδίκη της για την βεβήλωση του μνημείου
• να θέσει θέμα στην ΟΥΝΕΣΚΟ απαίτησης επιστροφής από την Τουρκία των εκατομμυρίων δολαρίων που έχουν δοθεί από το Ταμείο Παγκόσμιας Κληρονομιάς για την αναστήλωση και συντήρησή του μνημείου. Τα χρήματα αυτά δόθηκαν από την παγκόσμια κοινότητα, για να παραμείνει το μνημείο/μουσείο ανέπαφο και όχι για να μετατραπεί σε τζαμί.
• Η Εκκλησία της Ελλάδας να έρθει σε συνεννόηση με τα Πατριαρχεία Αντιόχειας και Αλεξανδρείας και τους αντίστοιχους μουσουλμάνους θρησκευτικούς ηγέτες, όπως και με τις άλλες, χριστιανικές και μη, εκκλησίες και θρησκευτικά σώματα που έχουν πάρει καταδικαστική θέση για το θέμα αυτό, ώστε να διεθνοποιήσουν το θέμα.
• Το ζήτημα της Αγίας Σοφίας είναι προϊόν θράσους, μισαλλοδοξίας και φονταμενταλισμού, αποτελεί πρωτεύον παγκόσμιο πρόβλημα και ως τέτοιο οφείλει να αντιμετωπιστεί από την ελληνική κυβέρνηση και την Εκκλησία.
Σε κάθε περίπτωση ο ελληνικός λαός θα πρέπει να αντισταθεί στα κελεύσματα της πατριδοκαπηλείας που λειτουργεί ως προκάλυμμα για το ξεπούλημα της πατρίδας, εκμεταλλευόμενη με τον χειρότερο τρόπο ό,τι ιερό και όσιο έχει στην ψυχή και στην καρδιά του!
Αθήνα, 16 Ιουλίου 2020
Η Πολιτική Γραμματεία του ΕΠΑΜ
Η απόφαση για μετατροπή της Αγίας Σοφίας σε τζαμί ήρθε σε μια χρονική στιγμή όπου το καθεστώς Ερντογάν έχει υποστεί βαρύ πλήγμα στο μέτωπο της Λιβύης και ετοιμάζεται να υποστεί ακόμα βαρύτερο στο μέτωπο της Συρίας.
Ο Ερντογάν, προκειμένου να δώσει την εντύπωση του ισχυρού καθεστώτος, τόσο στο εσωτερικό της χώρας του όσο και στη διεθνή κοινότητα, δεν διστάζει να προβεί σε μια αισχρή ενέργεια, που καταπατά θεμελιώδεις αρχές του Διεθνούς Δικαίου και των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Είναι ένα ακόμα δείγμα βαρβαρότητας της Τουρκίας, που δεν διστάζει να οικειοποιείται και να σφετερίζεται κάθε τι μη δικό της ακόμα και τα πνευματικά δημιουργήματα άλλων λαών και άλλων πολιτισμών.
Η μετατροπή της Αγίας Σοφίας σε τζαμί έχει ως στόχο να συσπειρώσει τον μουσουλμανικό κόσμο, κινητοποιώντας τα ταπεινότερα, τα πλέον φονταμενταλιστικά και σκοταδιστικά των θρησκευτικών συναισθημάτων, όχι μόνο των μουσουλμάνων αλλά και των χριστιανών, οδηγώντας τους σε αντιπαράθεση. Πρόκειται για μια πλασματική αντιπαράθεση, αφού ο Ερντογάν εργαλειοποιεί την μουσουλμανική θρησκεία για την επίτευξη των πολιτικών σκοπιμοτήτων του τουρκικού καθεστώτος. Είναι χαρακτηριστικό ότι την απόφαση αυτή του Ερντογάν καταδίκασε με ανακοίνωσή του το ανώτατο θρησκευτικό σώμα της Αιγύπτου, το οποίο ανοιχτά κατηγορεί τον Ερντογάν ότι «χρησιμοποιεί τις φετβά ως όπλο για την εγκαθίδρυση τυραννικού καθεστώτος στη χώρα του στο όνομα της θρησκείας και για να δικαιολογήσει τις φιλοδοξίες του στο εξωτερικό, στο όνομα ενός υποτιθέμενου χαλιφάτου». Ανάλογη θέση έχει πάρει και η Συρία.
Με την κίνηση αυτή, επιχειρείται να αλλοιωθεί το πεδίο της κύριας αντιπαράθεσης, που είναι η επιθετική και επεκτατική πολιτική της Τουρκίας στη λεκάνη της Ανατολικής Μεσογείου σε βάρος των κυριαρχικών δικαιωμάτων της Ελλάδας, και να μετατραπεί σε αντιπαράθεση ανάμεσα σε μουσουλμάνους και χριστιανούς. Στο παιχνίδι αυτό, το καθεστώς Ερντογάν βρίσκει πρόθυμο συμπαίκτη την κυβέρνηση της ΝΔ, που θέλει επίσης να αποπροσανατολίσει τη συζήτηση για τα εθνικά, κυριαρχικά δικαιώματα της Ελλάδας, ώστε να συνεχίσει ανενόχλητη το ξεπούλημα και τον διαμελισμό της χώρας, κατά τις επιταγές των «αφεντικών» της.
Η υπόθεση της Αγίας Σοφίας δεν είναι ζήτημα μεταξύ Ελλήνων και Τούρκων, ούτε μεταξύ μουσουλμάνων και χριστιανών. Ο συμβολισμός της Αγίας Σοφίας διαπερνά τον λειτουργικό, θρησκευτικό της χαρακτήρα, έχοντας αναγάγει τον ναό σε μνημείο της παγκόσμιας κληρονομιάς, που προστατεύεται από τη σύμβαση της ΟΥΝΕΣΚΟ του 1972. Οι χώρες που φιλοξενούν μνημεία της παγκόσμιας κληρονομιάς αναλαμβάνουν την υποχρέωση να τα προστατεύουν και να τα συντηρούν. Εάν δεν μπορούν, οφείλουν να ζητούν τη συνδρομή της ΟΥΝΕΣΚΟ, κάτι που έχει πράξει πολλές φορές κατά το παρελθόν η Τουρκία και έχει χρηματοδοτηθεί αδρά από την ΟΥΝΕΣΚΟ για την αποκατάσταση και συντήρηση της Αγίας Σοφίας, μέσω του Ταμείου Παγκόσμιας Κληρονομιάς, στο οποίο συμμετέχουν με υποχρεωτική συνδρομή όλα τα κράτη μέλη της σύμβασης, δηλαδή και η Ελλάδα! Όπως αναφέρεται ρητά στο άρθρο 6, παρ. 1 της Σύμβασης, «τα κράτη μέλη της Σύμβασης αναγνωρίζουν ότι αυτή η κληρονομιά είναι παγκόσμια κληρονομιά, η προστασία της οποίας είναι στην ευθύνη της διεθνούς κοινότητας εν συνόλω και σε συνεργασία». Η αλλαγή χρήσης ενός τέτοιου μνημείου, όπως στην προκειμένη περίπτωση της Αγίας Σοφίας, συνιστά βεβήλωσή του, δηλαδή αποτελεί εγκληματική ενέργεια κατά της παγκόσμιας ιστορικής μνήμης και της πολιτισμικής κληρονομιάς της ανθρωπότητας. Στην ανακοίνωσή της η ΟΥΝΕΣΚΟ τονίζει ότι η απόφαση αυτή αποτελεί παραβίαση των όρων της Συνθήκης του 1972, ότι λήφθηκε χωρίς καμία προηγούμενη συζήτηση ή ενημέρωση της Επιτροπής Παγκόσμιας Κληρονομιάς, ως όφειλε να πράξει η Τουρκία, προκειμένου να διασφαλιστεί ότι δεν θα πληγεί η οικουμενική αξία του μνημείου.
Το εγχώριο πολιτικό σύστημα βρήκε στην υπόθεση της Αγίας Σοφίας άλλη μια «χρυσή ευκαιρία» να αποπροσανατολίσει και να χειραγωγήσει τα πατριωτικά και θρησκευτικά συναισθήματα του ελληνικού λαού, συνεπικουρούμενο από τα διαπλεκόμενα φερέφωνα ΜΜΕ. Ένα στημένο πεδίο σύγκρουσης όπου, από τη μια μεριά οι «υπερπατριώτες» που ονειρεύονται την «κόκκινη μηλιά» και από την άλλη οι «ψύχραιμοι» που υπερασπίζονται δήθεν τα έννομα συμφέροντα της χώρας μας, σηκώνουν τέτοιον κουρνιαχτό, ώστε να κρύβεται πίσω του η καταστρατήγηση της εθνικής μας κυριαρχίας προς όφελος των επιδιώξεων της Τουρκίας και των συμφερόντων των ξένων επικυρίαρχων και των ντόπιων εντολοδόχων τους. Απευθυνόμενοι στο θυμικό και όχι στη λογική του Έλληνα οδηγούν και αυτήν την υπόθεση σε ξεπούλημα, κατά τον ίδιο τρόπο όπως μεθόδευσαν και το ξεπούλημα του ονόματος της Μακεδονίας.
Η Ελλάδα οφείλει να ασκήσει τα έννομα μέσα που διαθέτει εάν θέλει πραγματικά να αντιμετωπίσει αυτήν την πρόκληση του καθεστώτος Ερντογάν. Σε συνεννόηση και συνεργασία με τις υπόλοιπες χώρες, και δη τις μουσουλμανικές, που έχουν καταδικάσει αυτήν την κίνηση της Τουρκίας,
• να καταγγείλει την Τουρκία στην ΟΥΝΕΣΚΟ και στη Γενική Συνέλευση του ΟΗΕ, ζητώντας την καταδίκη της για την βεβήλωση του μνημείου
• να θέσει θέμα στην ΟΥΝΕΣΚΟ απαίτησης επιστροφής από την Τουρκία των εκατομμυρίων δολαρίων που έχουν δοθεί από το Ταμείο Παγκόσμιας Κληρονομιάς για την αναστήλωση και συντήρησή του μνημείου. Τα χρήματα αυτά δόθηκαν από την παγκόσμια κοινότητα, για να παραμείνει το μνημείο/μουσείο ανέπαφο και όχι για να μετατραπεί σε τζαμί.
• Η Εκκλησία της Ελλάδας να έρθει σε συνεννόηση με τα Πατριαρχεία Αντιόχειας και Αλεξανδρείας και τους αντίστοιχους μουσουλμάνους θρησκευτικούς ηγέτες, όπως και με τις άλλες, χριστιανικές και μη, εκκλησίες και θρησκευτικά σώματα που έχουν πάρει καταδικαστική θέση για το θέμα αυτό, ώστε να διεθνοποιήσουν το θέμα.
• Το ζήτημα της Αγίας Σοφίας είναι προϊόν θράσους, μισαλλοδοξίας και φονταμενταλισμού, αποτελεί πρωτεύον παγκόσμιο πρόβλημα και ως τέτοιο οφείλει να αντιμετωπιστεί από την ελληνική κυβέρνηση και την Εκκλησία.
Σε κάθε περίπτωση ο ελληνικός λαός θα πρέπει να αντισταθεί στα κελεύσματα της πατριδοκαπηλείας που λειτουργεί ως προκάλυμμα για το ξεπούλημα της πατρίδας, εκμεταλλευόμενη με τον χειρότερο τρόπο ό,τι ιερό και όσιο έχει στην ψυχή και στην καρδιά του!
Αθήνα, 16 Ιουλίου 2020
Η Πολιτική Γραμματεία του ΕΠΑΜ