Σάββατο 22 Απριλίου 2017

Φοβού την Παγκόσμια Τράπεζα…

Φοβού την Παγκόσμια Τράπεζα…
Στο ερχόμενο δημοτικό συμβούλιο, που θα πραγματοποιηθεί την Δευτέρα 24 Απριλίου 2017 (ώρα έναρξης 4μ.μ.), μεταξύ των 35 θεμάτων που βρίσκονται στην τακτική ημερήσια διάταξη, βρίσκεται και ένα όπου προτείνεται η ψήφιση ‘μνημονίου συνεργασίας’ μεταξύ Παγκόσμιας Τράπεζας και Δήμου Θεσσαλονίκης.


Με πρόσχημα την ανάπτυξη ‘εργαλείων πολιτικής’ για την ανθεκτικότητα, η Παγκόσμια Τράπεζα έρχεται στην πόλη μας με πραγματικό στόχο να εγκαινιάσει την (κερδοσκοπική) ‘αξιοποίηση’ του παραλιακού μετώπου της Θεσσαλονίκης, και ευρύτερα Θερμαϊκού. Ένα ευαίσθητο οικοσύστημα, μια κεφαλαιώδους σημασία για την πόλη μας σχέση του αστικού ιστού με την θάλασσα, σκοπεύει να γίνει αντικείμενο ‘εκμετάλλευσης’ με τους όρους που εισηγείται η Παγκόσμια Τράπεζα αντίστοιχες ‘εκμεταλλεύσεις’ σε ολόκληρο τον πλανήτη –και με γνωστά τα αποτελέσματα για τον άνθρωπο, την κοινωνία του, αλλά και το περιβάλλον.

Την ίδια στιγμή που η πόλη διαθέτει το μεγαλύτερο δίκτυο πανεπιστημιακών ιδρυμάτων στα Βαλκάνια, αλλά και μια έντονη παράδοση στις επιστήμες του τοπίου, η διοίκηση Μπουτάρη παρακάμπτει όλο αυτό το τοπικό δυναμικό, και φέρνει τους τεχνοκράτες της Παγκόσμιας Τράπεζας να μοιράσουν «χάνδρες στους ιθαγενείς».

Κι όμως, αν επιβληθεί μια λογική όπου μοναδικό μέτρο και κριτήριο πολιτικής θα είναι η μεγιστοποίηση του οικονομικού αποτελέσματος και των κερδών, τότε η πόλη θα κινδυνέψει να χάσει όλα τα δημόσια αγαθά της, και κυρίως το υπέρτατο πολιτιστικό της αγαθό, την ταυτότητα και την φυσιογνωμία της. Όπως συνέβη και με άλλες μεσογειακές πόλης της Ευρώπης που υπέκυψαν στον ολοκληρωτισμό των αγορών, και που τώρα κινητοποιούνται για να σώσουν ό,τι κι αν σώζεται από την επέλασή του (λέγε με Βαρκελώνη).

Οι πολίτες της Θεσσαλονίκης πρέπει να ενημερωθούν, ώστε να καταλάβουν τι διακυβεύεται και να κινητοποιηθούν ενάντια σε αυτήν την προοπτική. Γιατί η Διοίκηση, με την αξιοποίηση της πλειοψηφίας της στο σώμα του Δημοτικού Συμβουλίου της πόλης, ποντάρει ακριβώς στην αδιαφορία των πολιτών για τα δημοτικά τεκταινόμενα, ώστε να δεσμεύσει το μέλλον της πόλης προς την κατεύθυνση που εξηγήσαμε, για μια περίοδο που υπερβαίνει κατά πολύ την θητεία της. Αναμφίβολα, πρόκειται μια τακτική που στηρίζεται ακριβώς στην απάθεια, απελπισία και την αποχή της πλειοψηφίας από τα κοινά, προκειμένου να προωθήσει μια ατζέντα παγκοσμιοποιητική, που είναι απολύτως ταυτισμένη με τις πολιτικές και τις οικονομικές ελίτ της πόλης, και ολότελα ξένη ως προς την λαϊκή πλειοψηφία της.