Σ’ ένα πέλαγο τρικυμισμένο αρμενίζουμε,
Χωρίς φαντασία ,αναίδεια και φόβο
Και ότι με κόπο αποκτήσαμε, χαρίζουμε,
Την μίζερη ζωή μας, ρίχνουμε στο βόθρο.
Βυθίζομαι στο όραμα αυτό με υπομονή,
Με αγάπη και περίσσεια καλοσύνη,
Ανασηκώνω την κλειστή καταπακτή,
Του κόσμου βλέπω την βαθειά απεραντοσύνη.
Θέλω να δώσω νόημα σε κάποιες συλλαβές,
Καινούργιες φράσεις που μιλάνε για ευτυχία,
Την δύναμη μου να βρω πάλι, να ανασηκωθώ,
Να απαλλάξω των λαών την δυστυχία.
Θυμάμαι την ζωή μου, σε μια ατέλειωτη ερημιά,
Να την περνάω χωρίς νερό, μόνος ,απελπισμένος,
Στο βάθος κάποια όαση, προβάλλει μακριά,
Τα γόνατα μου δεν βαστούν και πέφτω πριν το τέρμα κουρασμένος.
Από το χώμα πιάνομαι, θέλω να σηκωθώ,
Νοιώθω το στόμα μου ξερό, το σώμα ηλιοκαμένο,
ΝΙΚΗΘΗΚΑ απ’ το βάρος της ζωής, που κουβαλώ,
Σε μακρινούς ορίζοντες ,το βλέμμα μου χαμένο.
ΝΙΚΟΣ ΧΑΛΕΠΛΗΣ