Παρασκευή 20 Νοεμβρίου 2020

Από την πανδημία του Θουκυδίδη στον Covid–19 (Α΄ ΜΕΡΟΣ)

Του Παναγιώτη Γ. Αλεκάκη,
Φιλόλογος – Ιστορικός,
Δρ Ιστορικού και Αρχαιολογικού Τμήματος Α.Π.Θ.,
Διευθυντής 2ου ΓΕΛ Κατερίνης

«Ο πυρφόρος θεός, σκήψας, ελαύνει, λοιμός έχθιστος, πόλιν» γράφει ο Σοφοκλής, Οιδίπους τύραννος στ. 27-28, και ο νους μας ανατρέχει στην πανδημία των κλασικών χρόνων, ειδικότερα στην πανδημία του 430-429. Την πανδημία που προσέβαλε και τον τότε ηγέτη των Αθηναίων Περικλή, ο οποίος το πλήρωσε με την απώλεια της ίδιας του της ζωής και απεδήμησε στον άλλο κόσμο με μεγάλη πικρία.

Η σύγχρονη πανδημία μας υπέμνησε παλαιότερες παρόμοιες καταστάσεις: την ασιατική γρίπη του 1957, την ισπανική γρίπη του 1919, την πανδημία χολέρας το 1817, τη βουβωνική πανώλη του Λονδίνου το 1665, την πανούκλα την εποχή του Ιουστινιανού, την πανώλη των Αντωνίνων και φυσικά τον λοιμό της Αθήνας το 430 – 429 π.Χ., ο οποίος επανήλθε λίγο αργότερα, το 427-426 π.Χ., πλήττοντας με δριμύτητα τα αθηναϊκά στρατεύματα.

Η περιγραφή του Θουκυδίδη για τον λοιμό αποτελεί ενδιαφέρον ανάγνωσμα. Ο ιστορικός αναφέρει για πρώτη φορά τον λοιμό στο χωρίο Ι, 23.3, στο οποίο απαριθμεί τις καταστροφικές συνέπειες που είχε στους Αθηναίους: «…και η ουχ ήκιστα βλάψασα και φθείρασα η λοιμώδης νόσος». Αναλυτική περιγραφή ακολουθεί στο κεφάλαιο ΙΙ, 47 κ.ε., όπου περιγράφει τα συμπτώματα και τις επιπτώσεις της νόσου, που μεταδόθηκε έξω από τα όρια της Αθήνας, στο εκστρατευτικό σώμα που πολιόρκησε την Ποτείδαια και είχε απώλειες το ένα τέταρτο του δυναμικού του: «Τετρακοσίων γαρ οπλιτών και τετρακισχιλίων ουκ ελάσσους απέθανον εκ των τάξεων και τριακοσίων ιππέων, του δε άλλου όχλου ανεξεύρετος αριθμός».

Στους στρατιώτες μπορούσε να γίνει η καταμέτρηση των απωλειών, στον άλλο πληθυσμό δεν μπορούσε και εύκολα αντιλαμβανόμαστε τις τότε αδυναμίες καταγραφής του αριθμού των νεκρών. Και καταμετρήθηκαν 4400 στρατιώτες και 300 ιππείς, που έχασαν τη ζωή τους στο δεύτερο κύμα της πανδημίας, η οποία επέστρεψε τον επόμενο χειμώνα για δεύτερη φορά, ήτοι το χειμώνα του 429: «Του δ’ επιγιγνομένου χειμώνος η νόσος το δεύτερον επέπεσε τοις Αθηναίοις…παρέμεινε δε το μεν ύστερον ουκ έλασσον ενιαυτού (= ένα έτος), το δε πρότερον και δύο έτη».

Αναφέρθηκε στην αρχή ότι ο Περικλής έφυγε τότε από τη ζωή με μεγάλη πικρία. Οι συμπολίτες του έριξαν την ευθύνη για τα δεινά του λοιμού στον ηγέτη τους και αυτό το αναφέρει ο Θουκυδίδης. Στην τελευταία δημηγορία του ο Περικλής λέει ότι άδικα τον μισούν οι Αθηναίοι: «…η νόσος ήδε…και δι’ αυτήν οίδ’ ότι μέρος τι μάλλον έτι μισούμαι, ου δικαίως» (ΙΙ,64.1). Τους είπε δηλαδή ότι άδικα τον μισούν οι Αθηναίοι εξαιτίας της νόσου.

Το ερώτημα είναι γιατί του απέδωσαν την ευθύνη οι συμπολίτες του και αυτό θα δούμε αμέσως στη συνέχεια. Ο λοιμός έπληξε την Αθήνα στην αρχή του Πελοποννησιακού πολέμου (ξεκίνησε το 431 π.Χ. η πολεμική σύγκρουση των Αθηναίων και Πελοποννησίων και με τους συμμάχους τους) και οι Αθηναίοι απέδωσαν τα δύο δεινά, πόλεμο και λοιμό, στον Περικλή, γιατί ήταν επιλογή του η κήρυξη αυτού του πολέμου. Χωρίς τον πόλεμο δεν θα είχαν και τον έχθιστο λοιμό, μιας και πίστευαν αρκετοί συμπολίτες του ότι οι Πελοποννήσιοι εχθροί τους δηλητηρίασαν τα φρέατά τους (πράγμα αδύνατο βέβαια, μιας και γνωρίζουμε ότι οι Πελοποννήσιοι δεν κατόρθωσαν να μπουν μέσα στο κλεινόν άστυ, που το περιέβαλαν τα θαυμαστά τείχη του). Επειδή η νόσος πρωτοεμφανίστηκε στον Πειραιά (λίγες ημέρες μετά την εισβολή των πελοποννησιακών στρατευμάτων στην Αττική) και στη συνέχεια στην Αθήνα, οι κάτοικοι θεώρησαν ότι η αρρώστια οφειλόταν στη δηλητηρίαση των φρεάτων τους από τους Πελοποννήσιους. Οι εχθροί όμως δεν κατόρθωσαν να μπουν εντός της οχυρωμένης πόλης και να διαπράξουν την εν λόγω δολιοφθορά. Επομένως, η εξήγηση αυτή δεν αντέχει σε λογική ερμηνεία.

(συνεχίζεται)