Ο Αλέξανδρος γεννήθηκε στις 20 Ιουλίου του 356 π.Χ στην
Πέλλα της Μακεδονίας. Πατέρας του ήταν ο βασιλιάς της Μακεδονίας Φίλιππος Β'
και μητέρα του η Ολυμπιάδα Από τον πατέρα του ο Αλέξανδρος κληρονόμησε την
οξεία αντίληψη και τις οργανωτικές ικανότητες, ενώ από τη μητέρα του τη
φιλοδοξία, την υπερηφάνεια και την ισχυρή θέληση.
Ο Αλέξανδρος εκπαιδεύτηκε από σπουδαίους παιδαγωγούς αλλά
στον φιλόσοφο Αριστοτέλη χρωστάει την αγάπη του και το θαυμασμό για το ελληνικό
πολιτισμό και όπως συχνά έλεγε στον πατέρα του χρωστάει “το ζην” και στο
δάσκαλό του το “ευ ζην”.
Ο ίδιος παιδί ακόμα, ακολουθούσε τον πατέρα του σε
εκστρατείες και γρήγορα απέκτησε γνώσεις πολιτικής και στρατηγικής. Μετά το
θάνατο του πατέρα του, σε ηλικία 16 ετών, αναγκάστηκε να ηγηθεί και να
καταπνίξει την επανάσταση της θρακικής φυλής των Μαίδων και δύο χρόνια αργότερα
στη Μάχη της Χαιρώνειας ήταν διοικητής στρατιωτικού σώματος όπου και διακρίθηκε
για τις πολεμικές του αρετές.
Σε ηλικία 20 ετών έγινε βασιλιάς της Μακεδονίας και με αστραπιαία ταχύτητα και
αποφασιστικότητα εξεστράτευσε εναντίον των πόλεων της Νότιας Ελλάδας, οι οποίες
μόλις έμαθαν το θάνατο του Φιλίππου επαναστάτησαν. Μόλις, όμως, πληροφορήθηκαν
την εκστρατεία του Αλεξάνδρου εναντίον τους, έσπευσαν να δηλώσουν υποταγή και
σε συνέδριο, που έγινε στην Κόρινθο, τον ανακήρυξαν Ηγεμόνα της Ελλάδας.
Ο Αλέξανδρος ικανοποιημένος γύρισε στη Μακεδονία. Για να
απαλλάξει το βασίλειό του από κάθε κίνδυνο, προτού εκστρατεύσει εναντίον των
Περσών, εκστράτευσε εναντίον των βαρβαρικών φυλών, που κατοικούσαν βόρεια της
Μακεδονίας (335 π.Χ.). Νίκησε τις φυλές αυτές, έφθασε ως τον Δούναβη και
επέστρεψε στην Πέλλα. Απερίσπαστος πια άρχισε την προετοιμασία για τη μεγάλη
εκστρατεία κατά των Περσών.
Την άνοιξη του 334 π.Χ, ο Αλέξανδρος ξεκίνησε με 50.000
πεζούς και 6.000 ιππείς, προχώρησε από τη Θράκη κι έφθασε στον Ελλήσποντο.
Γρήγορα ο Αλέξανδρος προχώρησε νότια και απελευθέρωσε τις ελληνικές πόλεις της
Μικράς Ασίας. Τον χειμώνα του 334 π.Χ. έφθασε στην πόλη Γόρδιο στις όχθες του
Σαγγάριου ποταμού, όπου αποφάσισε να ξεχειμωνιάσει. Εκεί, στο βασιλικό
ανάκτορο, υπήρχε ο περίφημος Γόρδιος Δεσμός. Η παράδοση έλεγε πως όποιος τον
έλυνε θα κυρίευε την Ασία. Ο Αλέξανδρος απλά τον έκοψε με το σπαθί του.
Αργότερα προχώρησε νότια και κατέλαβε, κατά σειρά, τη Φοινίκη, την Παλαιστίνη
και την Αίγυπτο. Στις ακτές της Αιγύπτου, κοντά στις εκβολές του Νείλου και σε
θέση κατάλληλη για την ανάπτυξη του εμπορίου, όρισε να χτιστεί η Αλεξάνδρεια.
Μετά όμως την Ασία ήθελε να κατακτήσει τις Ινδίες. Οι στρατιώτες του, όμως,
κουράστηκαν και αρνήθηκαν να προχωρήσουν. Αναγκάσθηκε τότε να ανακόψει την
επική πορεία του προς Ανατολάς.
Η πρώτη γυναίκα του Αλεξάνδρου ήταν η Ρωξάνη που τού χάρισε
και τον μοναδικό του απόγονο, τον Αλέξανδρο Δ', ο οποίος γεννήθηκε δύο μήνες
μετά το θάνατο του στρατηλάτη και σκοτώθηκε σε ηλικία 12 ετών. Η δεύτερη
γυναίκα του ήταν η κόρη του βασιλιά των Περσών Δαρείου, η Στάτειρα. Η κατάσταση
της υγείας του Αλεξάνδρου δεν ήταν καλή, αρρώστησε βαριά και το 323 π.Χ. άφησε
την τελευταία του πνοή στη Βαβυλώνα, σε ηλικία μόλις 32 ετών.
Οι κατακτήσεις
του άνοιξαν τα σύνορα μεταξύ του ελληνικού χώρου και της Ανατολής. Η ελληνική
γλώσσα έγινε διεθνής. Δικαιολογημένα, η ιστορία ανακήρυξε τον Αλέξανδρο “Μέγα”
για το γιγάντιο έργο του.