Γιά να δούμε όμως, κατ΄αρχάς, τι είναι το Win-win. Είναι ένας διεθνής όρος και τρόπος, μία στρατηγική επίλυσης διαφορών μεταξύ δύο μερών και επιδιώκεται η ικανοποίηση και των δύο και, προφανώς, χρησιμοποιείται και από επιχειρήσεις και από κράτη. Το κρίσιμο στη μέθοδο αυτή επίλυσης διαφορών είναι με το πέρας της διαδικασίας να είναι και οι δύο ικανοποιημένοι. Αυτό είναι το ποθούμενο τέρμα. Πριν όμως μπουν στη διαδικασία αυτή θα πρέπει τα δύο μέρη να ορίσουν τα βασικά προαπαιτούμενα, τις προϋποθέσεις, τις ενδεχόμενες γραμμές αυξανόμενης σημασίας που έχουν και επομένως αυξανόμενης δυσκολίας. Και βεβαίως αυτά που είσαι έτοιμος να δώσεις να είναι της ίδιας βαρύτητας και αξίας με αυτά που θέλεις να πάρεις. Στο τέλος βεβαίως υπάρχουν και οι κόκκινες γραμμές που είναι λογικό να έχουν και οι δύο και οι οποίες δεν μπαίνουν καν στο τραπέζι, ακριβώς επειδή είναι κόκκινες γραμμές.
Είχε κόκκινες Εθνικές γραμμές η Ελληνική Κυβέρνηση; Αν ναι ποιες ήταν; Οι διαφορές μας με τα Σκόπια δεν είναι από το μέλλον αλλά από το πρόσφατο, των τελευταίων εβδομήντα-πέντε ετών, παρελθόν. Που είναι οAλυτρωτισμός, ο Mακεδονισμός, οι εδαφικές αξιώσεις, αλλά και τα οχήματά τους που είναι οι παραποιήσεις και ο σφετερισμός της ιστορίας, η Μακεδονική Ταυτότητα, η Μακεδονική Γλώσσα κλπ. Για όλα αυτά ο Ελληνικός πολιτικός κόσμος κατά τη διετία 2007-2008 έδωσε απαντήσεις, έβαλε τις Εθνικές κόκκινες γραμμές τις οποίες και επέβαλε ουσιαστικά στην Σύνοδο του ΝΑΤΟ στο Βουκουρέστι πείθοντας τους Συμμάχους. Oι οποίοι ομοφώνως αρνήθηκαν την είσοδο της πΓΔΜ στη συμμαχία και έθεσαν τους όρους και προϋποθέσεις για να υπάρξει εκ νέου υποβολή αίτησης των Σκοπίων για είσοδο στο ΝΑΤΟ.
Από εκείνη την απόφαση και μετά, αντικειμενικά, οι κόκκινες γραμμές της Ελληνικής πλευράς θα έπρεπε να είναι οι αποφάσεις της Συνόδου του ΝΑΤΟ του Βουκουρεστίου όπου:
1) Απέρριψε το αίτημα της FYROM για είσοδο της στη Συμμαχία επειδή είχε πεισθεί από τα επιχειρήματα της Ελληνικής πλευράς ότι η πάγια τακτική αυτής της χώρας, από τότε που ήταν ένα ομόσπονδο κρατίδιο της Κομμουνιστικής Γιουγκοσλαβίας το 1945 και μέχρι το 2008, ήταν οι συνεχείς εδαφικές διεκδικήσεις, στα πλαίσια του Μακεδονισμού, ο αλυτρωτισμός, η παραποίηση της ιστορίας κλπ.
2) Θεωρούσε ότι στο όνομα της FYROM θα έπρεπε να υπάρχει η λέξη Μακεδονία με γεωγραφικό προσδιορισμό.
3) Νέο αίτημα της FYROM θα μπορούσε να υποβληθεί υπό την προϋπόθεση ότι θα υπάρξει συμβιβασμός με την Ελλάδα. Με άλλα λόγια, ότι θα πρέπει πρωτίστως να συμφωνήσει η Ελλάδα.
Αξιολογικά και με βάση την προαναφερθείσα απόφαση, την οποία υπέγραψε και η Ελλάδα, από πλευράς βαρύτητας, το ονοματολογικό σε σχέση με τα άλλα δύο είναι τελευταίο. Και αυτό, γιατί και αν ακόμα τα Σκόπια δέχονταν ένα ουδέτερο και άσχετο όνομα αλλά διατηρούνταν τα άλλα, δηλαδή οι διεκδικήσεις, παραχαράξεις της ιστορίας κλπ. αυτό θα ήταν ναρκοθέτηση του μέλλοντος μας και ιστορικών διαστάσεων νίκη των Σκοπιανών.
Με βάση τα προαναφερθέντα, για να είναι η συμφωνία win-win θα έπρεπε να είχε περιοριστεί μόνο στο ονοματολογικό. Και οι δύο χώρες θα έχαναν και θα κέρδιζαν κάτι. Τα Σκόπια θα δεχόταν «να υποβαθμιστεί» το όνομά τους για να μπουν στο ΝΑΤΟ ενώ και η Ελλάδα θα συμφωνούσε στη χρήση σύνθετης ονομασίας με γεωγραφικό προσδιορισμό όπως υποδείκνυε ο δεύτερος όρος της συμμαχίας και θα ήταν κέρδος μας, γιατί, ούτως ή άλλως -κακώς αλλά με δική μας ευθύνη- η χώρα αυτή αναγνωρίστηκε από περίπου 150 χώρες ως Μακεδονία. Και από εκεί και πέρα η Ελλάδα έπρεπε να αξιοποιήσει την ανάγκη, τη βούληση, την επιθυμία της Κυβέρνησης και του Λαού της πΓΔΜ για είσοδο στο ΝΑΤΟ και ένταξη στην Ε.Ε., για τήρηση των προϋποθέσεων και όρων που έθεσε το ΝΑΤΟ στην απόφαση του Βουκουρεστίου.
Η Ελληνική κυβέρνηση δεν αξιοποίησε τον πρώτο όρο, δεν εκμεταλλεύτηκε τον τρίτο όρο της απόφασης της ΝΑΤΟ και δεν εφάρμοσε πιστά τον όρο του ονοματολογικού, προσβάλλοντας έτσι τα αγνά πατριωτικά αισθήματα των πολιτών και τα μακροπρόθεσμα Εθνικά συμφέροντα και δεν σταμάτησε εκεί.
Προχώρησε, και ως μη ώφειλε, και χωρίς να το ζητήσει κανένας -Ευρωπαίος, σύμμαχος ή εχθρός- διαστρεβλώνοντας κάθε λογική και ενώ δέχθηκε για τη χώρα το σύνθετο όνομα «Βόρεια Μακεδονία», τους κατοίκους ονόμασε Μακεδόνες και τη γλώσσα Μακεδονική. Πρωτοτυπώντας παγκοσμίως και δίνοντας ιθαγένεια που δεν είναι παράγωγο της κρατικής ονομασίας. Και έτσι ενώ ο πολίτης της Βορείου Κορέας στο διαβατήριο του η Ιθαγένεια αναφέρεται ως Νοτιοκορεάτης και όχι ως Κορεάτης, ο πολίτης της ΝοτιοΑφρικανικής Ένωσης ως Νοτιοαφρικανός και όχι ως Αφρικανός και ο πολίτης των Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής, είναι πολίτης των Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής και όχι Αμερικανός, Ο ΠΟΛΙΤΗΣ ΤΗΣ ΒΟΡΕΙΑΣ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑΣ θα ονομάζεται χάρις στην μεγαλοψυχία της Ελληνικής Κυβέρνησης όχι ΒΟΡΕΙΟΜΑΚΕΔΟΝΑΣ ΑΛΛΑ ΜΑΚΕΔΟΝΑΣ…
Η Ελληνική Κυβέρνηση έδειξε ανεξήγητη υποχωρητικότητα και στο θέμα της γλώσσας, όπου και εδώ, ενώ η κυβέρνηση των Σκοπίων «αναγνωρίζει» στο Άρθρο 7, παρ. 4 της Συμφωνίας ότι η γλώσσα τους «…ανήκει στην ομάδα των Νότιων Σλαβικών γλωσσών.»(!!), αποδέχεται με δουλικότητα την επίσημη θέση τους ότι είναι η Μακεδονική και δεν αξίωσε να είναι, όπως και αυτοί δέχονται, μία σλαβική γλώσσα με τον απαραίτητο κρατικό προσδιορισμό π.χ. Σλαβομακεδονική, Σλαβο βορειομακεδονική, Βορειομακεδονοσλαβική κλπ., δική τους η επιλογή.
Σε κάθε περίπτωση, το ερώτημα είναι απλό και διατυπωμένο από την ιστορία: Δέχονται οι κυβερνώντες σήμερα την χώρα ότι οι αλυτρωτισμοί, οι εδαφικές διεκδικήσεις, ο Μακεδονισμός είχαν ως κύρια οχήματα την Μακεδονική ταυτότητα, τη Μακεδονική γλώσσα και την παραποίηση της ιστορίας των Μακεδόνων που ήταν Έλληνες; Μόνον αν απαντούν θετικά σε αυτά τα ερωτήματα, ο κ. Τσίπρας και η κομματική του συντροφιά είναι με τη σωστή πλευρά της Ιστορίας. Αλλιώς, απλώς δεν διάβασαν Ιστορία ή καλλίτερα δεν την αφουγκράστηκαν.
Απαντήσεις στα ερωτήματα αυτά μπορούν να δοθούν εύκολα και βάσιμα αν πράγματι είναι απλώς πατριώτης και χωρίς να προσφύγει κανείς στις ΣΥΡΙΖΑΪΚΕΣ κλισέ «ιστορικές» εκφράσεις και πρακτική των «αργυρώνητων», των «ξεπουλημένων», των «γερμανοτσολιάδων» ή στα υπονοούμενα των συμμάχων τους, των ΑΝΕΛ, για τα 50 εκατομμύρια ευρώ του Σόρος..
Οι απαντήσεις με βάση την ιστορία είναι απλές και δεδομένες. Ο πυρήνας που κυβερνάει τον τόπο αυτό είναι Διεθνιστές, όλοι τους παιδιόθεν κομμουνιστές, πολλοί, κακότροποι και κακομαθημένοι και γι’ αυτό εκδιωγμένοι από το ΚΚΕ, με πολλούς από αυτούς να παραδέχονται, όταν τους εξυπηρετεί, ότι είναι «εξάλλου» κομμουνιστές όπως, για παράδειγμα, ο κ. Κατρούγκαλος προκειμένου να τραβήξει το ΚΚΕ στην ψήφιση του νόμου του. Ζητώντας τότε το ΚΚΕ, από τον κ. Κατρούγκαλο, να μην το προσβάλλει. Αποτελούν κομμουνιστικές παρίες που θέλουν να ζουν, να αναπνέουν και να απολαμβάνουν τα ωφελήματα του καπιταλισμού αλλά να είναι ταυτόχρονα και επαναστάτες όμως με το αζημίωτο. Χωρίς να είναι υποχρεωμένοι να τηρούν τους νόμους και να απαιτούν - όταν τους παραβαίνουν- να μην τιμωρούνται, δικαιολογούμενοι ότι παραβαίνουν το νόμο, καταστρέφουν περιουσίες ή δολοφονούν ανθρώπους γιατί με τον τρόπο αυτό θέλουν να αλλάξουν τον κόσμο… Και όταν κυβερνούν, να λένε προβεβλημένα στελέχη τους, όταν φίλα προσκείμενες «συλλογικότητες» σπάζουν π.χ. προθήκες καταστημάτων, επιχειρήσεων ή καταστρέφουν γραφεία Συμβολαιογράφων, Δικηγόρων κ.ά., ότι είναι τρικάκια και φεϊγ-βολάν… Εθίζοντας, έτσι, την κοινωνία ότι αυτές δεν είναι καταστροφές της περιουσίας Ελλήνων πολιτών αλλά ακίνδυνα τρικάκια ή, στην πιο «επαναστατική» μορφή, ότι είναι οι τιμωροί εκείνων που εκμεταλλεύονται τον Λαό… όπως ήταν η υπόθεση των νεκρών της Marfin/Λαϊκής Τράπεζας με τους τρεις καμένους υπαλλήλους, για τους οποίους δεν βρέθηκαν ακόμη οι πραγματικοί ένοχοι…
Αντώνης Ι. Ζαρκανέλας
π. Γενικός Διευθυντής Ανάπτυξης
της Νομαρχίας Θεσσαλονίκης.