Με αφορμή το ρεπορτάζ της "ΑΛΗΘΕΙΑΣ" : "Σπίτια της Κατερίνης μιας άλλης εποχής (Α΄Μέρος)", μας στάλθηκε ένα όμορφο διήγημα με τίτλο "Επίσκεψη στα παλαιά" της Ευγενίας Κορτσάρη.
➤ Περνούσε κάθε μέρα από το σημείο εκείνο η Κατερίνα. Η επάνω οδός Κρέσνας με τα τελευταία 2-3 παλαιά σπίτια της πόλης αποτελούσε μία παρένθεση στο μονότονο τοπίο με τις οικοδομές, τα αυτοκίνητα, τη βουή, τα σκουπίδια....
Το ενδιαφέρον της κέντρισε το μεγάλο σπίτι στην αριστερή γωνία του δρόμου, με τη Σαρανταπόρου, που έχει τον περίβολο μισοχτισμένο-μισοκαγκελωτό, επιτρέποντας να το χαζεύεις γύρω – γύρω, να θαυμάζεις τα λουλούδια και το αγιόκλιμα που ξετρύπωνε σα να μην το χωράει άλλο ο τόπος !
Ένα σπίτι μιας άλλης εποχής που σίγουρα το πρόσεξαν πολλοί περαστικοί ως τώρα αλλά και γείτονες, αναπωλώντας τα παιδικά τους χρόνια κάποιοι. Υπερυψωμένο με ημιυπόγειο χώρο για αποθήκες, εργαλεία, ποδήλατα...
Ήταν εκείνη την ημέρα, μεσημέρι Μαΐου που γύριζε η Κατερίνα στο σπίτι της όταν αποφάσισε να κάνει μία στάση, ένα ακόμη βήμα στην «εξερεύνηση» της παλαιάς μονοκατοικίας.
Η μυρωδιά σπιτικού φαγητού προσέλκυσε τη μύτη της και αυτή παρακίνησε την περιέργειά της να προχωρήσει στο βάθος της αυλής.
Δεξιά και αριστερά από τον τσιμεντένιο διάδρομο, πέρα από το αγιόκλιμα που δέσποζε στο χώρο, υπήρχαν καλοδιατηρημένες τριανταφυλλιές κόκκινες, λευκές και μωβ.
Ο κήπος φαινόταν σχετικά περιποιημένος και η Κατερίνα ανυπομονούσε να δει τι θα συναντούσε παρακάτω.
Ένα εγκαταλελειμμένο αναπηρικό καροτσάκι, σκονισμένο, την περίμενε κάτω από μια καρυδιά.
Αριστερά, μία πόρτα μισάνοιχτη μαρτυρούσε την ύπαρξη κουζίνας απ΄όπου ερχόταν η μυρωδιά μαγειρεμένου φαγητού κατσαρόλας. Στο ελαφρύ χτύπημα δεν απάντησε κανείς και η Κατερίνα προχώρησε μέσα κάνοντας ένα βήμα.
«Καλημέρα!», είπε δυνατά και τότε πρόβαλε από το βάθος μία υπερήλικη μικροκαμωμένη γυναίκα ντυμένη στα σκούρα που έσερνε το βήμα της. Φάνηκε να την άκουσε και σκούπισε τα χέρια στην ποδιά που φορούσε και προστάτεψε τα μάτια της από τον ήλιο βγαίνοντας.
«Καλημέρα κόρη μου», απάντησε η γριούλα. «Τι ευχάριστη έκπληξη », συνέχισε.
«Ωραίο το σπίτι σας !» αναφώνησε η Κατερίνα. «Πρώτη φορά έρχομαι και να με συγχωρείτε που εισέβαλα έτσι», είπε.
«Καλό είναι, μα μεγάλο ! Πού να το έβλεπες στις δόξες του ! Τι να το κάνω τώρα, κλεισμένη μόνη στους τέσσερις τοίχους και μόνο το βράδυ περιμένω την επίσκεψη του γιου μου που έρχεται από τη δουλειά. Ας είναι καλά το παιδί. Κοιμάται στο πάνω δωμάτιο. Εμένα τα πόδια μου δε με κρατούν και περιορίστηκα εδώ. Να σου ψήσω καφέ ;»
«΄Οχι, ευχαριστώ ! Να μη σας κουράζω. Είναι και μεσημέρι. Αλλά υπόσχομαι να ξαναπεράσω και να μου πείτε για την ιστορία του σπιτιού»
«Πόσο γεμάτη είναι η πόλη και πόσο μόνοι κάποιοι άνθρωποι....σε μικρή σχετικά απόσταση, δίπλα στο κέντρο», σκέφτηκε φεύγοντας η Κατερίνα.
Και να φανταστείς ότι ο καθένας μπορεί να βρεθεί σ΄αυτή τη θέση της κας Βασιλικής, χάνοντας κάθε στήριγμα για τη ζωή και περνώντας στο περιθώριο της ανωνυμίας.. ..... ξεχασμένοι στα παλαιά ...!
Ευγενία Κορτσάρη
Κατερίνη 31/3/2016
Ας το διαβάσουμε, αξίζει...
➤ Περνούσε κάθε μέρα από το σημείο εκείνο η Κατερίνα. Η επάνω οδός Κρέσνας με τα τελευταία 2-3 παλαιά σπίτια της πόλης αποτελούσε μία παρένθεση στο μονότονο τοπίο με τις οικοδομές, τα αυτοκίνητα, τη βουή, τα σκουπίδια....
Το ενδιαφέρον της κέντρισε το μεγάλο σπίτι στην αριστερή γωνία του δρόμου, με τη Σαρανταπόρου, που έχει τον περίβολο μισοχτισμένο-μισοκαγκελωτό, επιτρέποντας να το χαζεύεις γύρω – γύρω, να θαυμάζεις τα λουλούδια και το αγιόκλιμα που ξετρύπωνε σα να μην το χωράει άλλο ο τόπος !
Ένα σπίτι μιας άλλης εποχής που σίγουρα το πρόσεξαν πολλοί περαστικοί ως τώρα αλλά και γείτονες, αναπωλώντας τα παιδικά τους χρόνια κάποιοι. Υπερυψωμένο με ημιυπόγειο χώρο για αποθήκες, εργαλεία, ποδήλατα...
Ήταν εκείνη την ημέρα, μεσημέρι Μαΐου που γύριζε η Κατερίνα στο σπίτι της όταν αποφάσισε να κάνει μία στάση, ένα ακόμη βήμα στην «εξερεύνηση» της παλαιάς μονοκατοικίας.
Η μυρωδιά σπιτικού φαγητού προσέλκυσε τη μύτη της και αυτή παρακίνησε την περιέργειά της να προχωρήσει στο βάθος της αυλής.
Δεξιά και αριστερά από τον τσιμεντένιο διάδρομο, πέρα από το αγιόκλιμα που δέσποζε στο χώρο, υπήρχαν καλοδιατηρημένες τριανταφυλλιές κόκκινες, λευκές και μωβ.
Ο κήπος φαινόταν σχετικά περιποιημένος και η Κατερίνα ανυπομονούσε να δει τι θα συναντούσε παρακάτω.
Ένα εγκαταλελειμμένο αναπηρικό καροτσάκι, σκονισμένο, την περίμενε κάτω από μια καρυδιά.
Αριστερά, μία πόρτα μισάνοιχτη μαρτυρούσε την ύπαρξη κουζίνας απ΄όπου ερχόταν η μυρωδιά μαγειρεμένου φαγητού κατσαρόλας. Στο ελαφρύ χτύπημα δεν απάντησε κανείς και η Κατερίνα προχώρησε μέσα κάνοντας ένα βήμα.
«Καλημέρα!», είπε δυνατά και τότε πρόβαλε από το βάθος μία υπερήλικη μικροκαμωμένη γυναίκα ντυμένη στα σκούρα που έσερνε το βήμα της. Φάνηκε να την άκουσε και σκούπισε τα χέρια στην ποδιά που φορούσε και προστάτεψε τα μάτια της από τον ήλιο βγαίνοντας.
«Καλημέρα κόρη μου», απάντησε η γριούλα. «Τι ευχάριστη έκπληξη », συνέχισε.
«Ωραίο το σπίτι σας !» αναφώνησε η Κατερίνα. «Πρώτη φορά έρχομαι και να με συγχωρείτε που εισέβαλα έτσι», είπε.
«Καλό είναι, μα μεγάλο ! Πού να το έβλεπες στις δόξες του ! Τι να το κάνω τώρα, κλεισμένη μόνη στους τέσσερις τοίχους και μόνο το βράδυ περιμένω την επίσκεψη του γιου μου που έρχεται από τη δουλειά. Ας είναι καλά το παιδί. Κοιμάται στο πάνω δωμάτιο. Εμένα τα πόδια μου δε με κρατούν και περιορίστηκα εδώ. Να σου ψήσω καφέ ;»
«΄Οχι, ευχαριστώ ! Να μη σας κουράζω. Είναι και μεσημέρι. Αλλά υπόσχομαι να ξαναπεράσω και να μου πείτε για την ιστορία του σπιτιού»
«Πόσο γεμάτη είναι η πόλη και πόσο μόνοι κάποιοι άνθρωποι....σε μικρή σχετικά απόσταση, δίπλα στο κέντρο», σκέφτηκε φεύγοντας η Κατερίνα.
Και να φανταστείς ότι ο καθένας μπορεί να βρεθεί σ΄αυτή τη θέση της κας Βασιλικής, χάνοντας κάθε στήριγμα για τη ζωή και περνώντας στο περιθώριο της ανωνυμίας.. ..... ξεχασμένοι στα παλαιά ...!
Ευγενία Κορτσάρη
Κατερίνη 31/3/2016