Παιδιά ηλικίας 10-15 ετών, αλλά και σε ηλικίες λίγο μικρότερες ή μεγαλύτερες, που άρχισαν σιγά σιγά να βρίσκουν τα πατήματα τους στον αθλητισμό, είτε πρόκειται για στίβο, ποδόσφαιρο, μπάσκετ, βόλεϊ, χάντμπολ, κολύμβηση κ.α. αθλήματα, είναι αυτά που επηρεάζονται περισσότερο από τα νέα περιοριστικά μέτρα της κυβέρνησης.
Κανείς δεν ξέρει αν αυτά τα παιδιά θα μπορέσουν όταν και αν αρθούν τα περιοριστικά μέτρα να επιστρέψουν στον αθλητισμό στο επίπεδο που είχαν φτάσει με κόπους και στερήσεις.
Και κανείς δεν ξέρει αν μετά την καραντίνα θα συνεχίσουν να αθλούνται.
Όλο αυτό το διάστημα από την πρώτη καραντίνα, οι προπονήσεις επικεντρώνονταν κυρίως σε φυσική κατάσταση, τεχνική κατάρτιση και σχεδόν καθόλου αγώνες. Οποιοδήποτε πλάνο για προγραμματισμό προπονήσεων πλέον πάει στράφι.
Όλα διαλύονται και η αβεβαιότητα συνθλίβει τα υγιέστερα κομμάτια του αθλητισμού μας, αυτά των παιδικών ηλικιών.
Με τα περιοριστικά μέτρα, στην ουσία η κυβέρνηση «κλειδώνει» τα παιδιά μας μέσα στα σπίτια, μέσα σε τέσσερις τοίχους και τα οδηγεί σε μία ζωή με το τηλεκοντρόλ στο χέρι είτε πρόκειται για τηλεόραση είτε για ηλεκτρονικά παιχνίδια (playstacion κ.α.). Από εκεί που τα παιδιά μας έπαιζαν και έτρεχαν ελεύθερα στα γήπεδα, τώρα είναι περιορισμένα και καρφωμένα στις τηλεοράσεις, τα κινητά τηλέφωνα και τα βιντεοπαιχνίδια.
Προτάσσει η κυβέρνηση με υπερηφάνεια τις τηλεργασίες, την εκπαίδευση από τους υπολογιστές, τις κάμερες κ.α., αλλά η αλήθεια είναι ότι τίποτα δεν μπορεί να αντικαταστήσει την πραγματική ζωή.
Και η πραγματική ζωή δεν βρίσκεται στους υπολογιστές, αλλά στους χώρους άθλησης, στις κοινωνικές επαφές, στους δρόμους και στα πάρκα. Εκεί όπου θα πρέπει να βρίσκονται τα παιδιά μας!