«Η θητεία μου στην ελληνική γλώσσα υπήρξε η σπουδαιότερη πνευματική μου άσκηση. Στη γλώσσα αυτή υπάρχει η πληρέστερη αντιστοιχία, μεταξύ λέξεων και εννοιολογικού περιεχομένου».
Βέρνερ Χάισεμπεργκ, Γερμανός φιλόσοφος, για την αρχαία ελληνική γλώσσα
Και είναι η γλυκάκουστη γλώσσα μας το έτερο ριζιμιό λιθάρι, μαζί με την αμώμητο πίστη μας, πάνω στο οποίο στηρίζεται το Γένος μας. «Ει θεοί διαλέγονται τη των Ελλήνων γλώττη χρώνται» θα πει ο Κικέρων για το ομορφότερο κατόρθωμα των προγόνων μας, την εύκρατη γλώσσα μας.
Αυτήν την ελληνοσώτειρα γλώσσα περιφρονούμε πρωτίστως στα σχολεία μας, που αντί να είναι θεματοφύλακας των τιμαλφών αξιών της πατρίδας μας, κατάντησε θερμοκήπιο αγραμματοσύνης. Αντί να αξιοποιούμε τα αδαπάνητα κοιτάσματα της πνευματικής αρματωσιάς, που κρύβει το υπέδαφος της γλωσσικής μας παράδοσης, εμείς «μουρμουρίζουμε σπασμένες σκέψεις από ξένες γλώσσες» καταπώς έλεγε ο Σεφέρης.
Αν ζούσε σήμερα ο εν σαρκί ο άγιος Κοσμάς, ήρεμα και ασυζήτητα, χωρίς να χαρίζεται σε κανέναν ούτε να χρονοτριβεί, θα έκλεινε τα υπάρχοντα σχολεία. Θα άνοιγε άλλα. Σχολεία, που δεν θα υποσιτίζουν πνευματικά τα παιδιά μας, αλλά θα αρδεύονται σαν νέοι βλαστοί από την αείρροο τροφό του μέλλοντός μας, την παράδοση των αγίων μας και των ηρώων μας, οι οποίοι έζησαν μέσα στο χώρο και την χάρη της Εκκλησίας μας, γι’ αυτό αγράμματοι όντες, πολλούς σοφίζουσι.
Αυτήν την γλώσσα των προγόνων μας, που φώτισε την οικουμένη, φροντίζω να διδάσκω στους μαθητές μου κατά παράβασιν των άνωθεν εντολών, γιατί ντρέπομαι να ντροπιαστώ ως δάσκαλος που τίποτε άλλο δεν του απόμεινε παρά Πίστη και Φιλοπατρία.
Και τα αποτελέσματα είναι εξαιρετικά, οι μικροί μαθητές με κατάνυξη, θα έλεγα, και με καμάρι «τριγυρίζουν όπως η μέλισσα γύρω από ένα άγριο λουλούδι» (Βρεττάκος), την πάντερπνη γλώσσα μας και χαίρονται τους χυμούς και τα αρώματά της.
Τους εξηγείς ότι εργάστηκαν «μακριές σειρές προγόνων, που δούλεψαν την φωνή, την τεμάχισαν σε κρίκους, την έκαμαν νοήματα, την σφυρηλάτησαν όπως το χρυσάφι οι μεταλλουργοί κι έγινε Όμηροι, Αισχύλοι, Ευαγγέλια κι άλλα κοσμήματα», κατά τον θαυμάσιο Νικ. Βρεττάκο, και ότι αυτοί έχουν το μοναδικό παγκοσμίως προνόμιο να μπορούν να την διαβάζουν στο πρωτότυπο και να την – κατά το δυνατόν – κατανοούν. Και καμαρώνουν και αισθάνονται «εθνικά υπερήφανοι», για να χρησιμοποιήσω μία φράση που απεχθάνεται ο νεοταξικός συρφετός.
Τα κείμενα που χρησιμοποιώ είναι κυρίως μύθοι του Αισώπου και Ευαγγελικές Περικοπές, προγραμμένα σήμερα από το υπουργείο πρώην Εθνικής Παιδείας.
Πώς γίνεται το μάθημα; Φωτοτυπώ και μοιράζω ένα κείμενο. Για παράδειγμα: «Κοχλίαι: Γεωργού παις κοχλίας ώπτει. Ακούσας δε αυτών τριζόντων έφη: ω, κάκιστα ζώα, των οικιών υμών εμπιπραμένων αυτοί άδετε; Ο λόγος δηλοί ότι παν το παρά καιρόν δρώμενον επονείδιστον».
Αφού γίνει, μία καλά, ορθή και αργή ανάγνωση από τον δάσκαλο, ζητώ από κάποιους μαθητές να προσπαθήσουν να το διαβάσουν μεγαλοφώνως. (Τους προτρέπω να πράξουν το ίδιο στο σπίτι τους ως άσκηση ορθοφωνίας, ευκρινούς προφοράς και άρθρωσης).
Στην συνέχεια τους ζητώ να υπογραμμίσουν ποιες λέξεις αναγνωρίζουν. Σε κάθε κείμενο αγγίζουμε σχεδόν το 90% των λέξεων, απαντώντας σ’ αυτούς που θεωρούν την αρχαία ελληνική νεκρή γλώσσα. Στο παραπάνω κείμενο υπογράμμισαν, κατά μέσο όρο, τις λέξεις: γεωργού, παις, ακούσας, αυτών, κάκιστα, τριζόντων, ζώα, οικιών, λόγος, παρά, καιρόν. (Αν ήμασταν στην Κρήτη θα αναγνώριζαν και τους κοχλιούς, τα σαλιγκάρια).
Στην συνέχεια βοηθώντας διακριτικά τα παιδιά, τους παρωθώ να μεταφράσουμε, όλοι μαζί, το κείμενο για να καρπωθούν αυτά την χαρά της αποκάλυψης του κειμένου. «Σαλιγκάρια: Το παιδί ενός γεωργού έψηνε σαλιγκάρια κι ακούγοντάς τα να τρίζουν, είπε: Ε, κάκιστα ζώα, τα σπίτια σας καίγονται και εσείς τραγουδάτε. Ο μύθος σημαίνει ότι είναι αξιοκατάκριτο καθετί που γίνεται παράκαιρα». (Νιώθω χαρά βλέποντας την ικανοποίηση και την έκπληξη των παιδιών κατά την μετάφραση. Ανοίγεται ένα παράθυρο και ατενίζουν το ένδοξο παρελθόν, «τις αμμουδιές του Ομήρου»).
Στην συνέχεια έπεται το ωραιότερο: η ετυμολογία, σκαλίζουμε τις γενέθλιες λέξεις της ελληνίδας γλώσσας, το φως του πολιτισμού μας φεγγοβολά στην αίθουσα. (Και η αίθουσα, από το ρήμα «αίθω» παράγεται, που σημαίνει καίω, φωτίζω. Εξ ου και αίθριος και αιθίοψ, από τα αίθω+όψη).
Το γεωργός από γη+έργον και καταλήγουμε στην γεωργία, στον Γεώργιο, στην γεωγραφία, στην γεωμετρία, στο γεωτρύπανο (λέξεις που βρήκαν τα παιδιά). Παραγωγή λόγου και εκμάθηση του πρώτου συνθετικού «γέω», το οποίο σημαίνει γη, πράγμα που πριν αγνοούσαν.
Το ίδιο με την λέξη «παις», απ’ όπου το παιδί, το παιχνίδι, παιδεία, παιδίατρος, παιδαγωγός.
Τους λες ότι κανείς σήμερα δεν λέει «πάω στην οικία μου», όμως λέμε οικογένεια, οικοδέσποινα, οικοδομή, οικονομία.
(Δράτεσσαι της ευκαιρίας και εξηγείς ότι η οικονομία παράγεται από το οίκος+νέμω, που σημαίνει μοιράζω, αλλά και διοικώ και καταλήγουμε στον νόμο και ότι σήμερα καταστράφηκε η οικο-νομία μας, γιατί δεν διοικεί ο νόμος, αλλά οι άνομοι και παράνομοι, που νέμονται το δημόσιο ταμείο).
Τους εξηγείς ότι το «εμπιπραμένων» παράγεται από το «πίμπρημι» και φτάνουμε στον εμπρησμό.
Τους λες ότι «άδω» σημαίνει ψάλλω και τραγουδώ και ανοίγεται μπροστά μας ένα απέραντο φύλλωμα λέξεων: κωμωδία, ωδείο, μελωδία, τραγωδία (βάζεις και την λέξη «τράγος» και... αμηχανούν) και αηδόνι και αυδή, που σημαίνει φωνή, η οποία διασώζεται στο επίθετο άναυδος και στο απηύδησα.
Ένα γλωσσικό πανηγύρι μες στην αίθουσα, μαθήματα πατριδογνωσίας ουσιαστικά, που εντυπώνονται ανεξίτηλα στην μνήμη των παιδιών, γιατί γοητεύονται από την ετυμολογία, όπως και οι γονείς τους, και κυρίως καμαρώνουν που είναι Έλληνες. Η εθνική υπερηφάνεια, και ας λυσσούν οι εθνομηδενιστές, ανεβάζει τον λαό στις αετοράχες της Πίνδου, σπέρνει με κόκαλα ιερά τα σιταροχώραφα του Κιλκίς, κρατά σφιχτά το γιαταγάνι του Νικηταρά και το σπαθί του Βουλγαροκτόνου ή γεμίζει τις Θερμοπύλες με την ιαχή «μολών λαβέ».
Επαναλαμβάνω, το ξεκλείδωμα για την προσέγγιση, την εμβάθυνση και εν τέλει την αγάπη του παιδιού για την γλώσσα των «γοναίγων του» (Μακρυγιάννης) είναι η ετυμολογία, το ταξίδι στα κεφαλόβρυσα, στις φλέβες της ηλιόλουστης λαλιάς μας. Αποκρυπτογραφείται ο κόσμος των λέξεων μέσω της ετυμολογικής ανάλυσης. Θέλουμε δεν θέλουμε η αρχαία γλώσσα είναι τροφός της νεοελληνικής και προϋπόθεση για την εις βάθος οικείωσή της.
(Αν είχαμε σοβαρό υπουργείο και υπουργό Παιδείας, θα γραφόταν ένα ετυμολογικό, θα το έλεγα, ανθολόγιο για να διδαχτούν οι μαθητές τι θησαυρός ατίμητος είναι η γλώσσα τους).
Και ενώ αυτά συμβαίνουν στα καθ’ ημάς, οι ξένοι τιμούν και εκτιμούν τα αρχαία, συνιστούν γι’ αυτούς ακένωτη δανειοληπτική πηγή. Διάβασα κάτι εντυπωσιακό. Όλοι μας έχουμε ακούσει για το βλήμα «exocet». Είναι πύραυλος επιφανείας-επιφανείας του Πολεμικού μας Ναυτικού. Οι Γάλλοι κατασκευαστές του έψαξαν για ονοματοδοσία στην ελληνική γλώσσα. Ανακάλυψαν ότι υπάρχει ένα ψάρι που ονομάζεται «εξώκοιτος», το οποίο πετά πάνω από την επιφάνεια της θάλασσας, όπως και το βλήμα. Το ψάρι αυτό εμείς το ξέρουμε ως χελιδονόψαρο.
Το αμερικανικό σύστημα «Aegis» της αντιαεροπορικής προστασίας έχει πάρει την ονομασία του από την αιγίδα. Η αιγίς ήταν όπλο, ασπίδα του Διός, φτιαγμένη από δέρμα αιγός (=κατσίκας). Από την αιγίδα παράγεται η καταιγίδα και η γίδα, λέμε ακόμη υπό την αιγίδα, δηλαδή προστασία. Θυμίζω και το πυραυλικό σύστημα «Patriot» από την ποινικοποιημένη σήμερα λέξη πατριώτης, ή το άρμα μάχη «Leopard», δηλαδή λεοπάρδαλη, ο παρδαλός λέων και πολλά άλλα. Αυτά… έξω.
Εδώ, οι ημέτεροι Γραικύλοι, ονομάζουν πληροφοριακά συστήματα του υπουργείου Παιδείας «myschool», δηλαδή το σχολείο μου. Τι να πει κανείς;
* Νατσιός Δημήτρης
δάσκαλος-Κιλκίς