Μέσα στα πλαίσια αυτά, τα εργασιακά περιβάλλοντα καθίστανται όλο και πιο ανασφαλή, μια ανασφάλεια που επιτείνεται διαρκώς από την απόλυτη αβεβαιότητα στο ζήτημα του συνταξιοδοτικού.
Αν και το ασφαλιστικό σύστημα αλλάζει ραγδαία, οι αλλαγές αυτές δείχνουν να εγκλωβίζουν τους Έλληνες και τις Ελληνίδες εργαζόμενους και εργαζόμενες, σε έναν κλοιό δεσμευτικό και επιβαρυντικό για τους ίδιους αλλά και τις επερχόμενες γενιές.
Το αυξημένο προσδόκιμο ζωής, η ανεργία, οι μη επαρκείς διορισμοί, η υπογεννητικότητα, είναι μερικοί μόνο από τους παράγοντες που συνθέτουν το ζοφερό σκηνικό ενός γερασμένου εργατικού δυναμικού που μοιάζει εγκλωβισμένο σε μία “νυν και αεί” εργασιακή δίνη.
Οι οποιεσδήποτε ρυθμίσεις στον ασφαλιστικό και συνταξιοδοτικό τομέα, οφείλουν -εκτός των άλλων- να αναδεικνύουν το ανθρωπιστικό πρόσωπο του κράτους δικαίου.
Σήμερα στη χώρα μας αναγνωρίζεται δικαίως ως συντάξιμη, η περίοδος κύησης στις γυναίκες. Αντίθετα, στους άνδρες η περίοδος της στρατιωτικής θητείας είναι μη αναγνωρίσιμη και δίνεται η ευκαιρία σε συγκεκριμένες κατηγορίες πολιτών να την εξαγοράσουν, γεγονός που θεωρείται κατά γενική ομολογία ασύμφορο.
Π.χ. Αν κάποιος έχει συντάξιμες αποδοχές 1.200 ευρώ και εξαγοράσει 2 έτη στρατού, θα δαπανήσει 5.760 ευρώ. Αν συνταξιοδοτείται με 20 έτη ασφάλισης (πλέον 2 του στρατού) θα λάβει σύνταξη 597 ευρώ. Αν δεν εξαγόραζε τον στρατό, η σύνταξή του θα ήταν 574 ευρώ. Εξάλλου, από την 01/01/2020, έχει αυξηθεί η εξαγορά πλασματικών ετών για συνταξιοδότηση στους δημοσίους υπαλλήλους, ενώ το κόστος διαμορφώνεται στο 20% του τελευταίου μισθού, όπως ισχύει για όλους τους μισθωτούς.
Δεδομένου ότι, ο χρόνος στρατιωτικής υπηρεσίας είναι ο μόνος πλασματικός χρόνος που μπορεί να ληφθεί υπόψη και να συνυπολογισθεί σε οποιαδήποτε κατηγορία συνταξιοδότησης ανδρών και δεδομένης της υποχρεωτικής φύσης της στράτευσης στην Ελλάδα, είναι δίκαιη και επιτακτική η αναγνώριση της στρατιωτικής θητείας ως συντάξιμου χρόνου πραγματικής κι όχι πλασματικής ασφάλισης. Σε μία μακρά περίοδο κατά την οποία οι πολίτες έχουν κάνει θυσίες, υπομονή και υπέρβαση, η Πολιτεία οφείλει να ανταποδώσει τα αυτονόητα σε όσους προσέφεραν και να δημιουργήσει ευνοϊκότερες προϋποθέσεις σε όσους είναι διατεθειμένοι να προσφέρουν στο λαό και στο μέλλον της.
Από την Εκτελεστική Γραμματεία του Νομαρχιακού Τμήματος της Α.Δ.Ε.Δ.Υ. Πιερίας
Ο Πρόεδρος Η Γενική Γραμματέας
Θεόδωρος Σιαμάγκας Μαρία Αρβανίτη