Να θεωρείτε τους εαυτούς σας μακάριους που είστε Ορθόδοξοι. Γιατί πολυτιμότερο πράγμα από την Ορθοδοξία δεν υπάρχει στον κόσμο».
Φώτης Κόντογλου
Δεν ξυπνάει ο Έλληνας, δεν λυτρώνεται από τον λήθαργο, αν δεν του θυμίσεις και του δείξεις ποιες είναι οι ρίζες του, από πού κρατάει η φύτρα του και αν δεν του δώσεις να γευτεί από τους αθάνατους καρπούς του μοναδικού στον κόσμο γενεαλογικού του δέντρου. Ρίζα αυτού του δέντρου είναι η ζωντανη μας πίστη, η Εκκλησία, την οποία οι ποικιλώνυμοι πολιτικάντηδες, πάσης μορφής και χρώματος, την βλέπουν σαν εμπόδιο στον αμοραλισμό τους, στην ηδονοθηρία και στον "προοδευτισμό" τους, επηρεάζοντας συστηματικώς προς τούτο και την παιδεία, τους άπλαστους νέους. ("Αν δώσεις μια οδοντογλυφίδα σε έναν Νεοέλληνα, να καθαρίσει τα δόντια του, τότε θα ανακαλύψει ψίχουλα από τα πρόσφορα που έφαγε και μεγάλωσε κάποτε η οικογένειά του", έλεγε παλιός θυμόσοφος επίσκοπος).
Και κυρίως τις ρίζες οφείλει να τις προβάλλει το σχολείο, αυτή είναι η σημαντικότερη αποστολή του. Υγιής ρίζα σημαίνει υγιείς κλάδοι. Όταν όμως η παιδεία μετατρέπεται σε ένα είδος πιστωτικής κάρτας, καλλιέργεια της άμεσης απόκτησης αυτού του συνήθως ευτελούς, που ποθούμε, φτάνει κάποτε και η ώρα της πληρωμής, η οποία συνοδεύεται από δάκρυα μεταμέλειας για την αφροσύνη μας. Για συμμορίες νέων που οργανώνονται σε σχολικές αυλές ακούμε και διαβάζουμε, η οπαδική βία, όπως την ονομάζουν, παίρνει διαστάσεις απρόβλεπτες. Πού είναι το λάθος άραγε; Τις πταίει; Απάντηση στον περιορισμένο χώρο ενός άρθρου δεν μπορεί να δοθεί. Θα θίξω μόνο μια παράμετρο του προβλήματος, μιας και είμαστε στην Μεγάλη εβδομάδα των Παθών του Χριστού μας.
Να πω κάτι εκ πείρας. Διδάσκοντας τους μαθητές μου, την περίοδο προ των διακοπών, κείμενα που αναφέρονται στο Πάσχα, παρατήρησα την ευεργετική τους επίδραση στα παιδιά. Τα τραγούδια του Θεού και τα λογοτεχνικά καλούδια της καθ΄ανατολής συγκινούν, αρέσουν, γαληνεύουν.
"Απ' 'ο,τι κάλλη έχει ο άνθρωπος
τα λόγια έχουν την χάρη
να κάμουσι κάθε καρδιά
παρηγοριά να πάρει", διαβάζουμε στον Ερωτόκριτο. Ποια λόγια όμως και ποια γράμματα παρηγορούν;
Και πάλι προσφυγή στην εξαίσιο ποιητικό λόγο, που ξεδιαλύνει τις σκέψεις και ευφραίνει με την σαφήνειά του.
" Πρωί πρωί χαράματα
έκοψα από τον ήλιο γράμματα
στην γλώσσα που διαβάζουνε
οι αγράμματοι κι αγιάζουνε", ο Ελύτης.
Τα, χαροποιού πένθους, εγκώμια του Επιταφίου, Σολωμός και Παλαμάς με τα μύρα της πένας τους, "Σήμερα Γιώργη μ' Πασχαλιά, Γιωργάκη ...", η άφθαστη δημοτική ποίηση, ο Παπαδιαμάντης με τους αρχαίους του Ρωμιούς της Σκιάθου, που μοσχοβολούν σαν το τα πασχαλιάτικα Τίμιο Ξύλο, των παλιών αναγνωστικών, γεμάτο το πατρογονικό κελάρι καλούδια, τα οποία δεν αρωματίζουν σήμερα τις σχολικές αίθουσες, δεν φτάνουν στις πεινασμένες για καθάρια, καλοσυνάτη τροφή ψυχές των παιδιών. Παιδιά που δεν σκέφτονται με λέξεις, αλλά μόνο με εικόνες, κινούμενα σχέδια και διαδικτυακές λασπωμένες εντυπώσεις. Και όταν δεν έχεις λέξεις, μοιραία, καταφεύγεις σε επιλογές και πράξεις βίας, που θα μπορούσαν να αποφευχθούν μόνο με τον λόγο. "Πάρε τη λέξη μου, δώσε μου το χέρι σου", θα πει ο Εμπειρίκος. Και τι περνά από χέρι σε χέρι; Μα η ανθρωπιά...
Σε τούτη όμως την χώρα, έχουμε μάθει και οι δάσκαλοι να υπηρετούμε το υπουργείο Παιδείας και όχι την εθνική παιδεία, μια κρατική εκπαίδευση ύπουλα αντορθόδοξη, ακαρποφόρητη. Να υπενθυμίσω τι γράφουν στο Ανθολόγιο της Γ' και Δ'; (Σελ. 79). Σε κείμενο με τίτλο «Τότε που πήγαμε βόλτα τον Επιτάφιο». Και στον επίλογο του προαναφερθέντος κειμένου: «... Όταν φτάσαμε στην Εκκλησία οι ψάλτες σήκωσαν τον Επιτάφιο ψηλά πάνω από την πόρτα κι όλοι εμείς περάσαμε από κάτω. Να, όπως το περνά περνά η μέλισσα». ».
Κατ' αρχάς έχουμε περιφορά και όχι βόλτα του Επιταφίου. Βόλτες κάνουμε με τα ποδήλατα. Βόλτες κάνουμε στις διακοπές. Και τι σχέση έχει το κατά τα άλλα αθώο παιδικό παιχνιδάκι "περνά, περνά η μέλισσα", με την κατανυκτικότατη στιγμή της περιφοράς του Επιταφίου; Είναι η ύπουλη προσέγγιση, όπως προείπα, να αντιμετωπίζεται στα σχολικά βιβλία, η Εκκλησία, ως μια κοινωνική εκδήλωση, ως κρουαζιερόπολοιο αναψυχής και όχι ως κιβωτός σωτηρίας. Ας μην απορούμε που έλειψε στα σακάτικα χρόνια μας το σέβας για τον ατίμητο θησαυρό μας. Και αυτά υπάρχουν εδώ και 16 χρόνια στα βιβλία, πράγματα πιο επικίνδυνα από μνημόνια και λοιπές υποτέλειες. Δεν απαλλάσσεται η οικογένεια από τις ευθύνες για το αγρίεμα των παιδιών, όμως και το σχολείο, αντί να ράβει, πολλές φορές ξηλώνει ό,τι απέμεινε όρθιο.
Όλοι όμως, όσοι αυτοπροσδιοριζόμαστε ως Χριστιανοί, ελεγχόμαστε που δεν αντιδράσαμε δυναμικά για να εξοβελιστούν από τα σχολεία. Είχα διαβάσει κάτι ωραίο . Στον Μυστικό Δείπνο ο Κύριος πρόφερε την φοβερή φράση "εἷς ἐξ ὑμῶν παραδώσει με". Όλοι οι μαθητές "λυπούμενοι σφόδρα ἤρξαντο λέγειν αὐτῷ ἕκαστος αὐτῶν· μήτι ἐγώ εἰμι, Κύριε;". Αισθάνονταν άπαντες ένοχοι ενώπιον του Κυρίου γι' αυτό ρωτούσαν "μήπως εγώ". Εμείς τι έχουμε να αποκριθούμε στο παράπονο του Χριστού;
Δημήτρης Νατσιός
δάσκαλος-Κιλκίς
" Πρωί πρωί χαράματα
έκοψα από τον ήλιο γράμματα
στην γλώσσα που διαβάζουνε
οι αγράμματοι κι αγιάζουνε", ο Ελύτης.
Τα, χαροποιού πένθους, εγκώμια του Επιταφίου, Σολωμός και Παλαμάς με τα μύρα της πένας τους, "Σήμερα Γιώργη μ' Πασχαλιά, Γιωργάκη ...", η άφθαστη δημοτική ποίηση, ο Παπαδιαμάντης με τους αρχαίους του Ρωμιούς της Σκιάθου, που μοσχοβολούν σαν το τα πασχαλιάτικα Τίμιο Ξύλο, των παλιών αναγνωστικών, γεμάτο το πατρογονικό κελάρι καλούδια, τα οποία δεν αρωματίζουν σήμερα τις σχολικές αίθουσες, δεν φτάνουν στις πεινασμένες για καθάρια, καλοσυνάτη τροφή ψυχές των παιδιών. Παιδιά που δεν σκέφτονται με λέξεις, αλλά μόνο με εικόνες, κινούμενα σχέδια και διαδικτυακές λασπωμένες εντυπώσεις. Και όταν δεν έχεις λέξεις, μοιραία, καταφεύγεις σε επιλογές και πράξεις βίας, που θα μπορούσαν να αποφευχθούν μόνο με τον λόγο. "Πάρε τη λέξη μου, δώσε μου το χέρι σου", θα πει ο Εμπειρίκος. Και τι περνά από χέρι σε χέρι; Μα η ανθρωπιά...
Σε τούτη όμως την χώρα, έχουμε μάθει και οι δάσκαλοι να υπηρετούμε το υπουργείο Παιδείας και όχι την εθνική παιδεία, μια κρατική εκπαίδευση ύπουλα αντορθόδοξη, ακαρποφόρητη. Να υπενθυμίσω τι γράφουν στο Ανθολόγιο της Γ' και Δ'; (Σελ. 79). Σε κείμενο με τίτλο «Τότε που πήγαμε βόλτα τον Επιτάφιο». Και στον επίλογο του προαναφερθέντος κειμένου: «... Όταν φτάσαμε στην Εκκλησία οι ψάλτες σήκωσαν τον Επιτάφιο ψηλά πάνω από την πόρτα κι όλοι εμείς περάσαμε από κάτω. Να, όπως το περνά περνά η μέλισσα». ».
Κατ' αρχάς έχουμε περιφορά και όχι βόλτα του Επιταφίου. Βόλτες κάνουμε με τα ποδήλατα. Βόλτες κάνουμε στις διακοπές. Και τι σχέση έχει το κατά τα άλλα αθώο παιδικό παιχνιδάκι "περνά, περνά η μέλισσα", με την κατανυκτικότατη στιγμή της περιφοράς του Επιταφίου; Είναι η ύπουλη προσέγγιση, όπως προείπα, να αντιμετωπίζεται στα σχολικά βιβλία, η Εκκλησία, ως μια κοινωνική εκδήλωση, ως κρουαζιερόπολοιο αναψυχής και όχι ως κιβωτός σωτηρίας. Ας μην απορούμε που έλειψε στα σακάτικα χρόνια μας το σέβας για τον ατίμητο θησαυρό μας. Και αυτά υπάρχουν εδώ και 16 χρόνια στα βιβλία, πράγματα πιο επικίνδυνα από μνημόνια και λοιπές υποτέλειες. Δεν απαλλάσσεται η οικογένεια από τις ευθύνες για το αγρίεμα των παιδιών, όμως και το σχολείο, αντί να ράβει, πολλές φορές ξηλώνει ό,τι απέμεινε όρθιο.
Όλοι όμως, όσοι αυτοπροσδιοριζόμαστε ως Χριστιανοί, ελεγχόμαστε που δεν αντιδράσαμε δυναμικά για να εξοβελιστούν από τα σχολεία. Είχα διαβάσει κάτι ωραίο . Στον Μυστικό Δείπνο ο Κύριος πρόφερε την φοβερή φράση "εἷς ἐξ ὑμῶν παραδώσει με". Όλοι οι μαθητές "λυπούμενοι σφόδρα ἤρξαντο λέγειν αὐτῷ ἕκαστος αὐτῶν· μήτι ἐγώ εἰμι, Κύριε;". Αισθάνονταν άπαντες ένοχοι ενώπιον του Κυρίου γι' αυτό ρωτούσαν "μήπως εγώ". Εμείς τι έχουμε να αποκριθούμε στο παράπονο του Χριστού;
Δημήτρης Νατσιός
δάσκαλος-Κιλκίς