Το όχημα ξεκίνησε πρωί-πρωί από την Λαμία. Οι επιγραφές στις πλαϊνές του πλευρές δήλωναν εμφατικά και την επαγγελματική του αρμοδιότητα.
*Το δέμα της μάνας
Μεταφορές για φοιτητές και όχι μόνο*
Ο οδηγός, ο κυρ Θόδωρος, ένας καλοσυνάτος κύριος, παραλάμβανε τα δέματα των μανάδων και τα τακτοποιούσε επιμελώς στο μικρό βανάκι του. Η σύζυγος του κρατούσε την κατάσταση με τις παραγγελίες και ανάλογα με την διεύθυνση του πελάτη κατεύθυνε και την πορεία του οχήματος. Έμοιαζε ένα πολύ ταιριαστό ζευγάρι με αρμονική συνεργασία κι αγάπη.
Εμένα με παρέλαβαν από τον σταθμό υπεραστικών λεωφορείων και θα με παρέδιδαν σε κάποιον Σταμάτη. Η μητέρα του, που μένει μόνιμα στο Καρπενήσι, αποβραδίς επιμελήθηκε με μεράκι, με στοργή και απέραντη αγάπη ένα σάκο γεμάτο με σπιτικές νοστιμιές. Τον πακετάρισε και τον έστειλε με το λεωφορείο στη Λαμία για να τον παραλάβει από το πρακτορείο ο κυρ Θόδωρος. Άκουσα πως ο γιος της ήταν γιατρός σε ένα μεγάλο νοσοκομείο της Θεσσαλονίκης. Του είχε μεγάλη αδυναμία και καθώς ήταν και εργένης φρόντιζε να του στέλνει συχνά τα σπιτικά φαγητά της για να τρώει υγιεινά και νόστιμα.
«Κλείνω εικοσαετία τώρα σε αυτή τη δουλειά. Τα προηγούμενα χρόνια οι περισσότερες παραγγελίες προορίζονταν για φοιτητές και φοιτήτριες. Τώρα, στην εποχή της πανδημίας, στους παραλήπτες των δεμάτων προστέθηκε και το ιατρικό και νοσηλευτικό προσωπικό της Αθήνας και της Θεσσαλονίκης. Αισθάνομαι ως ένας ιεραπόστολος. Σαν ταχυδρόμος και μεταφορέας όλων των αισθημάτων που μια μάνα τα βγάζει από τα σωθικά της και τα αποθηκεύει στα φαγητά που στέλνει στα παιδιά της»
«Αχ…, αυτή η μάνα στην Ελλάδα. Όμοια της δεν θα βρεις πουθενά. Μακάρι να της μοιάσουν, να κληρονομήσουν κάτι καλό, να την μιμηθούν και να την τιμήσουν οι γενιές που ακολουθούν. Ασκείς σπουδαία δουλειά κι εσύ Θόδωρε. Να είσαι γερός για να μεταφέρεις στον προορισμό τους όλα τα δέματα»
«Η συνέπεια και η ταχύτητα στις παραδόσεις των δεμάτων μας έχουν καταξιώσει στη συνείδηση των πελατών μας. Πέρα από τις υλικές απολαβές, η ηθική ικανοποίηση για τις υπηρεσίες που προσφέρουμε μας δίνει δύναμη σε κάθε δρομολόγιο».
Αυτές τις κουβέντες συγκράτησα στο διάλογο του κυρ Θόδωρου με έναν υπάλληλο στα διόδια της Λάρισας. Στα λόγια του γινόταν αναφορά και αποτυπωνόταν όλα τα χαρακτηριστικά που αντιπροσωπεύει η γνήσια και αυθεντική Ελληνίδα μάνα.
Περάσαμε από πολλά, όμορφα χωριά και πόλεις της Φθιώτιδας, της Μαγνησίας, της Καρδίτσας, των Τρικάλων, της Λάρισας και της Πιερίας. Μέσα από κάθε σπίτι ξεπρόβαλλε και μια μάνα που με φροντίδα ετοίμασε το δέμα με το φαγητό και με περίσσεια λαχτάρα αδημονούσε να φτάσει στο παιδί της.
Προσεγγίζαμε πλέον τη Θεσσαλονίκη. Η οσμή του κεφτέ, του παστίτσιου και του κοκκινιστού ήταν από τις επικρατέστερες μέσα στο όχημα. Μέσα σε ένα μικρό φορτηγάκι στεγάζονταν ότι λαχταριστό εκπροσωπεί η ελληνική κουζίνα και η μαγειρική έμπνευση της νοικοκυράς, της μάνας, της μητέρας, της μαμάς. Νόμιζες ότι βρισκόσουν σε ένα κινητό εστιατόριο, σε ένα ονειρικό ντελίβερι παραδοσιακών γεύσεων.
Πρώτη μας στάση το νοσοκομείο Παπαγεωργίου. Οι γιατροί και οι νοσοκόμες ανέμεναν καρτερικά στην πύλη για την παραλαβή των δεμάτων τους. Δεν ήταν η πρώτη φορά που συνέβαινε αυτό καθώς και η οικειότητα τους με τον διανομέα ήταν εμφανής.
Εγώ θα κατέβαινα στο ΑΧΕΠΑ. Εκεί ήταν το τέρμα του πολύωρου ταξιδιού μου. Στο σημείο αυτό θα παραλάμβαναν και οι φοιτητές τα δικά τους πακέτα καθώς το νοσοκομείο βρίσκονταν μέσα στο χώρο του πανεπιστημίου.
«Κυρ Θόδωρε, ο Σταμάτης κόλλησε τον ιό. Εδώ και τρεις μέρες νοσηλεύεται στην κλινική. Καταπονήθηκε υπέρμετρα τους τελευταίους μήνες. Φανερά καταβεβλημένος ο οργανισμός του δεν πρόλαβε να αντισταθεί στην επιθετικότητα του ιού. Θα παραλάβω εγώ το δέμα του.
»Εδώ στο νοσοκομείο οι γιατροί και οι νοσοκόμες δίνουν έναν πολύ σκληρό αγώνα απέναντι στον ιό. Εργάζονται πέραν του ωραρίου τους και ζητούν καθημερινά ενίσχυση σε προσωπικό χωρίς καμιά ανταπόκριση από τους υπεύθυνους. Κάνουν το αδύνατο δυνατό με όπλο την επιστημονική τους κατάρτιση εξαντλώντας παράλληλα κάθε σπιθαμή του φιλότιμου. Σώζουν ζωές και λυπούνται περισσότερο από τον καθένα για τους ασθενείς που καταλήγουν»
«Περαστικά στο παλικάρι. Οι γονείς του δεν μου ανέφεραν κάτι. Πιθανόν να μην τους ειδοποίησε για να μην ανησυχήσουν. Μακάρι να αναρρώσει γρήγορα, να επανέλθει στο λειτούργημα του και να απολαύσει τα εδέσματα που του ετοίμασε η αγαπημένη του μητέρα».
Ο διάλογος ανάμεσα στον Γιώργο, τον φίλο του Σταμάτη και τον κυρ Θόδωρο ήταν φορτισμένος από αγωνία και ειλικρινή ενδιαφέρον για την υγεία του γιατρού.
Εγώ είμαι μια σπιτική σπανακόπιτα που ταξίδεψα από το Καρπενήσι μέχρι τη Θεσσαλονίκη. Προοριζόμουν για την κοιλιά του Σταμάτη, του πνευμονολόγου. Η μητέρα του με περιποιήθηκε με τρυφερότητα, με στοργή, ακολουθώντας την αυθεντική παραδοσιακή συνταγή.
Εκτός από σπανάκι έχω στην ζύμη μου και ψιλοκομμένο κρεμμυδάκι, άνηθο, δυόσμο, φέτα, ελαιόλαδο, απλωμένα όλα σε λεπτά χειροποίητα φύλλα. Για να ανοίξει τα φύλλα, με τον κλασικό παραδοσιακό τρόπο, χρησιμοποίησε ένα λεπτό πλάστη βάζοντας όλη της την τέχνη και μαεστρία. Αλλά κι ο κόθρος μου μοιάζει σαν ένα κέντημα. Είναι μια τραγανή δαντελένια πλεξούδα που περικλείει όλη μου την ζύμη. Ψήθηκα σε κλασική ξυλόσομπα, μέσα σε στρόγγυλο ταψί. Παραμένω ακόμη, όσο μου το επιτρέπουν οι συνθήκες, ροδοκοκκινισμένη, τραγανή κι αφράτη, κομμένη σε ομοιόμορφα τετράγωνα κομμάτια.
Τώρα βρίσκομαι στο ιατρείο του Σταμάτη, τοποθετημένη στο ράφι του ψυγείου προκειμένου να μην αλλοιωθώ. Μαζί με τα σαρμαδάκια και τους κεφτέδες, στεναχωρημένοι όλοι για την δυσάρεστη εξέλιξη, λαχταρούμε την ταχεία ανάρρωση του γιατρού. Δύο μέρες τώρα αναμένουμε κάποια ευχάριστα νέα για την υγεία του. Απευχόμαστε φυσικά το σενάριο να καταλήξουμε στην κατάψυξη. Προσευχόμαστε να μας καταβροχθίσει σύντομα, απολαμβάνοντας την νοστιμιά που με μεράκι επιμελήθηκε η λατρευτή του μητέρα.
Εύχομαι το ταξίδι μου να έχει αίσιο τέλος. Το ίδιο ευελπιστώ για τους συνταξιδιώτες μου, για τα ταπεράκια που ταξιδεύουν, για το δέμα της κάθε μάνας.»
Γιάννης Τσαπουρνιώτης
Ο οδηγός, ο κυρ Θόδωρος, ένας καλοσυνάτος κύριος, παραλάμβανε τα δέματα των μανάδων και τα τακτοποιούσε επιμελώς στο μικρό βανάκι του. Η σύζυγος του κρατούσε την κατάσταση με τις παραγγελίες και ανάλογα με την διεύθυνση του πελάτη κατεύθυνε και την πορεία του οχήματος. Έμοιαζε ένα πολύ ταιριαστό ζευγάρι με αρμονική συνεργασία κι αγάπη.
Εμένα με παρέλαβαν από τον σταθμό υπεραστικών λεωφορείων και θα με παρέδιδαν σε κάποιον Σταμάτη. Η μητέρα του, που μένει μόνιμα στο Καρπενήσι, αποβραδίς επιμελήθηκε με μεράκι, με στοργή και απέραντη αγάπη ένα σάκο γεμάτο με σπιτικές νοστιμιές. Τον πακετάρισε και τον έστειλε με το λεωφορείο στη Λαμία για να τον παραλάβει από το πρακτορείο ο κυρ Θόδωρος. Άκουσα πως ο γιος της ήταν γιατρός σε ένα μεγάλο νοσοκομείο της Θεσσαλονίκης. Του είχε μεγάλη αδυναμία και καθώς ήταν και εργένης φρόντιζε να του στέλνει συχνά τα σπιτικά φαγητά της για να τρώει υγιεινά και νόστιμα.
«Κλείνω εικοσαετία τώρα σε αυτή τη δουλειά. Τα προηγούμενα χρόνια οι περισσότερες παραγγελίες προορίζονταν για φοιτητές και φοιτήτριες. Τώρα, στην εποχή της πανδημίας, στους παραλήπτες των δεμάτων προστέθηκε και το ιατρικό και νοσηλευτικό προσωπικό της Αθήνας και της Θεσσαλονίκης. Αισθάνομαι ως ένας ιεραπόστολος. Σαν ταχυδρόμος και μεταφορέας όλων των αισθημάτων που μια μάνα τα βγάζει από τα σωθικά της και τα αποθηκεύει στα φαγητά που στέλνει στα παιδιά της»
«Αχ…, αυτή η μάνα στην Ελλάδα. Όμοια της δεν θα βρεις πουθενά. Μακάρι να της μοιάσουν, να κληρονομήσουν κάτι καλό, να την μιμηθούν και να την τιμήσουν οι γενιές που ακολουθούν. Ασκείς σπουδαία δουλειά κι εσύ Θόδωρε. Να είσαι γερός για να μεταφέρεις στον προορισμό τους όλα τα δέματα»
«Η συνέπεια και η ταχύτητα στις παραδόσεις των δεμάτων μας έχουν καταξιώσει στη συνείδηση των πελατών μας. Πέρα από τις υλικές απολαβές, η ηθική ικανοποίηση για τις υπηρεσίες που προσφέρουμε μας δίνει δύναμη σε κάθε δρομολόγιο».
Αυτές τις κουβέντες συγκράτησα στο διάλογο του κυρ Θόδωρου με έναν υπάλληλο στα διόδια της Λάρισας. Στα λόγια του γινόταν αναφορά και αποτυπωνόταν όλα τα χαρακτηριστικά που αντιπροσωπεύει η γνήσια και αυθεντική Ελληνίδα μάνα.
Περάσαμε από πολλά, όμορφα χωριά και πόλεις της Φθιώτιδας, της Μαγνησίας, της Καρδίτσας, των Τρικάλων, της Λάρισας και της Πιερίας. Μέσα από κάθε σπίτι ξεπρόβαλλε και μια μάνα που με φροντίδα ετοίμασε το δέμα με το φαγητό και με περίσσεια λαχτάρα αδημονούσε να φτάσει στο παιδί της.
Προσεγγίζαμε πλέον τη Θεσσαλονίκη. Η οσμή του κεφτέ, του παστίτσιου και του κοκκινιστού ήταν από τις επικρατέστερες μέσα στο όχημα. Μέσα σε ένα μικρό φορτηγάκι στεγάζονταν ότι λαχταριστό εκπροσωπεί η ελληνική κουζίνα και η μαγειρική έμπνευση της νοικοκυράς, της μάνας, της μητέρας, της μαμάς. Νόμιζες ότι βρισκόσουν σε ένα κινητό εστιατόριο, σε ένα ονειρικό ντελίβερι παραδοσιακών γεύσεων.
Πρώτη μας στάση το νοσοκομείο Παπαγεωργίου. Οι γιατροί και οι νοσοκόμες ανέμεναν καρτερικά στην πύλη για την παραλαβή των δεμάτων τους. Δεν ήταν η πρώτη φορά που συνέβαινε αυτό καθώς και η οικειότητα τους με τον διανομέα ήταν εμφανής.
Εγώ θα κατέβαινα στο ΑΧΕΠΑ. Εκεί ήταν το τέρμα του πολύωρου ταξιδιού μου. Στο σημείο αυτό θα παραλάμβαναν και οι φοιτητές τα δικά τους πακέτα καθώς το νοσοκομείο βρίσκονταν μέσα στο χώρο του πανεπιστημίου.
«Κυρ Θόδωρε, ο Σταμάτης κόλλησε τον ιό. Εδώ και τρεις μέρες νοσηλεύεται στην κλινική. Καταπονήθηκε υπέρμετρα τους τελευταίους μήνες. Φανερά καταβεβλημένος ο οργανισμός του δεν πρόλαβε να αντισταθεί στην επιθετικότητα του ιού. Θα παραλάβω εγώ το δέμα του.
»Εδώ στο νοσοκομείο οι γιατροί και οι νοσοκόμες δίνουν έναν πολύ σκληρό αγώνα απέναντι στον ιό. Εργάζονται πέραν του ωραρίου τους και ζητούν καθημερινά ενίσχυση σε προσωπικό χωρίς καμιά ανταπόκριση από τους υπεύθυνους. Κάνουν το αδύνατο δυνατό με όπλο την επιστημονική τους κατάρτιση εξαντλώντας παράλληλα κάθε σπιθαμή του φιλότιμου. Σώζουν ζωές και λυπούνται περισσότερο από τον καθένα για τους ασθενείς που καταλήγουν»
«Περαστικά στο παλικάρι. Οι γονείς του δεν μου ανέφεραν κάτι. Πιθανόν να μην τους ειδοποίησε για να μην ανησυχήσουν. Μακάρι να αναρρώσει γρήγορα, να επανέλθει στο λειτούργημα του και να απολαύσει τα εδέσματα που του ετοίμασε η αγαπημένη του μητέρα».
Ο διάλογος ανάμεσα στον Γιώργο, τον φίλο του Σταμάτη και τον κυρ Θόδωρο ήταν φορτισμένος από αγωνία και ειλικρινή ενδιαφέρον για την υγεία του γιατρού.
Εγώ είμαι μια σπιτική σπανακόπιτα που ταξίδεψα από το Καρπενήσι μέχρι τη Θεσσαλονίκη. Προοριζόμουν για την κοιλιά του Σταμάτη, του πνευμονολόγου. Η μητέρα του με περιποιήθηκε με τρυφερότητα, με στοργή, ακολουθώντας την αυθεντική παραδοσιακή συνταγή.
Εκτός από σπανάκι έχω στην ζύμη μου και ψιλοκομμένο κρεμμυδάκι, άνηθο, δυόσμο, φέτα, ελαιόλαδο, απλωμένα όλα σε λεπτά χειροποίητα φύλλα. Για να ανοίξει τα φύλλα, με τον κλασικό παραδοσιακό τρόπο, χρησιμοποίησε ένα λεπτό πλάστη βάζοντας όλη της την τέχνη και μαεστρία. Αλλά κι ο κόθρος μου μοιάζει σαν ένα κέντημα. Είναι μια τραγανή δαντελένια πλεξούδα που περικλείει όλη μου την ζύμη. Ψήθηκα σε κλασική ξυλόσομπα, μέσα σε στρόγγυλο ταψί. Παραμένω ακόμη, όσο μου το επιτρέπουν οι συνθήκες, ροδοκοκκινισμένη, τραγανή κι αφράτη, κομμένη σε ομοιόμορφα τετράγωνα κομμάτια.
Τώρα βρίσκομαι στο ιατρείο του Σταμάτη, τοποθετημένη στο ράφι του ψυγείου προκειμένου να μην αλλοιωθώ. Μαζί με τα σαρμαδάκια και τους κεφτέδες, στεναχωρημένοι όλοι για την δυσάρεστη εξέλιξη, λαχταρούμε την ταχεία ανάρρωση του γιατρού. Δύο μέρες τώρα αναμένουμε κάποια ευχάριστα νέα για την υγεία του. Απευχόμαστε φυσικά το σενάριο να καταλήξουμε στην κατάψυξη. Προσευχόμαστε να μας καταβροχθίσει σύντομα, απολαμβάνοντας την νοστιμιά που με μεράκι επιμελήθηκε η λατρευτή του μητέρα.
Εύχομαι το ταξίδι μου να έχει αίσιο τέλος. Το ίδιο ευελπιστώ για τους συνταξιδιώτες μου, για τα ταπεράκια που ταξιδεύουν, για το δέμα της κάθε μάνας.»
Γιάννης Τσαπουρνιώτης