Μάζεψα κι απόψε αδιακρίτως, κάρτες χίλιες, φέιγ-βολάν.
Και στυλό και αναπτήρες και φωτό, όλοι γελάν.
Το βράδυ σα γυρίζω σπίτι, στις τσέπες πανικός,
μετά τη καταμέτρηση, ολόκληρος στρατός.
Έχω και περιέργεια μαζί κι υπομονή.
Δε θέλω να διέρχομαι ¨αβρόχοις τοις ποσί¨.
Ολα τα βάζω κάτω, σειρά προσεκτική,
πρέπει να αρχίσω τώρα, δουλειά σχολαστική.
Ομορφες και αχτένιστες, πώς βρέθηκαν μαζί ;
Γίγαντες και ισόγειοι, χέρι μαζί-μαζί ;
Πλούσιοι και απένταροι, ισότητα στη γη.
Αδίστακτη η Κυριακή, ψυχρή, οριστική.
Ξεχνώ τα πάντα, μόνωση και λήθη, νέα αρχή.
Αρχίζω έργο ιερό, σωστή επιλογή.
Λίγες οι ευκαιρίες μου, ρυθμίζω τη ζωή,
θα αργήσει να ξανάρθει μια τέτοια Κυριακή.
Όλα μπροστά μου πάλι, στοιχεία στη σειρά.
Το έργο μου σπουδαίο, το κάνω με χαρά.
Ειλικρινά θα κρίνω, προσόντα καθενός.
Δε θα σταθώ σ΄ όσα μου είπε, ο μεγάλος αδελφός.
Θα δω το κάθε όνομα με δέος και σοφία.
Συνείδηση και πνεύμα, δε θα τολμήσω αδικία.
Δεν είναι η περίσταση για αντάλλαγμα και χάρες.
Η μέρα είναι σοβαρή, ημέρες γι΄ άλλα, είναι άλλες.
Δειλά-δειλά και με φειδώ, αρχίζω τη δουλειά.
Πετώ τον αρχικλέφταρο, τον είδαν και παιδιά.
Βγάζω τον αρχιψεύταρο, περίγελως ξανά.
Έξω και ο αδίστακτος, δε νιώθει από σειρά.
Πάλι μου έμειναν πολλοί, τέσσερις θέλω μόνο.
Εσφιξαν τα μηνίγγια μου, η σκέψη σοβαρή.
Θα βγάλω τη γειτόνισσα που πλάνεψε δυο άντρες.
Θα βγάλω και τον γείτονα που νυχτοπερπατεί.
Τον ακαμάτη βγάζω, δε κάνει προκοπή.
Βγάζω και τον τσιγγούνη, δε δίνει τσακιστή.
Θα βγάλω τον Κουμπάρο που μόνος του γελά.
Θα βγάλω και την Αδελφή, τα παίρνει στα κρυφά.
Αφού τους βγάζω όλους, με αιτία υπαρκτή,
το άγχος μου τελειώνει, χρυσή επιλογή.
Τερμάτισα με γνώση και περισσή σπουδή
κι αν τέσσερις δεν βρήκα, σωστή επιλογή.
Όμως..., έναν δεν βρίσκω, έναν… ;
Δεν βρήκα έναν σωστό ; ;
Αυτό με βασανίζει.
Μήπως…; και φταίω εγώ ;
Και στυλό και αναπτήρες και φωτό, όλοι γελάν.
Το βράδυ σα γυρίζω σπίτι, στις τσέπες πανικός,
μετά τη καταμέτρηση, ολόκληρος στρατός.
Έχω και περιέργεια μαζί κι υπομονή.
Δε θέλω να διέρχομαι ¨αβρόχοις τοις ποσί¨.
Ολα τα βάζω κάτω, σειρά προσεκτική,
πρέπει να αρχίσω τώρα, δουλειά σχολαστική.
Ομορφες και αχτένιστες, πώς βρέθηκαν μαζί ;
Γίγαντες και ισόγειοι, χέρι μαζί-μαζί ;
Πλούσιοι και απένταροι, ισότητα στη γη.
Αδίστακτη η Κυριακή, ψυχρή, οριστική.
Ξεχνώ τα πάντα, μόνωση και λήθη, νέα αρχή.
Αρχίζω έργο ιερό, σωστή επιλογή.
Λίγες οι ευκαιρίες μου, ρυθμίζω τη ζωή,
θα αργήσει να ξανάρθει μια τέτοια Κυριακή.
Όλα μπροστά μου πάλι, στοιχεία στη σειρά.
Το έργο μου σπουδαίο, το κάνω με χαρά.
Ειλικρινά θα κρίνω, προσόντα καθενός.
Δε θα σταθώ σ΄ όσα μου είπε, ο μεγάλος αδελφός.
Θα δω το κάθε όνομα με δέος και σοφία.
Συνείδηση και πνεύμα, δε θα τολμήσω αδικία.
Δεν είναι η περίσταση για αντάλλαγμα και χάρες.
Η μέρα είναι σοβαρή, ημέρες γι΄ άλλα, είναι άλλες.
Δειλά-δειλά και με φειδώ, αρχίζω τη δουλειά.
Πετώ τον αρχικλέφταρο, τον είδαν και παιδιά.
Βγάζω τον αρχιψεύταρο, περίγελως ξανά.
Έξω και ο αδίστακτος, δε νιώθει από σειρά.
Πάλι μου έμειναν πολλοί, τέσσερις θέλω μόνο.
Εσφιξαν τα μηνίγγια μου, η σκέψη σοβαρή.
Θα βγάλω τη γειτόνισσα που πλάνεψε δυο άντρες.
Θα βγάλω και τον γείτονα που νυχτοπερπατεί.
Τον ακαμάτη βγάζω, δε κάνει προκοπή.
Βγάζω και τον τσιγγούνη, δε δίνει τσακιστή.
Θα βγάλω τον Κουμπάρο που μόνος του γελά.
Θα βγάλω και την Αδελφή, τα παίρνει στα κρυφά.
Αφού τους βγάζω όλους, με αιτία υπαρκτή,
το άγχος μου τελειώνει, χρυσή επιλογή.
Τερμάτισα με γνώση και περισσή σπουδή
κι αν τέσσερις δεν βρήκα, σωστή επιλογή.
Όμως..., έναν δεν βρίσκω, έναν… ;
Δεν βρήκα έναν σωστό ; ;
Αυτό με βασανίζει.
Μήπως…; και φταίω εγώ ;