«Πέντε μισή, χαράματα, βροχή και υγρασία,
Εγώ και οι εφιάλτες μου, με πιάνει απελπισία.
Από μακριά ακούγεται, σειρήνα ασθενοφόρου,
Ξεχύνεται στην άσφαλτο, μιας άδειας λεωφόρου.
Πέντε μισή, χαράματα, τα φώτα τρεμοπαίζουν,
Τα όνειρα τελειώνουνε και πάντα μας εμπαίζουν.
Ακούω βήματα γοργά, βήματα απελπισμένα,
Στα πεζοδρόμια περπατούν, αποδεκατισμένα.
Πέντε μισή, ξημέρωμα, η πόλη ζωντανεύει,
Άλλη μια μέρα δύσκολη, για μας, παραμονεύει.
Τα πάντα ξεπουλήσαμε, να βγάλουμε τον χρόνο,
Πίσω μου βλέπω το κενό και νοιώθω να βουρκώνω.
Πέντε μισή, χαράματα, βροχή και υγρασία,
Όλη η ζωή μας τελικά, μία δοκιμασία.»
ΝΙΚΟΣ ΧΑΛΕΠΛΗΣ
Εγώ και οι εφιάλτες μου, με πιάνει απελπισία.
Από μακριά ακούγεται, σειρήνα ασθενοφόρου,
Ξεχύνεται στην άσφαλτο, μιας άδειας λεωφόρου.
Πέντε μισή, χαράματα, τα φώτα τρεμοπαίζουν,
Τα όνειρα τελειώνουνε και πάντα μας εμπαίζουν.
Ακούω βήματα γοργά, βήματα απελπισμένα,
Στα πεζοδρόμια περπατούν, αποδεκατισμένα.
Πέντε μισή, ξημέρωμα, η πόλη ζωντανεύει,
Άλλη μια μέρα δύσκολη, για μας, παραμονεύει.
Τα πάντα ξεπουλήσαμε, να βγάλουμε τον χρόνο,
Πίσω μου βλέπω το κενό και νοιώθω να βουρκώνω.
Πέντε μισή, χαράματα, βροχή και υγρασία,
Όλη η ζωή μας τελικά, μία δοκιμασία.»
ΝΙΚΟΣ ΧΑΛΕΠΛΗΣ