«Άνθρακας» το πολυαναμενόμενο νομοσχέδιο του υπουργείου Οικονομικών για την ενοικίαση ακινήτων μέσω της οικονομίας του διαμοιρασμού, που κατατέθηκε το βράδυ της Δευτέρας 12 Δεκεμβρίου 2016 στη Βουλή.
Δυστυχώς, η νομοθετική πρωτοβουλία που καθορίζει τους όρους και τη φορολόγηση των εισοδημάτων για τα μη αδειοδοτημένα καταλύματα και σπίτια, που ενοικιάζονται σε τουρίστες, και που με τόση αδημονία περίμενε ο κλάδος των μικρών τουριστικών επιχειρήσεων, ευελπιστώντας να μπουν οι κανόνες για τη ρύθμιση της αγοράς των «γκρίζων» τουριστικών καταλυμάτων και τον περιορισμό του αθέμιτου ανταγωνισμού που προκύπτει από τη λειτουργία τους, όχι μόνο δεν αποτελεί ένα πρώτο βήμα προς αυτή την κατεύθυνση, αλλά ανοίγει «Κερκόπορτα» στη φοροδιαφυγή.
Παράλληλα δε, οδηγεί σε κίνδυνο τη βιωσιμότητα αρκετών χιλιάδων μικρών και πολύ μικρών, νόμιμων επιχειρήσεων ενοικιαζομένων δωματίων.
Οι επικεφαλής του υπουργείου Οικονομικών χωρίς να λάβουν υπόψη τις προτάσεις και τις παρατηρήσεις της Συνομοσπονδίας Επιχειρηματιών Τουριστικών Καταλυμάτων Ελλάδος, ενός κλάδου που πλήττεται άμεσα από τη λειτουργία των εν λόγω καταλυμάτων, προχώρησαν στη σύσταση ενός νομοσχεδίου - «καρικατούρα». Ενός νομοσχεδίου το οποίο δεν προβλέπει το αυτονόητο: Τη θεσμοθέτηση απλοποιημένης άδειας λειτουργίας για τις συγκεκριμένες επιχειρήσεις και φορολόγηση αντίστοιχη με εκείνη που ισχύει για τις επιχειρήσεις ενοικιαζομένων δωματίων.
Αντίθετα, με βάση το νομοσχέδιο, ιδιωτικές κατοικίες θα μπορούν πλέον να «μεταμφιέζονται» σε τουριστικές επιχειρήσεις, με μόνη προϋπόθεση οι ιδιοκτήτες τους ή οι υπεκμισθωτές τους να εγγράφονται στο ειδικό μητρώο, να τηρούν το χρονικό όριο των 60 ή 90 ημερών, ανάλογα με τον πληθυσμό της κάθε περιοχής και να μην υπερβαίνουν σε τζίρο το ποσό των 12.000 ευρώ ετησίως.
Και τα ερωτήματα που τίθενται είναι:
1) ποια νησιά έχουν τουριστική περίοδο μεγαλύτερη των 60 ή 90 ημερών, και
2) πόσες επιχειρήσεις μικρών τουριστικών καταλυμάτων υπερβαίνουν τα 6.000 ευρώ τζίρο ετησίως ανά δωμάτιο;
Με τον παρόντα νόμο το μόνο σίγουρο είναι πως, αφενός θα εκλείψουν οι προς διάθεση ενοικιαζόμενες κατοικίες με τη σημερινή τους μορφή ως μόνιμες κατοικίες, αφετέρου και πιο σημαντικό, από την ανεξέλεγκτη διαμονή τουριστών σε πολυκατοικίες με μόνιμους ιδιοκτήτες, μέσα στον ιστό της πόλης, θα προκύψουν μια σειρά από προβλήματα, όπως αυτό της ηχορύπανσης, αναστατώνοντας τη ζωή και την καθημερινότητα των μόνιμων κατοίκων.
Η Συνομοσπονδία εκφράζει την έντονη δυσαρέσκειά της για το νομοσχέδιο και αιτείται την απόσυρση συνολικά του άρθρου 113.
Προτείνει δε την ένταξη των καταλυμάτων αυτού του είδους στις άδειες λειτουργίας των ενοικιαζομένων δωματίων ή στο άρθρο 46 του Ν 4179/13 για την αδειοδότηση μη κύριων αυτοεξυπηρετούμενων καταλυμάτων.
Σε κάποιες άλλες χώρες, πιθανόν, αυτής της μορφής τα καταλύματα να εξυπηρετούν συγκεκριμένες ανάγκες της ευρύτερης αγοράς της φιλοξενίας, στην Ελλάδα, όμως, τις ανάγκες αυτές καλύπτουν με τον καλύτερο τρόπο τα ενοικιαζόμενα δωμάτια.
Δυστυχώς, η νομοθετική πρωτοβουλία που καθορίζει τους όρους και τη φορολόγηση των εισοδημάτων για τα μη αδειοδοτημένα καταλύματα και σπίτια, που ενοικιάζονται σε τουρίστες, και που με τόση αδημονία περίμενε ο κλάδος των μικρών τουριστικών επιχειρήσεων, ευελπιστώντας να μπουν οι κανόνες για τη ρύθμιση της αγοράς των «γκρίζων» τουριστικών καταλυμάτων και τον περιορισμό του αθέμιτου ανταγωνισμού που προκύπτει από τη λειτουργία τους, όχι μόνο δεν αποτελεί ένα πρώτο βήμα προς αυτή την κατεύθυνση, αλλά ανοίγει «Κερκόπορτα» στη φοροδιαφυγή.
Παράλληλα δε, οδηγεί σε κίνδυνο τη βιωσιμότητα αρκετών χιλιάδων μικρών και πολύ μικρών, νόμιμων επιχειρήσεων ενοικιαζομένων δωματίων.
Οι επικεφαλής του υπουργείου Οικονομικών χωρίς να λάβουν υπόψη τις προτάσεις και τις παρατηρήσεις της Συνομοσπονδίας Επιχειρηματιών Τουριστικών Καταλυμάτων Ελλάδος, ενός κλάδου που πλήττεται άμεσα από τη λειτουργία των εν λόγω καταλυμάτων, προχώρησαν στη σύσταση ενός νομοσχεδίου - «καρικατούρα». Ενός νομοσχεδίου το οποίο δεν προβλέπει το αυτονόητο: Τη θεσμοθέτηση απλοποιημένης άδειας λειτουργίας για τις συγκεκριμένες επιχειρήσεις και φορολόγηση αντίστοιχη με εκείνη που ισχύει για τις επιχειρήσεις ενοικιαζομένων δωματίων.
Αντίθετα, με βάση το νομοσχέδιο, ιδιωτικές κατοικίες θα μπορούν πλέον να «μεταμφιέζονται» σε τουριστικές επιχειρήσεις, με μόνη προϋπόθεση οι ιδιοκτήτες τους ή οι υπεκμισθωτές τους να εγγράφονται στο ειδικό μητρώο, να τηρούν το χρονικό όριο των 60 ή 90 ημερών, ανάλογα με τον πληθυσμό της κάθε περιοχής και να μην υπερβαίνουν σε τζίρο το ποσό των 12.000 ευρώ ετησίως.
Και τα ερωτήματα που τίθενται είναι:
1) ποια νησιά έχουν τουριστική περίοδο μεγαλύτερη των 60 ή 90 ημερών, και
2) πόσες επιχειρήσεις μικρών τουριστικών καταλυμάτων υπερβαίνουν τα 6.000 ευρώ τζίρο ετησίως ανά δωμάτιο;
Με τον παρόντα νόμο το μόνο σίγουρο είναι πως, αφενός θα εκλείψουν οι προς διάθεση ενοικιαζόμενες κατοικίες με τη σημερινή τους μορφή ως μόνιμες κατοικίες, αφετέρου και πιο σημαντικό, από την ανεξέλεγκτη διαμονή τουριστών σε πολυκατοικίες με μόνιμους ιδιοκτήτες, μέσα στον ιστό της πόλης, θα προκύψουν μια σειρά από προβλήματα, όπως αυτό της ηχορύπανσης, αναστατώνοντας τη ζωή και την καθημερινότητα των μόνιμων κατοίκων.
Η Συνομοσπονδία εκφράζει την έντονη δυσαρέσκειά της για το νομοσχέδιο και αιτείται την απόσυρση συνολικά του άρθρου 113.
Προτείνει δε την ένταξη των καταλυμάτων αυτού του είδους στις άδειες λειτουργίας των ενοικιαζομένων δωματίων ή στο άρθρο 46 του Ν 4179/13 για την αδειοδότηση μη κύριων αυτοεξυπηρετούμενων καταλυμάτων.
Σε κάποιες άλλες χώρες, πιθανόν, αυτής της μορφής τα καταλύματα να εξυπηρετούν συγκεκριμένες ανάγκες της ευρύτερης αγοράς της φιλοξενίας, στην Ελλάδα, όμως, τις ανάγκες αυτές καλύπτουν με τον καλύτερο τρόπο τα ενοικιαζόμενα δωμάτια.