Κυριακή 25 Νοεμβρίου 2018

«H ΠΛΑΣΤΟΓΡΑΦΟΣ ΚΑΘΑΡΙΣΤΡΙΑ… »

ΤΟΥ ΔΗΜΗΤΡΙΟΥ ΔΗΜΗΝΑ –ΔΙΚΗΓΟΡΟΥ

Γράφτηκαν και ακούστηκαν πολλά για την εξωφρενική ποινή της κάθειρξης των 10 ετών, που επιβλήθηκε στην 53χρονη καθαρίστρια από το 5μελές Εφετείο Λάρισας, για τα αδικήματα της πλαστογραφίας του και της κατάχρησης Δημόσιου χρήματος.


Πρόκειται για μια ταλαιπωρημένη από τα παιδικά της χρόνια γυναίκα, συζύγου με αναπηρία 67% και μητέρα δύο παιδιών, που για να προσληφθεί ως καθαρίστρια σε παιδικό σταθμό του Βόλου «διόρθωσε» το απολυτήριο από Ε΄ σε ΣΤ΄ Δημοτικού, προσόν που απαιτούσε η Υπηρεσία για να την προσλάβει. Στην πράξη της προέβη πάνω στην απόγνωσή της από την αδήριτη ανάγκη για εργασία προκειμένου να συντηρήσει την πτωχή οικογένεια της. Το πρωτόδικο Δικαστήριο της είχε επιβάλλει την εξοντωτική ποινή της κάθειρξης των 15 ετών και κατόπιν εφέσεως της η ποινή κατέβηκε στα 10 έτη για το αδίκημα της κατάχρησης δημοσίου χρήματος, εν όψει της παραγραφής του αδικήματος της πλαστογραφίας.

Η απόφαση του Εφετείου κρίθηκε από επιφανείς θεράποντες της Θέμιδος [καθηγητές, δικαστές , δικηγόρους και σχετικά συλλογικά όργανα], ως υπέρ αυστηρή, ακραία και καταχρηστική, απάδουσα προς τις βασικές αρχές της επιείκειας και της αναλογικότητας αδικήματος και ποινής, που διέπουν το ελληνορωμαϊκό δίκαιο. Και οι μεν δικαστές αιτιολογούν προφανώς την εξοντωτική εν προκειμένω απόφασή τους με το σκεπτικό της εφαρμογής των διατάξεων του απαρχαιωμένου Νόμου1608/50, ο οποίος θεσπίσθηκε για την πάταξη των μεγάλων καταχραστών του Δημοσίου. Πλην όμως είχαν την δυνατότητα να αρθούν, βάσει των πραγματικών περιστατικών της συγκεκριμένης απόφασης, σε επιεικέστερη κρίση και να προβούν σε απαλλαγή ή έστω να επιβάλλουν μια μικρή ποινή. Ήταν, κατόπιν τούτου, επόμενο να προκαλέσει η πρωτοφανής για τα ποινικά χρονικά σε αυστηρότητα ποινή το κοινό περί δικαίου αίσθημα, καθώς και την καθολική αγανάκτηση των πολιτών για την «εκδικητική», όπως χαρακτηρίστηκε από πολλούς, μεταχείριση της καθαρίστριας από το Δικαστήριο.

Στο πρόσωπο της ατυχούς γυναίκας, ως αποδιοπομπαίου τράγου, εξιλεώθηκαν, κατά κάποιο τρόπο, όλοι οι μεγαλοκαρχαρίες και μεγαλοκαταχραστές του Δημοσίου κορβανά, πολιτικοί και λοιποί κρατικοί αξιωματούχοι που μένουν μέχρι σήμερα ασύλληπτοι και ατιμώρητοι, καλυπτόμενοι πίσω από κομματικά και οικονομικά συμφέροντα. Εδώ έχει εφαρμογή το ρητό του σοφού Σκύθη Ανάχαρση « Ο νόμος είναι σαν τον ιστό της αράχνης. Οι μικρές μύγες πιάνονται, οι μεγάλες τον σχίζουν και φεύγουν». Ουσιαστικά βέβαια καμία οικονομική ζημία δεν επήλθε στο Δημόσιο, αφού η καθαρίστρια αντιπαρείχε για τον μισθό που έπαιρνε τις υπηρεσίες της και μάλιστα με ιδιαίτερη επιμέλεια.

Στο Ρωμαϊκό δίκαιο, που αποτέλεσε την βάση του Βυζαντινού δικαίου υπήρχε η γνωστή ρήτρα «Summum Jus, summainjuria» [ Η υπερβολική δικαιοσύνη είναι υπερβολική αδικία]. Αυτό έχει εφαρμογή στην προκειμένη υπόθεση. Ατυχώς υπάρχει μια στρεβλή ,κατά την άποψη μου, αντίληψη στους περισσότερους δικαστές ότι όσο πιο αυστηροί είναι τόσο πιο αδέκαστοι και σωστοί θεωρούνται. Την πληρώνουν όμως συνήθως οι οικονομικά και κοινωνικά αδύναμοι, καθόσον στερούνται της δυνατότητας να καλύψουν τα ανομήματά τους, όπως συμβαίνει με τους οικονομικά και πολιτικά ισχυρούς όταν διαπράττουν ανάλογα ή και στυγερότερα εγκλήματα.

Ευελπιστούμε ότι το Ανώτατο Δικαστήριο της χώρας που επελήφθη της υπόθεσης ,εφαρμόζοντας το ρητό του νομομαθούς Ουλπιανού «Jus est ars bonus et aejui” [Το δίκαιο είναι η τέχνη της καλοσύνης και της επιείκειας] θα δικαιώσει την αναξιοπαθούσα γυναίκα και θα αποκαταστήσει το διασαλευθέν περί διακαίου κοινό αίσθημα των Ελλήνων.