Άρθρο της Άννας Τζιούμπα, υποψήφιας δημ. συμβούλου:
Η προτεινόμενη ανάπλαση της αγαπημένης όλων των πολιτικών όλων των εποχών ΔΕΘ, που τίθεται σε διαβούλευση μόνον σε όσα αφορούν τους περιβαλλοντικούς όρους, οδηγεί στην οικοπεδοποίηση του μεγαλύτερου φιλέτου της χώρας μας μετά το Ελληνικό.
Οι απεχθείς όροι δόμησης, η καταστροφή σημαντικών αρχιτεκτονικά κτηρίων, τα μεγάλα προβλεπόμενα ύψη στα κτήρια, ο χαρακτηρισμός της χρήσης γης ως γενική χρήση πόλης, οι ελάχιστοι χώροι πρασίνου, αλλάζουν την μορφή της ΔΕΘ που αποτελούσε μέχρι τώρα κομμάτι της σύγχρονης ιστορίας της πόλης, σε ένα θηριώδες όγκο τσιμέντου, σε μία αντιπαροχή που δίνεται στο όνομα ενός επιχειρηματικού τουρισμού, με την οριστική απώλεια της δυνατότητας να αποδοθεί στους κατοίκους αυτής της πόλης μετά από ποιοτικές παρεμβάσεις, και να ενταχθεί στο Μητροπολιτικό Πάρκο όπως είχε εξ αρχής εξαγγελθεί.
Από την στιγμή που κρίθηκε ασύμφορη η μεταφορά του εκθεσιακού χώρου σε άλλο σημείο της πόλης, καθορίστηκε αυτόματα και η χρήση της γης σε επιχειρηματική- εμπορική. αλλά και το ζητούμενο της ανάπλασης που είναι ο εκσυγχρονισμός οδηγώντας σε ένα υπερεμπορικό κέντρο κρατώντας ελάχιστα στοιχεία που να θυμίζουν την προηγούμενη μορφή της. Έτσι οικοπεδοποιούνται όλοι οι χώροι με σκοπό να αποτελέσουν έναν ενιαίο με χαρακτήρα εκθεσιακό συνεδριακό και ξενοδοχειακό, και προτείνονται κτήρια-γραφεία με μέγιστο επιτρεπόμενο ύψος 20 μέτρων, εκθεσιακά με ύψος μέχρι 12 μέτρα ενώ στις ξενοδοχειακές υποδομές, θα φτάνει τα 34 μέτρα.
Στο βαθμό δε που όλα αυτά θα είναι ενοποιημένα αντιλαμβάνεται κανείς πως καθώς θα στέκεται κάποιος μπροστά στην κεντρική νότια είσοδο θα έχει να αντιμετωπίσει έναν όγκο τσιμέντου, που θα παρεμβάλλεται ανάμεσα στους ανοιχτούς πράσινους χώρους του ΑΠΘ, του ΣΣΣ του Αρχαιολογικού και του Βυζαντινού Μουσείου και θα αποκόπτει κάθε δυνατή σύνδεση του φυσικού τοπίου, σε καμιά περίπτωση δεν θα είναι το οραματικό «συνέχεια του φυσικού τοπίου από το δάσος του Σέιχ Σου μέχρι την θάλασσα.
Η αναφορά σε χώρο 50% της έκτασης ως χώρο πρασίνου γίνεται για να διασκεδάσει τις εντυπώσεις , αφού, ακόμη και κάποιος αδαής αντιλαμβάνεται πως σε αυτήν συμπεριλαμβάνονται όλες οι αναγκαίες λειτουργίες μεταφοράς και διέλευσης, και ότι σε αυτό που βλέπει στην πρόταση δεν υπάρχει παρά ελάχιστος, χαρακτηρισμένος ως αδόμητος, στον οποίο πιθανόν να δημιουργηθεί πράσινη νησίδα με τα αναγκαία βέβαια καταστήματα αναψυχής. Δεν είναι δυνατόν βέβαια να ξεχάσουμε τον σχεδιασμό του τελεφερίκ, που προέβλεπε πυλώνες και χώρο επιβίβασης σε αυτόν τον ελεύθερο χώρο.
Το ερώτημα βέβαια για το ότι η ΔΕΘ βρίσκεται πάνω από τους αρχαιολογικούς χώρους του ανατολικού νεκροταφείου της πόλης δεν απαντάται. Ή η αρχαιολογική υπηρεσία δεν έχει ερωτηθεί η ακολουθείται ο κανόνας αν βρεθούν κάπου θα τα βολέψουμε.
Το ερώτημα του πλημμυρικού κινδύνου, δεν απαντάται επίσης. Δεν χρειάζεται κάποιος να είναι ειδικός για να αντιληφθεί πως είναι πού κοντά ο ορεινός όγκος του Σέιχ Σου, και τις κλίσεις του εδάφους, στην ουσία η ΔΕΘ βρίσκεται πάνω σε μια λεκάνη απορροής. Μπορεί οι εξωτερικοί χείμαρροι του Ανατολικού τείχους της πόλης να έχουν υπογειοποιηθεί, με την ένταση που συμβαίνουν όμως σήμερα τα καιρικά φαινόμενα πια αυτό δεν αρκεί .
Το ερώτημα του ενώ έχει κριθεί οικονομικά ασύμφορή η μεταφορά της ΔΕΘ σε άλλη περιοχή, στην ουσία ανοικοδομείται από την αρχή δεν απαντάται επίσης, παρ΄ όλο που με τις νέες υποδομές που έχουν δημιουργηθεί, (Δυτική είσοδος, μετρό) θα υπήρχε και το πλεονέκτημα της οικονομικής ανάπτυξης περιοχών που σήμερα είναι υποβαθμισμένες.
Να ακολουθήσουμε μία μηδενική λύση; Η αλήθεια είναι ότι με τις διαρκείς παρεμβάσεις ο χώρος απαξιώνεται όλο και περισσότερο. Από την στιγμή που δεν φαίνεται στο άμεσο μέλλον να μεταφέρεται η ΔΕΘ θα μπορούσαν να γίνουν ήπιες παρεμβάσεις με την επισκευή των περιπτέρων που ήδη υπάρχουν και να αναδειχθούν αυτά που έχουν αρχιτεκτονική αξία, ώστε να εξυπηρετηθεί η ανάγκη των εκθέσεων, να δημιουργηθούν περισσότερες νησίδες πρασίνου.
Ο εμπνευσμένος σχεδιασμός για την περιοχή υπάρχει. Χρειάζεται όραμα, θάρρος και πολιτική βούληση, αλλά πιο πολύ χρειάζεται αγάπη για τον τόπο και τους κατοίκους, για να αποτραπεί ένα σχέδιο που θα δημιουργήσει τετελεσμένο όσο αφορά τους πολεοδομικούς κανόνες για την περιοχή, και θα αποκλείσει οριστικά την δυνατότητα εφαρμογής του και απόδοσης του στην πόλης για τα επόμενα 100 χρόνια.
Η ΔΕΘ- HELEXPO είναι ένας οργανισμός, το 100% του οποίου κατέχει το δημόσιο, δεν είναι κερδοφόρος. Ως εκ τούτου μπορεί ανά πάσα στιγμή να πουληθεί. Η ΔΕΘ είναι λοιπόν εν δυνάμει μια πολύφερνη νύφη και σαν τέτοια θα πρέπει να έχει μια καλή προίκα;
Η προτεινόμενη ανάπλαση της αγαπημένης όλων των πολιτικών όλων των εποχών ΔΕΘ, που τίθεται σε διαβούλευση μόνον σε όσα αφορούν τους περιβαλλοντικούς όρους, οδηγεί στην οικοπεδοποίηση του μεγαλύτερου φιλέτου της χώρας μας μετά το Ελληνικό.
Οι απεχθείς όροι δόμησης, η καταστροφή σημαντικών αρχιτεκτονικά κτηρίων, τα μεγάλα προβλεπόμενα ύψη στα κτήρια, ο χαρακτηρισμός της χρήσης γης ως γενική χρήση πόλης, οι ελάχιστοι χώροι πρασίνου, αλλάζουν την μορφή της ΔΕΘ που αποτελούσε μέχρι τώρα κομμάτι της σύγχρονης ιστορίας της πόλης, σε ένα θηριώδες όγκο τσιμέντου, σε μία αντιπαροχή που δίνεται στο όνομα ενός επιχειρηματικού τουρισμού, με την οριστική απώλεια της δυνατότητας να αποδοθεί στους κατοίκους αυτής της πόλης μετά από ποιοτικές παρεμβάσεις, και να ενταχθεί στο Μητροπολιτικό Πάρκο όπως είχε εξ αρχής εξαγγελθεί.
Από την στιγμή που κρίθηκε ασύμφορη η μεταφορά του εκθεσιακού χώρου σε άλλο σημείο της πόλης, καθορίστηκε αυτόματα και η χρήση της γης σε επιχειρηματική- εμπορική. αλλά και το ζητούμενο της ανάπλασης που είναι ο εκσυγχρονισμός οδηγώντας σε ένα υπερεμπορικό κέντρο κρατώντας ελάχιστα στοιχεία που να θυμίζουν την προηγούμενη μορφή της. Έτσι οικοπεδοποιούνται όλοι οι χώροι με σκοπό να αποτελέσουν έναν ενιαίο με χαρακτήρα εκθεσιακό συνεδριακό και ξενοδοχειακό, και προτείνονται κτήρια-γραφεία με μέγιστο επιτρεπόμενο ύψος 20 μέτρων, εκθεσιακά με ύψος μέχρι 12 μέτρα ενώ στις ξενοδοχειακές υποδομές, θα φτάνει τα 34 μέτρα.
Στο βαθμό δε που όλα αυτά θα είναι ενοποιημένα αντιλαμβάνεται κανείς πως καθώς θα στέκεται κάποιος μπροστά στην κεντρική νότια είσοδο θα έχει να αντιμετωπίσει έναν όγκο τσιμέντου, που θα παρεμβάλλεται ανάμεσα στους ανοιχτούς πράσινους χώρους του ΑΠΘ, του ΣΣΣ του Αρχαιολογικού και του Βυζαντινού Μουσείου και θα αποκόπτει κάθε δυνατή σύνδεση του φυσικού τοπίου, σε καμιά περίπτωση δεν θα είναι το οραματικό «συνέχεια του φυσικού τοπίου από το δάσος του Σέιχ Σου μέχρι την θάλασσα.
Η αναφορά σε χώρο 50% της έκτασης ως χώρο πρασίνου γίνεται για να διασκεδάσει τις εντυπώσεις , αφού, ακόμη και κάποιος αδαής αντιλαμβάνεται πως σε αυτήν συμπεριλαμβάνονται όλες οι αναγκαίες λειτουργίες μεταφοράς και διέλευσης, και ότι σε αυτό που βλέπει στην πρόταση δεν υπάρχει παρά ελάχιστος, χαρακτηρισμένος ως αδόμητος, στον οποίο πιθανόν να δημιουργηθεί πράσινη νησίδα με τα αναγκαία βέβαια καταστήματα αναψυχής. Δεν είναι δυνατόν βέβαια να ξεχάσουμε τον σχεδιασμό του τελεφερίκ, που προέβλεπε πυλώνες και χώρο επιβίβασης σε αυτόν τον ελεύθερο χώρο.
Το ερώτημα βέβαια για το ότι η ΔΕΘ βρίσκεται πάνω από τους αρχαιολογικούς χώρους του ανατολικού νεκροταφείου της πόλης δεν απαντάται. Ή η αρχαιολογική υπηρεσία δεν έχει ερωτηθεί η ακολουθείται ο κανόνας αν βρεθούν κάπου θα τα βολέψουμε.
Το ερώτημα του πλημμυρικού κινδύνου, δεν απαντάται επίσης. Δεν χρειάζεται κάποιος να είναι ειδικός για να αντιληφθεί πως είναι πού κοντά ο ορεινός όγκος του Σέιχ Σου, και τις κλίσεις του εδάφους, στην ουσία η ΔΕΘ βρίσκεται πάνω σε μια λεκάνη απορροής. Μπορεί οι εξωτερικοί χείμαρροι του Ανατολικού τείχους της πόλης να έχουν υπογειοποιηθεί, με την ένταση που συμβαίνουν όμως σήμερα τα καιρικά φαινόμενα πια αυτό δεν αρκεί .
Το ερώτημα του ενώ έχει κριθεί οικονομικά ασύμφορή η μεταφορά της ΔΕΘ σε άλλη περιοχή, στην ουσία ανοικοδομείται από την αρχή δεν απαντάται επίσης, παρ΄ όλο που με τις νέες υποδομές που έχουν δημιουργηθεί, (Δυτική είσοδος, μετρό) θα υπήρχε και το πλεονέκτημα της οικονομικής ανάπτυξης περιοχών που σήμερα είναι υποβαθμισμένες.
Να ακολουθήσουμε μία μηδενική λύση; Η αλήθεια είναι ότι με τις διαρκείς παρεμβάσεις ο χώρος απαξιώνεται όλο και περισσότερο. Από την στιγμή που δεν φαίνεται στο άμεσο μέλλον να μεταφέρεται η ΔΕΘ θα μπορούσαν να γίνουν ήπιες παρεμβάσεις με την επισκευή των περιπτέρων που ήδη υπάρχουν και να αναδειχθούν αυτά που έχουν αρχιτεκτονική αξία, ώστε να εξυπηρετηθεί η ανάγκη των εκθέσεων, να δημιουργηθούν περισσότερες νησίδες πρασίνου.
Ο εμπνευσμένος σχεδιασμός για την περιοχή υπάρχει. Χρειάζεται όραμα, θάρρος και πολιτική βούληση, αλλά πιο πολύ χρειάζεται αγάπη για τον τόπο και τους κατοίκους, για να αποτραπεί ένα σχέδιο που θα δημιουργήσει τετελεσμένο όσο αφορά τους πολεοδομικούς κανόνες για την περιοχή, και θα αποκλείσει οριστικά την δυνατότητα εφαρμογής του και απόδοσης του στην πόλης για τα επόμενα 100 χρόνια.
Η ΔΕΘ- HELEXPO είναι ένας οργανισμός, το 100% του οποίου κατέχει το δημόσιο, δεν είναι κερδοφόρος. Ως εκ τούτου μπορεί ανά πάσα στιγμή να πουληθεί. Η ΔΕΘ είναι λοιπόν εν δυνάμει μια πολύφερνη νύφη και σαν τέτοια θα πρέπει να έχει μια καλή προίκα;