Ανακοίνωσή της WWF με αφορμή τη χθεσινή υπουργική απόφαση περιβαλλοντικής έγκρισης του προγράμματος έρευνας και εκμετάλλευσης υδρογονανθράκων στις θαλάσσιες περιοχές «Νοτιοδυτικά Κρήτης» και «Δυτικά Κρήτης» :
Η υπουργική απόφαση αποτελεί μία κακογραμμένη συρραφή κοινοτοπιών, δίχως επιστημονική τεκμηρίωση, με προβλήματα, τόσο ως προς το τυπικό, όσο και ως προς το ουσιαστικό περιεχόμενο της περιβαλλοντικής προστασίας.
Ειδικότερα με αποκλειστική ευθύνη του Υπουργού Περιβάλλοντος, Γιώργου Σταθάκη:
Ακολουθείται μία τελείως αδιαφανής διαδικασία, αφού δεν έχουν δημοσιευτεί τα σχόλια που υποβλήθηκαν κατά τη διαδικασία της δημόσιας διαβούλευσης, καθώς ούτε και το πώς η διοίκηση του Υπουργείου Περιβάλλοντος (ΥΠΕΝ) έχει ανταποκριθεί σε αυτά. Κατά συνέπεια, δεν μπορεί να αξιολογηθεί το πώς και σε ποιον βαθμό έχουν ληφθεί υπόψη από το ΥΠΕΝ και την Ελληνική Διαχειριστική Εταιρεία Υδρογονανθράκων (ΕΔΕΥ), όπως υποχρεώνει η εθνική νομοθεσία.
Η απόφαση παραλείπει να λάβει υπόψη τεκμηριωμένα σχόλια που υποβλήθηκαν στην αδιαφανή διαβούλευση του Αυγούστου 2018, όπως αυτά του WWF Ελλάς και του Ινστιτούτου Κητολογικών Ερευνών Πέλαγος.
Η διαδικασία τελεί υπό την ευθύνη της ΕΔΕΥ, ενός -όπως όλα δείχνουν- συγκεντρωτικού και αδιαφανή πόλου λήψης αποφάσεων, ο οποίος αφενός σχεδιάζει την επέκταση και την προώθηση των εξορύξεων στις ελληνικές θάλασσες, αφετέρου θεωρεί τον εαυτό της κατάλληλο για να “αξιολογεί” τα σχόλια που υποβάλλονται στις υποχρεωτικές από τη νομοθεσία της ΕΕ διαβουλεύσεις.
Οι πετρελαϊκές εταιρείες θα ελέγχουν τον εαυτό τους, καθώς σε αυτές εκχωρείται ουσιαστικά η ευθύνη προστασίας του περιβάλλοντος για το σύνολο του προγράμματος έρευνας και εξόρυξης. Ρόλο «ελεγκτή» αναλαμβάνει η λεγόμενη «Μονάδα περιβάλλοντος» (βλ. σημειώσεις) που οι ίδιες πρέπει να δημιουργήσουν, ενώ οι αρμόδιες αρχές δεν εμφανίζονται πουθενά. .
Η υποτιθέμενη «ασφάλεια» της περιοχής της Κρήτης από τις εξορύξεις επαφίεται σε αδημοσίευτες και απροσδιόριστες «καλές πρακτικές» (“good oilfield practices”) της βιομηχανίας, οι οποίες δεν έχουν καμία απολύτως νομική δεσμευτικότητα και δεν έχουν γίνει ακόμα γνωστές.
Δεν προβλέπεται καμία ουσιαστική προστασία του περιβάλλοντος και της τοπικής κοινωνίας από περιστατικά πετρελαϊκής ρύπανσης, ενώ αναμασάται ο μύθος περί «αυστηρής ευρωπαϊκής νομοθεσίας», την ώρα που η ίδια η Ευρωπαϊκή Επιτροπή έχει παραδεχτεί και στοιχειοθετήσει την αυξημένη πιθανότητα πρόκλησης πετρελαιοκηλίδων στις ευρωπαϊκές θάλασσες.
Δεν παρουσιάζεται κανένα απολύτως στοιχείο, όπως επανειλημμένα έχει απαιτήσει η τοπική κοινωνία της Κρήτης, για την αξιολόγηση του κόστους πιθανών ατυχημάτων και περιστατικών ρύπανσης για το περιβάλλον, τις τοπικές κοινωνίες και την παράκτια οικονομία της Κρήτης συνολικά.
Δεν προβλέπεται καμία ουσιαστική προστασία για τη θαλάσσια ζωή (κητώδη και θαλάσσιες χελώνες), για την οποία ομολογείται πως απουσιάζει ακόμα και η ελάχιστη τεκμηρίωση.
Ενώ αναγνωρίζονται ρητά οι σοβαρές επιπτώσεις των σεισμικών ερευνών στη θαλάσσια ζωή, αυτές εξαιρούνται από την υποχρέωση εκπόνησης Μελέτης Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων. Η προστασία τους επαφίεται στο λεγόμενο «περιβαλλοντικό σχέδιο δράσης», το οποίο (κατά την άποψη όχι μόνο των εταιρειών, αλλά και του ίδιου του ελληνικού δημοσίου) είναι ένα ιδιωτικό εταιρικό έγγραφο, χωρίς δεσμευτικότητα και δημόσια διαφάνεια.
Για πολλοστή φορά, η ελληνική κυβέρνηση αποδεικνύει ότι δεν έχει καμία απολύτως διάθεση να συμβάλει στην αντιμετώπιση της κλιματικής κρίσης, καθώς δεν γίνεται η παραμικρή νύξη στις εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου από την έρευνα και εξόρυξη υδρογονανθράκων.
Για να καλυφθεί η άγνοια και η προχειρότητα, το ΥΠΕΝ και οι εταιρείες υπόσχονται μέσω του κειμένου της υ.α., ότι θα τηρήσουν την ισχύουσα νομοθεσία (και μάλιστα την ενωσιακή και τη διεθνή), λες και είχαν άλλη επιλογή. Επίσης, υπόσχονται μελλοντικές αναλύσεις και αξιολογήσεις κινδύνων και πρόσθετες μελέτες, οι οποίες θα συνταχθούν από τις εταιρείες, φυσικά με την ίδια ακριβώς αδιαφάνεια.
“H πολιτική ηγεσία του ΥΠΕΝ ομολόγησε με τον πιο κυνικό τρόπο αυτό που για χρόνια προσπαθεί να αποκρύψει από τους πολίτες: η έρευνα και εξόρυξη υδρογονανθράκων είναι ένα εξαιρετικά επικίνδυνο εγχείρημα που απειλεί με καταστροφή τις ελληνικές θάλασσες και την εθνική οικονομία. Ο κ. Σταθάκης αναγνωρίζει την ανάγκη αξιολόγησης «γεωκινδύνων», όπως η σεισμικότητα, την ανάγκη «προσομοιώσεων της διασποράς ενδεχόμενων διαρροών πετρελαίου» ή την ανάγκη θέσπισης μέτρων « […] αντιμετώπισης ή/και αντιστάθμισης πιθανών αρνητικών επιπτώσεων από τις δραστηριότητες έρευνας και εκμετάλλευσης υδρογονανθράκων στην οικονομία των γειτνιαζόντων παράκτιων περιοχών και κυρίως στον τουρισμό». Την ίδια στιγμή κάνει εκπτώσεις στη διαδικασία περιβαλλοντικής αδειοδότησης και προστασίας και προσφέρει διοικητικού χαρακτήρα κίνητρα στην πετρελαϊκή βιομηχανία αφήνοντάς την ανεξέλεγκτη να σχεδιάσει και να εφαρμόσει τους όρους και τους κανόνες λειτουργίας που τη συμφέρουν καλύτερα”,», δήλωσε ο Δημήτρης Ιμπραήμ, υπεύθυνος εκστρατείας του WWF Ελλάς ενάντια στις εξορύξεις υδρογονανθράκων.
To WWF Ελλάς καλεί την ελληνική κυβέρνηση να εγκαταλείψει οριστικά το πρόγραμμα εξόρυξης υδρογονανθράκων στη χώρα μας και τις Ελληνίδες και Έλληνες βουλευτές να καταψηφίσουν τις συμβάσεις παραχώρησης που αναμένεται να τεθούν στη Βουλή προς κύρωση. Παράλληλα, καλεί όλους τους πολίτες να ενημερωθούν για το θέμα και να ενώσουν τις δυνάμεις τους με το WWF, διεκδικώντας θάλασσες ζωντανές, χωρίς εξορύξεις.
support.wwf.gr/action/say-no-to-oil
Το κείμενο της ΥΑ είναι διαθέσιμο στο/diavgeia.gov.gr/decision/view/6%CE%9D%CE%9C%CE%A64653%CE%A08-%CE%A121
Σύμφωνα με την υ.α, έγκρισης της ΣΜΠΕ, οι πετρελαϊκές εταιρείες υποχρεώνονται να δημιουργήσουν Μονάδα Περιβάλλοντος που αναλαμβάνει συνολικά την ευθύνη για την πρόληψη, τον περιορισμό και την αντιμετώπιση των επιπτώσεων στο περιβάλλον κάθε περιοχής. Η Μονάδα Περιβάλλοντος στελεχώνεται και λειτουργεί με ευθύνη της εταιρίας ενώ η ΕΔΕΥ «επιβλέπει».
Παντελής αδιαφάνεια, προχειρότητα και άγνοια χαρακτηρίζει τη χθεσινή υπουργική απόφαση περιβαλλοντικής έγκρισης του προγράμματος έρευνας και εκμετάλλευσης υδρογονανθράκων στις θαλάσσιες περιοχές «Νοτιοδυτικά Κρήτης» και «Δυτικά Κρήτης» που υπέγραψαν ο υπουργός Περιβάλλοντος και Ενέργειας, Γιώργος Σταθάκης και ο αναπληρωτής υπουργός, Σωκράτης Φάμελλος. Ο τεράστιος περιβαλλοντικός και οικονομικός κίνδυνος για την Κρήτη και την υπόλοιπη Ελλάδα παραμένει υπαρκτός για τις επόμενες δεκαετίες, στην περίπτωση που κυρωθούν τελικά οι συμβάσεις παραχώρησης των σχετικών οικοπέδων.
Η υπουργική απόφαση αποτελεί μία κακογραμμένη συρραφή κοινοτοπιών, δίχως επιστημονική τεκμηρίωση, με προβλήματα, τόσο ως προς το τυπικό, όσο και ως προς το ουσιαστικό περιεχόμενο της περιβαλλοντικής προστασίας.
Ειδικότερα με αποκλειστική ευθύνη του Υπουργού Περιβάλλοντος, Γιώργου Σταθάκη:
Ακολουθείται μία τελείως αδιαφανής διαδικασία, αφού δεν έχουν δημοσιευτεί τα σχόλια που υποβλήθηκαν κατά τη διαδικασία της δημόσιας διαβούλευσης, καθώς ούτε και το πώς η διοίκηση του Υπουργείου Περιβάλλοντος (ΥΠΕΝ) έχει ανταποκριθεί σε αυτά. Κατά συνέπεια, δεν μπορεί να αξιολογηθεί το πώς και σε ποιον βαθμό έχουν ληφθεί υπόψη από το ΥΠΕΝ και την Ελληνική Διαχειριστική Εταιρεία Υδρογονανθράκων (ΕΔΕΥ), όπως υποχρεώνει η εθνική νομοθεσία.
Η απόφαση παραλείπει να λάβει υπόψη τεκμηριωμένα σχόλια που υποβλήθηκαν στην αδιαφανή διαβούλευση του Αυγούστου 2018, όπως αυτά του WWF Ελλάς και του Ινστιτούτου Κητολογικών Ερευνών Πέλαγος.
Η διαδικασία τελεί υπό την ευθύνη της ΕΔΕΥ, ενός -όπως όλα δείχνουν- συγκεντρωτικού και αδιαφανή πόλου λήψης αποφάσεων, ο οποίος αφενός σχεδιάζει την επέκταση και την προώθηση των εξορύξεων στις ελληνικές θάλασσες, αφετέρου θεωρεί τον εαυτό της κατάλληλο για να “αξιολογεί” τα σχόλια που υποβάλλονται στις υποχρεωτικές από τη νομοθεσία της ΕΕ διαβουλεύσεις.
Οι πετρελαϊκές εταιρείες θα ελέγχουν τον εαυτό τους, καθώς σε αυτές εκχωρείται ουσιαστικά η ευθύνη προστασίας του περιβάλλοντος για το σύνολο του προγράμματος έρευνας και εξόρυξης. Ρόλο «ελεγκτή» αναλαμβάνει η λεγόμενη «Μονάδα περιβάλλοντος» (βλ. σημειώσεις) που οι ίδιες πρέπει να δημιουργήσουν, ενώ οι αρμόδιες αρχές δεν εμφανίζονται πουθενά. .
Η υποτιθέμενη «ασφάλεια» της περιοχής της Κρήτης από τις εξορύξεις επαφίεται σε αδημοσίευτες και απροσδιόριστες «καλές πρακτικές» (“good oilfield practices”) της βιομηχανίας, οι οποίες δεν έχουν καμία απολύτως νομική δεσμευτικότητα και δεν έχουν γίνει ακόμα γνωστές.
Δεν προβλέπεται καμία ουσιαστική προστασία του περιβάλλοντος και της τοπικής κοινωνίας από περιστατικά πετρελαϊκής ρύπανσης, ενώ αναμασάται ο μύθος περί «αυστηρής ευρωπαϊκής νομοθεσίας», την ώρα που η ίδια η Ευρωπαϊκή Επιτροπή έχει παραδεχτεί και στοιχειοθετήσει την αυξημένη πιθανότητα πρόκλησης πετρελαιοκηλίδων στις ευρωπαϊκές θάλασσες.
Δεν παρουσιάζεται κανένα απολύτως στοιχείο, όπως επανειλημμένα έχει απαιτήσει η τοπική κοινωνία της Κρήτης, για την αξιολόγηση του κόστους πιθανών ατυχημάτων και περιστατικών ρύπανσης για το περιβάλλον, τις τοπικές κοινωνίες και την παράκτια οικονομία της Κρήτης συνολικά.
Δεν προβλέπεται καμία ουσιαστική προστασία για τη θαλάσσια ζωή (κητώδη και θαλάσσιες χελώνες), για την οποία ομολογείται πως απουσιάζει ακόμα και η ελάχιστη τεκμηρίωση.
Ενώ αναγνωρίζονται ρητά οι σοβαρές επιπτώσεις των σεισμικών ερευνών στη θαλάσσια ζωή, αυτές εξαιρούνται από την υποχρέωση εκπόνησης Μελέτης Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων. Η προστασία τους επαφίεται στο λεγόμενο «περιβαλλοντικό σχέδιο δράσης», το οποίο (κατά την άποψη όχι μόνο των εταιρειών, αλλά και του ίδιου του ελληνικού δημοσίου) είναι ένα ιδιωτικό εταιρικό έγγραφο, χωρίς δεσμευτικότητα και δημόσια διαφάνεια.
Για πολλοστή φορά, η ελληνική κυβέρνηση αποδεικνύει ότι δεν έχει καμία απολύτως διάθεση να συμβάλει στην αντιμετώπιση της κλιματικής κρίσης, καθώς δεν γίνεται η παραμικρή νύξη στις εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου από την έρευνα και εξόρυξη υδρογονανθράκων.
Για να καλυφθεί η άγνοια και η προχειρότητα, το ΥΠΕΝ και οι εταιρείες υπόσχονται μέσω του κειμένου της υ.α., ότι θα τηρήσουν την ισχύουσα νομοθεσία (και μάλιστα την ενωσιακή και τη διεθνή), λες και είχαν άλλη επιλογή. Επίσης, υπόσχονται μελλοντικές αναλύσεις και αξιολογήσεις κινδύνων και πρόσθετες μελέτες, οι οποίες θα συνταχθούν από τις εταιρείες, φυσικά με την ίδια ακριβώς αδιαφάνεια.
“H πολιτική ηγεσία του ΥΠΕΝ ομολόγησε με τον πιο κυνικό τρόπο αυτό που για χρόνια προσπαθεί να αποκρύψει από τους πολίτες: η έρευνα και εξόρυξη υδρογονανθράκων είναι ένα εξαιρετικά επικίνδυνο εγχείρημα που απειλεί με καταστροφή τις ελληνικές θάλασσες και την εθνική οικονομία. Ο κ. Σταθάκης αναγνωρίζει την ανάγκη αξιολόγησης «γεωκινδύνων», όπως η σεισμικότητα, την ανάγκη «προσομοιώσεων της διασποράς ενδεχόμενων διαρροών πετρελαίου» ή την ανάγκη θέσπισης μέτρων « […] αντιμετώπισης ή/και αντιστάθμισης πιθανών αρνητικών επιπτώσεων από τις δραστηριότητες έρευνας και εκμετάλλευσης υδρογονανθράκων στην οικονομία των γειτνιαζόντων παράκτιων περιοχών και κυρίως στον τουρισμό». Την ίδια στιγμή κάνει εκπτώσεις στη διαδικασία περιβαλλοντικής αδειοδότησης και προστασίας και προσφέρει διοικητικού χαρακτήρα κίνητρα στην πετρελαϊκή βιομηχανία αφήνοντάς την ανεξέλεγκτη να σχεδιάσει και να εφαρμόσει τους όρους και τους κανόνες λειτουργίας που τη συμφέρουν καλύτερα”,», δήλωσε ο Δημήτρης Ιμπραήμ, υπεύθυνος εκστρατείας του WWF Ελλάς ενάντια στις εξορύξεις υδρογονανθράκων.
To WWF Ελλάς καλεί την ελληνική κυβέρνηση να εγκαταλείψει οριστικά το πρόγραμμα εξόρυξης υδρογονανθράκων στη χώρα μας και τις Ελληνίδες και Έλληνες βουλευτές να καταψηφίσουν τις συμβάσεις παραχώρησης που αναμένεται να τεθούν στη Βουλή προς κύρωση. Παράλληλα, καλεί όλους τους πολίτες να ενημερωθούν για το θέμα και να ενώσουν τις δυνάμεις τους με το WWF, διεκδικώντας θάλασσες ζωντανές, χωρίς εξορύξεις.
support.wwf.gr/action/say-no-to-oil
Το κείμενο της ΥΑ είναι διαθέσιμο στο/diavgeia.gov.gr/decision/view/6%CE%9D%CE%9C%CE%A64653%CE%A08-%CE%A121
Σύμφωνα με την υ.α, έγκρισης της ΣΜΠΕ, οι πετρελαϊκές εταιρείες υποχρεώνονται να δημιουργήσουν Μονάδα Περιβάλλοντος που αναλαμβάνει συνολικά την ευθύνη για την πρόληψη, τον περιορισμό και την αντιμετώπιση των επιπτώσεων στο περιβάλλον κάθε περιοχής. Η Μονάδα Περιβάλλοντος στελεχώνεται και λειτουργεί με ευθύνη της εταιρίας ενώ η ΕΔΕΥ «επιβλέπει».