και που συνδυασμένα με τα κεφάλαια για την αντιμετώπιση των συνεπειών της πανδημίας (Ταμείο Ανάκαμψης), συνιστούν ένα εργαλείο που θα μπορούσε να βοηθήσει καθοριστικά στην αντιμετώπιση των συνεπειών της κρίσης, αλλά και στην επίτευξη μίας μακροπρόθεσμης ανάπτυξης με κοινωνικούς, οικονομικούς και περιβαλλοντικούς όρους.
Οι επενδύσεις, όμως, γίνονται από το επίπεδο εκείνο της διοίκησης που είναι ανάλογο της φύσης και της έκτασής τους, με το κεντρικό κράτος να σχεδιάζει και να υλοποιεί κυρίως στρατηγικού τύπου παρεμβάσεις, και τους δήμους της χώρας να υλοποιούν έργα μικρότερης εμβέλειας, κατά κανόνα εντός των περιορισμένων διοικητικών τους ορίων και δυνατοτήτων. Νομίζω όμως ότι όλοι παραδεχόμαστε πως αν θέλουμε παρεμβάσεις με άμεσα και μετρήσιμα οφέλη, αυτές πρέπει να γίνονται από τα επίπεδα εκείνα της διοίκησης που βρίσκονται πιο κοντά στον πολίτη.
Και, πράγματι, η τοπική αυτοδιοίκηση μέσα από το χαρακτηριστικό της εγγύτητάς προς τους πολίτες, ενισχύει την συμμετοχή μας στην διαχείριση των δημοσίων υποθέσεων, επιτρέπει την αποτελεσματικότερη και πιο δημοκρατική έκφραση των αιτημάτων μας και τελικά, μας καθιστά συμμέτοχους για το ίδιο μας το μέλλον. Είναι όμως και αλήθεια ότι σε πολλές περιπτώσεις – και ειδικά τα τελευταία χρόνια – έχουν υπάρξει δύο ειδών δυσλειτουργίες:
Η πρώτη αφορά στον κατακερματισμό ενός οράματος για τον τόπο, που θα μπορούσε και θα έπρεπε να υπάρχει. Η αδυναμία, δηλαδή, της αυτοδιοίκησης να λειτουργήσει ως ένας καλός αρμός σύνδεσης που συνδέει τους πολίτες με το κράτος, με σκοπό την εφαρμογή ενός συνεκτικού σχεδίου που θα υλοποιούνταν με συντονισμό, πρόγραμμα και προτεραιότητες από το σύνολο των διοικήσεων της χώρας.
Η δεύτερη αφορά στον κατακερματισμό της εφαρμογής αυτού του σχεδίου από κάθε είδους διαδικασία «ωρίμανσης» στην οποία υπόκειται ένα σύνολο έργων από την επιλογή τους μέχρι και την υλοποίησή τους.
Το νέο Π.Χ.Π. της Περιφέρειας Κεντρικής Μακεδονίας (αλλά και κάθε περιφέρειας της χώρας), που είναι ένα κείμενο συγχρόνως πολιτικό και τεχνοκρατικό, παρέχει μία αξιόπιστη διέξοδο ακριβώς σε αυτό: να αποτελέσει την βάση αναφοράς για την εναρμόνιση και τον συντονισμό πολιτικών με σκοπό την συνοχή και την ανάπτυξη του χώρου της Περιφέρειας, βοηθώντας μας παράλληλα να επιλέξουμε που θα επενδύσουμε το κεφάλαιό μας ώστε να το αξιοποιήσουμε με τον καλύτερο τρόπο και να πάρουμε τα καλύτερα δυνατά αποτελέσματα.
Σε μία περιφέρεια πολλών δυνατοτήτων όπως αυτήν της Κεντρικής Μακεδονίας, το Χωροταξικό Πλαίσιο θέτει σε γενικές γραμμές τέσσερις χωρικούς αναπτυξιακούς συντελεστές:
1. Το σύνολο των οικισμών και πόλεων της, και η λειτουργία τους ως πόλοι,
2. Το σύνολο των παραγωγικών συγκεντρώσεων σε όλους τους τομείς ενδιαφέροντος, όπως η γεωργία, η κτηνοτροφία, η αλιεία, η ενέργεια, η μεταποίηση, ο τουρισμός,
3. Το σύνολο των φυσικών, περιβαλλοντικών, πολιτιστικών και λοιπών περιοχών με αναπτυξιακές δυνατότητες, και τέλος
4. Το δίκτυο σύνδεσης (συγκοινωνιακό, μεταφορικό, επικοινωνίας, πληροφορίας κλπ) όλων των παραπάνω μεταξύ τους και με το ευρύτερο, ευρωπαϊκό και διεθνές περιβάλλον.
Στρατηγικός του στόχος είναι η ενίσχυση της γεωοικονομικής θέσης της Περιφέρειας στην ευρύτερη περιοχή της, μέσα από την ανάληψη της Θεσσαλονίκης ρόλου Μητροπολιτικού Κέντρου, και μέσα από την δημιουργία ενός βιώσιμου άξονα ανάπτυξης προς όλη την παραπάνω περιοχή. Σε ένα πιο εσωτερικό επίπεδο, στόχος είναι η βιώσιμη ανάπτυξη και η κοινωνική συνοχή μέσα από την ανασυγκρότηση του παραγωγικού της ιστού και την αναβάθμιση του ανθρώπινου δυναμικού με σεβασμό στο περιβάλλον και στους φυσικούς της πόρους.
Με τα κριτήρια της προγραμματικής περιόδου 2014-2020 των διαρθρωτικών ταμείων της Ε.Ε., η Περιφέρεια Κεντρικής Μακεδονίας κατατάσσεται στην χαμηλότερη κατηγορία «λιγότερο αναπτυγμένες περιφέρειες», ενώ από άποψη κατά κεφαλή ΑΕΠ μεταξύ των περιφερειών της χώρας (με βάση τα στοιχεία του 2010), τοποθετείται στην 9η θέση από τις 13 περιφέρειες. Η παραπέρα συζήτηση της υπάρχουσας κατάστασης, και γενικά το να στρέφουμε το βλέμμα μας στο παρελθόν, έχει αξία μόνο αν θέλουμε να σχεδιάσουμε το μέλλον, όμως το κύρος του σημερινού Π.Χ.Π. ενισχύεται ακόμα περισσότερο αν κάνουμε μία αναφορά στον προκάτοχό του, το οποίο αυτό έρχεται να αναθεωρήσει.
Το προηγούμενο Πλαίσιο Χωροταξικού Σχεδιασμού και Αειφόρου Ανάπτυξης της Περιφέρειας Κεντρικής Μακεδονίας (Π.Χ.Σ.Α.Α.) εγκρίθηκε το έτος 2004 και είχε ισχύ για δεκαπέντε (15) χρόνια, δηλαδή μέχρι το έτος 2019. Από τις προβλέψεις, τους στόχους και τις απειλές που αφορούν στην περιφέρειά μας, λίγα ελήφθησαν υπόψη κατά τους σχεδιασμούς της τοπικής αυτοδιοίκησης, ενώ σχεδόν όλα όσα ανέφερε ως προκλήσεις, σήμερα συνιστούν υπαρκτά προβλήματα που αναζητούν λύσεις.
Κάποια χαρακτηριστικά παραδείγματα όπως:
- η ανάγκη για μία ορθή και ολοκληρωμένη πολιτική διαχείρισης του νερού,
- μία πολιτική του τουρισμού με οργανωμένους τουριστικούς υποδοχείς και με αιχμή ένα πολυδύναμο και πολυλειτουργικό τουριστικό προϊόν,
- ένας ολοκληρωμένος σχεδιασμός του χώρου και της ανθρώπινης δτραστηριότητας, ειδικά σε γρήγορα αναπτυσσόμενες περιοχές όπως τα παράλια της Πιερίας και της Χαλκιδικής,
- σύνθετες και ολοκληρωμένες παρεμβάσεις για την αντιμετώπιση της συρρίκνωσης, της ερήμωσης και της εγκατάλειψης που υφίστανται οι ορεινές περιοχές, αλλά και
- η αξιοποίηση σημαντικών – εθνικής και υπερεθνικής εμβέλειας – πόρων όπως η περίπτωση του Ολύμπου, που χρειάζονται έναν ολοκληρωμένο σχεδιασμό ικανό να συμπληρώσει και να επανεκκινήσει βασικούς κλάδους των υπηρεσιών, αλλά και να ολοκληρώσει κλάδους του πρωτογενή τομέα,
είναι κάποιες από τις προτεινόμενες (το 2004) αλλά συγχρόνως αυτονόητες στην κοινή συνείδηση επιλογές πολιτικής, που μετατρέπουν την Περιφέρεια Κεντρικής Μακεδονίας από μία περιφέρεια «χαμηλών πτήσεων» σε μία περιφέρεια υψηλών προσδοκιών.
Προφανώς από αυτά απέχουμε πολύ. Και μεταξύ της αδυναμίας μας ως κράτος να συγκροτήσουμε ένα ολοκληρωμένο και συνεκτικό σχέδιο, και της άλλης αδυναμίας μας, που είναι μέσα από πολύχρονες διαδικασίες ωρίμανσης να περιπλέκουμε και να καθυστερούμε την υλοποίηση ενός έργου, υπάρχει και μία τρίτη αδυναμία που είναι ακριβώς το να απαντήσουμε με ποια πολιτική θα πορευτούμε σε μεσοπρόθεσμο χρόνο, και η οποία θα μας βοηθούσε να αξιοποιήσουμε στο μέγιστο τα όποια χρηματοδοτικά ή άλλα εργαλεία μας παρέχονται.
Ένα Περιφερειακό Χωροταξικό Πλαίσιο μας παρέχει ακριβώς αυτό: δηλαδή, ένα ελάχιστο αλλά συγχρόνως αξιόπιστο σχέδιο με το οποίο μπορούμε να προχωρήσουμε στο κοντινό μέλλον επενδύοντας με ασφαλή τρόπο τους διαθέσιμους ανθρώπινους και οικονομικούς μας πόρους.
Και, επίσης, πέρα από τις σαφώς οριοθετημένες αρμοδιότητες, η κάθε περιφέρεια της χώρας είναι επιφορτισμένη με την αρμοδιότητα να δημιουργεί το τραπέζι του διαλόγου και των κοινών αποφάσεων ανάμεσα σε όλα τα επίπεδα της διοίκησης. Δεδομένου του γεγονότος ότι μέχρι σήμερα δεν έχει υπάρξει κάποια σχετική συζήτηση ούτε στο Περιφερειακό Συμβούλιο ούτε σε κάποιο άλλο συλλογικό όργανο, ασκώντας αυτήν της την αρμοδιότητα, και με αρχικό σχέδιο συζήτησης το νέο Περιφερειακό Χωροταξικό Πλαίσιο, κεντρικό κράτος, αποκεντρωμένη διοίκηση, περιφέρεια και δήμοι, μπορούμε να καταλήξουμε σε ένα ρεαλιστικό σχέδιο αξιοποίησης των δυνατοτήτων που έχουμε μπροστά μας.
*Ο Χρήστος Τζιουβάρας είναι Περιφερειακός Σύμβουλος Πιερίας και Γραμματέας του Περιφερειακού Συμβουλίου της Περιφέρειας Κεντρικής Μακεδονίας