Χριστούγεννα. Η γιορτή της αγάπης και της ελπίδας.
Ελπίδα. Μια λέξη άγνωστη σε μια κοινωνία διεφθαρμένη, απεγνωσμένη, απελπισμένη. Μια κοινωνία που σε παλιότερες εποχές βίωνε με απλότητα και αγνότητα το βαθύ νόημα της γέννησης του Ιησού. Τότε οι καιροί δεν απαιτούσαν λαμπρότητα, έντονη φωταγώγηση, τυμπανοκρουσίες και καταναλωτικό παραλήρημα.
«Εγεννήθηκες χωρίς,
στρωματάκι καλέ μας Χριστούλη.
Εγεννήθηκες χωρίς,
μια σκουφίτσα να φορείς».
Αυτοί οι στίχοι από το Χριστουγεννιάτικο τραγούδι της Άγιας νύχτας μας δίνουν το παράδειγμα της απλότητας, της φτωχής αλλά πλούσιας σε σημασία γέννησης. Αν καθένας μας θνητός μπορούσε να εμφυσήσει την ουσία αυτής της μεγάλης ημέρας, της Γέννησης, δεν θα αναζητούσε την ελπίδα στη γήινη κόλαση που ο ίδιος εγκατέστησε παραμορφώνοντας το θεϊκό δημιούργημα.
Κάποτε ένα μικρό γουρουνάκι και μια φρέσκια σαλάτα χωρίς ενέσεις και φυτοφάρμακα αρκούσε για να χορτάσει μια πολυμελής οικογένεια. Κι αυτό το γουρουνάκι το μεγάλωνε η ίδια η οικογένεια, στην αυλή της και η νοστιμιά της τηγανιάς δεν είχε προηγούμενο ούτε μπορεί να συγκριθεί με καμιά τεχνητή συνταγή της σύγχρονης εποχής.
Κάποτε μοσχομύριζαν οι γειτονιές από την ευωδία της βασιλόπιτας που έψεναν οι νοικοκυρές σε ξυλόσομπες και φούρνους πλάθοντας ένα-ένα τα φύλλα με επιμέλεια και ξεχωριστή υπομονή. Και τώρα για την ευκολία όλων κυκλοφορούν τυποποιημένα σκευάσματα που σε καμιά περίπτωση δεν συγκρίνονται με τα αριστουργήματα του παρελθόντος.
«Κι όλοι παν στην εκκλησιά,
το Χριστό να προσκυνήσουν.
Κι όλοι παν στην Εκκλησιά
λάμπει απόψε η Παναγιά».
Διαχρονικά η παρουσία των πιστών στην εκκλησία, ειδικά τις γιορτινές ημέρες είναι δυναμική και ειδικά στις μέρες μας που αποτελεί τη μόνη διέξοδο οδό της ζωής.
Στα παλαιότερα χρόνια αυτό ήταν το μεγάλο μέλημα και εδώ γινόταν η μεγάλη προετοιμασία των πιστών. Η παρουσία στην μυστηριακή ζωή της εκκλησίας ήταν η ύψιστη φροντίδα τις παραμονές και όλη την περίοδο της νηστείας των Χριστουγέννων.
Τώρα ο χριστιανός έχει φορτωθεί με πολλές μάταιες υποχρεώσεις που τον κρατούν εγκλωβισμένο και δεν του αφήνουν τα περιθώρια να απελευθερωθεί και να βιώσει αληθινά το χαρμόσυνο μήνυμα των ημερών. Έχει μάθει στα πολλά κι αυτά τα πολλά και ποικίλα τον αγχώνουν αντί να τον κάνουν ευτυχή και χαρούμενο.
Κάποτε με λίγα τρόφιμα, με λιτή ενδυμασία, με λίγο κρασάκι και μετρημένα αγαθά αισθανόμασταν χορτάτοι. Τώρα φορτώνουμε την κοιλιά μας με κάθε λογής λίπη, έλαια, γλυκά και ποτά και ενώ εκκλησιαζόμαστε δίνουμε περισσότερη βαρύτητα στα υλικά, βαραίνουμε στο σώμα και διατηρούμε ελαφρύ και κενό τον πνευματικό μας κόσμο.
Κάποτε ένα μικρό παιδί έλαμπε από χαρά με μια μικρή μελλόντικα, με ένα απλό παιχνιδάκι και τώρα κουράζει το μυαλό του μπροστά στα «επικίνδυνα» παιχνίδια των ηλεκρονικών υπολογιστών.
Αυτή η ανεξέλεγκτη τεχνολογική επανάσταση σε συνδυασμό με την πλεονεξία και τον εγωισμό μας δεν μας αφήνουν ελεύθερους να γυρίσουμε πίσω για λίγο, σε αυτό το κάποτε που νοσταλγούμε καθημερινά.
Δεν μπορεί να περιμένεις Χριστούγεννα και να σκέφτεσαι με πονηριά και δόλο για τον διπλανό σου. Μήπως και στο παρελθόν δεν υπήρχαν κακοί και πονηροί; Πάντα το κακό στριφογυρίζει γύρω μας, μα στην εποχή μας δεν ξέρεις πλέον από πού να φυλαχτείς και ποιόν να εμπιστευτείς.
«Τέτοια νύχτα ήταν παιδιά,
που γεννήθηκε ο Χριστός μας,
Τέτοια νύχτα ήταν παιδιά,
Κι είχαν χιόνια τα κλαδιά».
Κάποτε τέτοιες ημέρες είχαν χιόνια τα κλαδιά γιατί ήταν χειμώνας. Τώρα με τις παρεμβάσεις του ανθρώπου στη φύση ούτε τα φύλλα των δέντρων δεν έπεσαν ακόμη.
«Η Γέννηση σου, Χριστέ, Θεέ μας ανέτειλε στον κόσμο το φως της γνώσεως, διότι μ’ αυτήν εκείνοι που λατρεύουν τα άστρα διδάχτηκαν από αστέρι να προσκυνούν Εσένα, τον Ήλιο της δικαιοσύνης, και Σένα να γνωρίζουν, τη σταλμένη από τα ύψη ανατολή. Κύριε δόξα σε σένα».
Μακάρι οι στίχοι από το απολυτίκιο της εορτής της Γέννησης να ηχήσουν φέτος γλυκά στα αυτιά μας για να ερεθιστούν οι ψυχικές μας αισθήσεις, να σβήσουν τα πάθη μας, ώστε να γιορτάσουμε τα Χριστούγεννα όπως αρμόζει σε ανθρώπους που είναι Έλληνες και Ορθόδοξοι.
Γιάννης Τσαπουρνιώτης