Του Γιάννη Τσαπουρνιώτη.
Απλά παραδείγματα της ζωής φανερώνουν το δρόμο της αλήθειας στον οποίο οφείλουμε να πορευόμαστε, μαθαίνοντας και πράττοντας.
Ένα μικρό κορίτσι δημοτικού κοντοστέκεται στο πεζοδρόμιο αναμένοντας να σταματήσει η ροή των οχημάτων για να διασχίσει την διάβαση των πεζών μεταβαίνοντας στο σχολείο της. Επιτέλους, ένας οδηγός ελαττώνει ταχύτητα, χαμογελά και δίνει την προτεραιότητα στη μικρή μαθήτρια. Εκείνη φωνάζει «ευχαριστώ» και απονέμει ευγνωμοσύνη χτυπώντας με το δεξί της χέρι, δυο φορές, το σημείο που βρίσκεται η καρδιά.
Μια ηλικιωμένη Κυρία επιστρέφει από την αγορά και κοντανασαίνοντας μεταφέρει δυο σακούλες με τρόφιμα. Ένας νεαρός προσφέρεται αυθόρμητα να γίνει ο προσωπικός της αχθοφόρος μέχρι την οικεία της.
«Σε ευχαριστώ παλικάρι μου, ο Θεός να σε έχει καλά. Να σε χαίρεται η Μανούλα σου».
Η γυναίκα αγνοεί πως η Μάνα του νεαρού δεν ήταν πλέον στη ζωή. Η πράξη του όμως απέναντι της ήταν κίνηση παιδιού προς τη μητέρα του.
Η Κυρά Μάρθα, καμαρώνοντας την εγγονή της φίλης της, την πειράζει χαριτολογώντας: «Τι καλό τρως γλυκιά μου, θα μου δώσεις και μένα λίγο;». Το δίχρονο μικρό μόλις είχε βάλει στο στόμα του την τελευταία μπουκιά από το κολατσιό του. Για να μη δυσαρεστήσει την Κυρία, βγάζει αυθόρμητα και χωρίς πολύ σκέψη τη μασημένη τροφή προσφέροντας τη με χαρά. Η αθώα και αγνή ψυχή των παιδιών ξεφεύγει από τα όρια της λογικής των ενηλίκων. Για το λόγο αυτό ο Ιησούς Χριστός προτρέπει: «Αλήθεια σας λέγω, αν δεν αλλάξετε και δεν γίνετε σαν τα παιδιά, δε θα μπείτε στη βασιλεία των ουρανών».
Στο σούπερ μάρκετ, στο τμήμα των τυροκομικών και αλλαντικών, ένα ευκατάστατο ζευγάρι έχει παραγγείλει άφθονη ποσότητα από καπνιστό κασέρι, γαλοπούλα πρώτης ποιότητας, την ποιοτικότερη γραβιέρα, το εκλεκτότερο ζαμπόν, την ακριβότερη αντσούγια. Παραδίπλα ένας συνταξιούχος, μετά από πολύ σκέψη και προβληματισμό, θα βολευτεί με λίγα γραμμάρια της οικονομικότερης φέτας του καταστήματος. Η πλεονεξία και η αυτάρκεια στην αποθέωση τους.
Στην Βlack Friday, πλήθος κόσμου έχει κατακλύσει το πεζοδρόμιο και το δρόμο σε μια ατελείωτη ουρά για να εισέλθει σε πολυκατάστημα. Ακριβώς απέναντι, σε ένα χαρτόνι, απαρατήρητος από χιλιάδες μάτια, είναι ξαπλωμένος ένας άστεγος που τρέμει από το κρύο, εκλιπαρώντας για τροφή και ζέστη.
Πριν από δυο μέρες ταξίδεψε για την γειτονιά των αγγέλων ένας σπουδαίος μαθητής, ο Δημήτρης Αμανατίδης, που αρίστευσε, αν και καθηλωμένος για χρόνια σε αναπηρικό καροτσάκι και βραβεύτηκε από τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας, για την επιμονή και την αξιοπρέπεια του. Αν και γνώριζε ότι σύντομα θα φύγει από τη ζωή, λόγω του σοβαρού προβλήματος της υγείας του, αυτός διάβαζε, προόδευε, αρίστευε. Ο Δημήτρης αποτελεί το φωτεινό παράδειγμα για όλους εμάς τους μίζερους και αχάριστους που στην πρώτη δυσκολία σηκώνουμε τα χέρια ψηλά, αφοπλιζόμαστε από υπομονή και επιμονή, χάνοντας έτσι αμαχητί τον πόλεμο της επιβίωσης.
Καλό θα ήταν ανάλογες μικρές στιγμές της ζωής μας να χαραχθούν στα βάθη της ψυχής ως πυξίδα που θα πρέπει να ακολουθούμε στην πορεία προς το μέλλον.
Ας κρατήσουμε μέσα μας κάτι από την εξυπνάδα των μικρών παιδιών, για να μην αλλοιωθεί παντελώς ο ανθρώπινος χαρακτήρας μας, λαμβάνοντας υπόψιν τα λόγια της συγγραφέως Φραν Λέμποβιτζ: « Δεν συνάντησα ποτέ κανέναν που δεν είχε παρά πολύ έξυπνα παιδιά. Αναρωτιέμαι πως χάνεται όλη αυτή η εξυπνάδα στην ενηλικίωση».
Ένα μικρό κορίτσι δημοτικού κοντοστέκεται στο πεζοδρόμιο αναμένοντας να σταματήσει η ροή των οχημάτων για να διασχίσει την διάβαση των πεζών μεταβαίνοντας στο σχολείο της. Επιτέλους, ένας οδηγός ελαττώνει ταχύτητα, χαμογελά και δίνει την προτεραιότητα στη μικρή μαθήτρια. Εκείνη φωνάζει «ευχαριστώ» και απονέμει ευγνωμοσύνη χτυπώντας με το δεξί της χέρι, δυο φορές, το σημείο που βρίσκεται η καρδιά.
Μια ηλικιωμένη Κυρία επιστρέφει από την αγορά και κοντανασαίνοντας μεταφέρει δυο σακούλες με τρόφιμα. Ένας νεαρός προσφέρεται αυθόρμητα να γίνει ο προσωπικός της αχθοφόρος μέχρι την οικεία της.
«Σε ευχαριστώ παλικάρι μου, ο Θεός να σε έχει καλά. Να σε χαίρεται η Μανούλα σου».
Η γυναίκα αγνοεί πως η Μάνα του νεαρού δεν ήταν πλέον στη ζωή. Η πράξη του όμως απέναντι της ήταν κίνηση παιδιού προς τη μητέρα του.
Η Κυρά Μάρθα, καμαρώνοντας την εγγονή της φίλης της, την πειράζει χαριτολογώντας: «Τι καλό τρως γλυκιά μου, θα μου δώσεις και μένα λίγο;». Το δίχρονο μικρό μόλις είχε βάλει στο στόμα του την τελευταία μπουκιά από το κολατσιό του. Για να μη δυσαρεστήσει την Κυρία, βγάζει αυθόρμητα και χωρίς πολύ σκέψη τη μασημένη τροφή προσφέροντας τη με χαρά. Η αθώα και αγνή ψυχή των παιδιών ξεφεύγει από τα όρια της λογικής των ενηλίκων. Για το λόγο αυτό ο Ιησούς Χριστός προτρέπει: «Αλήθεια σας λέγω, αν δεν αλλάξετε και δεν γίνετε σαν τα παιδιά, δε θα μπείτε στη βασιλεία των ουρανών».
Στο σούπερ μάρκετ, στο τμήμα των τυροκομικών και αλλαντικών, ένα ευκατάστατο ζευγάρι έχει παραγγείλει άφθονη ποσότητα από καπνιστό κασέρι, γαλοπούλα πρώτης ποιότητας, την ποιοτικότερη γραβιέρα, το εκλεκτότερο ζαμπόν, την ακριβότερη αντσούγια. Παραδίπλα ένας συνταξιούχος, μετά από πολύ σκέψη και προβληματισμό, θα βολευτεί με λίγα γραμμάρια της οικονομικότερης φέτας του καταστήματος. Η πλεονεξία και η αυτάρκεια στην αποθέωση τους.
Στην Βlack Friday, πλήθος κόσμου έχει κατακλύσει το πεζοδρόμιο και το δρόμο σε μια ατελείωτη ουρά για να εισέλθει σε πολυκατάστημα. Ακριβώς απέναντι, σε ένα χαρτόνι, απαρατήρητος από χιλιάδες μάτια, είναι ξαπλωμένος ένας άστεγος που τρέμει από το κρύο, εκλιπαρώντας για τροφή και ζέστη.
Πριν από δυο μέρες ταξίδεψε για την γειτονιά των αγγέλων ένας σπουδαίος μαθητής, ο Δημήτρης Αμανατίδης, που αρίστευσε, αν και καθηλωμένος για χρόνια σε αναπηρικό καροτσάκι και βραβεύτηκε από τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας, για την επιμονή και την αξιοπρέπεια του. Αν και γνώριζε ότι σύντομα θα φύγει από τη ζωή, λόγω του σοβαρού προβλήματος της υγείας του, αυτός διάβαζε, προόδευε, αρίστευε. Ο Δημήτρης αποτελεί το φωτεινό παράδειγμα για όλους εμάς τους μίζερους και αχάριστους που στην πρώτη δυσκολία σηκώνουμε τα χέρια ψηλά, αφοπλιζόμαστε από υπομονή και επιμονή, χάνοντας έτσι αμαχητί τον πόλεμο της επιβίωσης.
Καλό θα ήταν ανάλογες μικρές στιγμές της ζωής μας να χαραχθούν στα βάθη της ψυχής ως πυξίδα που θα πρέπει να ακολουθούμε στην πορεία προς το μέλλον.
Ας κρατήσουμε μέσα μας κάτι από την εξυπνάδα των μικρών παιδιών, για να μην αλλοιωθεί παντελώς ο ανθρώπινος χαρακτήρας μας, λαμβάνοντας υπόψιν τα λόγια της συγγραφέως Φραν Λέμποβιτζ: « Δεν συνάντησα ποτέ κανέναν που δεν είχε παρά πολύ έξυπνα παιδιά. Αναρωτιέμαι πως χάνεται όλη αυτή η εξυπνάδα στην ενηλικίωση».
Γιάννης Τσαπουρνιώτης