Του Σπύρου Στάλια*
Η επίμονη του ΔΝΤ, της ΕΚΤ, της ΕΕ και των ντόπιων νεοφιλελεύθερων φωστήρων τραπεζιτών και των πολιτικών τους, η χώρα μας, από φέτος και εφ’ εξής, να παρουσιάζει πλεόνασμα πάνω από 3%, αποδεικνύει ότι ακόμα στο μυαλό τους δεν έχουν ανακαλύψει τι διασυνδέει τον δημόσιο τομέα, τον ιδιωτικό τομέα και το εξωτερικό τομέα της οικονομίας.
Όσο αυτό δεν το ανακαλύπτουν, σας διαβεβαιωθώ ότι η χώρα από φέτος βρίσκεται ένα βήμα πριν από μια καθολική κατάρρευση, η οποία θα εκδηλωθεί αιφνιδίως με σφοδρή κοινωνική σύγκρουση.
Δεν μπορούν να κατανοήσουν ότι οι πλεονασματικές πολιτικές ή αλλιώς οι πολιτικές λιτότητας, που δήθεν περιορίζουν το κράτος, ουσιαστικά καταστρέφουν τον ιδιωτικό τομέα.
Είναι ένα σοβαρό θέμα το οποίο χρήζει μιας επιμελημένης ανάλυσης.
Ο δημόσιος τομέας της οικονομίας φορολογεί και δαπανά, ο ιδιωτικός τομέας επενδύει και αποταμιεύει, που είναι τα πραγματικά έσοδα των νοικοκυριών μετά την φορολόγηση τους, τις καταναλωτικές τους... δαπάνες και άλλες υποχρεώσεις δάνεια, γιατροί, κάρτες. Ο εξωτερικός τομέας της οικονομίας εξάγει και εισάγει. Με τις ενέργειες αυτές οι τομείς της οικονομίας αλληλοεπηρεάζονται.
Με άλλα λόγια, οι πράξεις των τομέων της οικονομίας σε τελική ανάλυση αλληλοκαθορίζουν το τελικό αποτέλεσμα, για την αύξηση ή μείωση του ΑΕΠ και της απασχόλησης,.
Τι συνδέει και τους τρεις τομείς της οικονομίας; Τους συνδέει η σχέση: (δαπάνες του δημόσιου-φορολογικά έσοδα του δημόσιου)+(δαπάνες του ιδιωτικού τομέα-αποταμιεύσεις του ιδιωτικού τομέα)+( εξαγωγές-εισαγωγές)=0. Αυτή η σχέση ισχύει πάντα, για κάθε οικονομία. Είναι σχέση παντώς καιρού. Είναι Νόμος.
Ας αφήσουμε κατά μέρος για λίγο τον εξωτερικό τομέα, και ας υποθέσουμε ότι η οικονομία αποτελείται από τον ιδιωτικό τομέα και τον δημόσιο τομέα. Τι συνδέει αυτούς τους δυο τομείς. Με βάση τα παραπάνω θα ισχύει: (δαπάνες του δημόσιου-φορολογικά έσοδα του δημόσιου)+(δαπάνες του ιδιωτικού τομέα-αποταμιεύσεις του ιδιωτικού τομέα)=0 ή αλλιώς (δαπάνες του δημόσιου-φορολογικά έσοδα του δημόσιου)= (αποταμιεύσεις του ιδιωτικού τομέα-δαπάνες του ιδιωτικού τομέα)
Πέρα από κάθε ακαδημία οικονομικής πειθούς και ιδεολογίας, με βάση την απλή λογιστική των εθνικών λογαριασμών, η σχέση αυτή, σημαίνει ότι, όταν ο δημόσιος τομέας έχει έλλειμμα, δηλαδή οι δαπάνες του είναι μεγαλύτερες από τα φορολογικά του έσοδα, τότε ο ιδιωτικός τομέας θα έχει περίσσευμα, δηλαδή τα τελικά έσοδα του ιδιωτικού τομέα (αποταμιεύσεις) είναι μεγαλύτερα από τις δαπάνες του. Προσοχή τώρα, όσο είναι το έλλειμμα του δημόσιου τομέα, τόσο ακριβώς είναι, έως το τελευταίο ευρώ, το περίσσευμα του ιδιωτικού τομέα.
Αντιστρόφως, όταν οι επενδυτικές δαπάνες του ιδιωτικού τομέα είναι μεγαλύτερες από τις αποταμιεύσεις του, δηλαδή δαπανά περισσότερα απ’ όσα εισπράττει, τότε ο δημόσιος τομέας έχει περίσσευμα, δηλαδή τα φορολογικά έσοδα του κράτους είναι μεγαλύτερα από τις δαπάνες του και κατά συνέπεια το κράτος μειώνει τον δανεισμό του. Και εδώ ισχύει το ίδιο, όσο είναι το έλλειμμα του ιδιωτικό τομέα τόσο ακριβώς θα είναι, έως το τελευταίο ευρώ, το περίσσευμα του δημόσιου τομέα.
Με βάση τα παραπάνω πως είναι δυνατόν να έχουμε αύξηση του ΑΕΠ. Αυτό είναι το ζητούμενο.
Αν ο στόχος του δημόσιου τομέα είναι να έχει διαρκή περισσεύματα, αυτό σημαίνει ότι ο ιδιωτικός τομέας αναλαμβάνει τις δαπάνες της οικονομικής ανάπτυξης της χώρας. Ανάπτυξη σημαίνει δαπάνη, πρώτα απ’ όλα.
Άρα ο ιδιωτικός τομέας θα πρέπει να δαπανήσει έτσι ώστε να καλύπτει:
1) τα πλεονάσματα του δημόσιου τομέα
2) τις απαιτήσεις των νοικοκυριών να αποταμιεύουν, μετά την δαπάνη τους για κατανάλωση, την αποπληρωμής των φόρων τους και άλλων υποχρεώσεων
3) να μπορούν οι επιχειρήσεις να αποπληρώνουν τους τόκους δανεισμού τους, που θα είναι υψηλοί, αφού ο δημόσιος τομέας αποσύρει χρήματα από την αγορά λόγω υψηλής φορολόγησης για την αποπληρωμή των πιστωτών (αυτά περί ποσοτικής χαλάρωσης είναι φαιδρά).
4) να δημιουργεί κέρδη
Οίκοθεν νοείται ότι το παραπάνω εγχείρημα είναι εν τη γενέσει του θνησιγενές. Οι επιχειρήσεις βραχυχρονίως μπορεί να παρουσιάζουν μεγάλα ελλείμματα, μακροχρονίως δε ποτέ, διότι θα πτωχεύσουν. Οι επιχειρήσεις λειτουργούν με στόχο το κέρδος. Αν οι δαπάνες τους για να καλύψουν τα παραπάνω, ξεπερνούν τα κέρδη τους, θα περικόψου τις δαπάνες τους για να έχουν κέρδη. Αυτό σημαίνει βαθειά ύφεση και ανεργία, έως το σημείο εκείνο που το κράτος αδυνατώντας να μαζέψει φόρους, θα βρεθεί σε έλλειμμα και πάλι, με ΑΕΠ κατώτερο απ’ ότι ξεκίνησε και με ανεργία μεγαλύτερη από ότι ήταν πριν.
Αν ο δημόσιος τομέας επιμείνει στην ίδια πολιτική, να έχει περισσεύματα, η ύφεση θα είναι πια επική που θα συνοδευτεί με κοινωνική έκρηξη.
Ας βάλουμε τώρα και τον εξωτερικό τομέα της οικονομίας στην εικόνα μας, μήπως τα παραπάνω συμπεράσματα μεταβληθούν.
Ας υποθέσουμε ότι ο εξωτερικός τομέας έχει περίσσευμα, δηλαδή οι εξαγωγές είναι μεγαλύτερες από τις εισαγωγές. Αν ο δεδηλωμένος στόχος της Κυβέρνησης είναι να έχει περίσσευμα, τότε η αφαίρεση ρευστού χρήματος από την οικονομία λόγω της υψηλής φορολογίας, θα μπορούσε να καλυφτεί από το περίσσευμα του εξωτερικού τομέα, από χρήματα που έρχονται από το εξωτερικό, αν υποθέσουμε ότι τα μεγέθη είναι ίσα. Δηλαδή η φορολογία μείον τις δαπάνες του κράτους είναι όσες με τις εξαγωγές μείον τις εισαγωγές. Στην περίπτωση αυτή αν ο ιδιωτικός τομέας δεν θα αλλάξει την συμπροφορά του, δηλαδή η ζήτηση παραμείνει ίδια, τότε και το ΑΕΠ και οι θέσεις εργασίας δεν θα μεταβληθούν. Κατά συνέπεια στην περίπτωση αυτή δεν μπορούμε να μιλάμε για οικονομική ανάπτυξη.
Ας υποθέσουμε πάλι ότι εξωτερικός τομέας έχει περίσσευμα, η πολιτική λιτότητας, φόροι μεγαλύτεροι από τις κρατικές δαπάνες, θα μπορούσε να εφαρμοστεί, χωρίς η ανάπτυξη να τεθεί σε κίνδυνο και οι θέσεις εργασίας, αν και εφ’ όσον ο ιδιωτικός τομέας παρουσίαζε έλλειμμα, δηλαδή οι δαπάνες του να είναι μεγαλύτερες από το εισόδημα του. Αυτή η πολιτική φυσικά δεν είναι βιώσιμη ούτε βραχυχρονίως όπως προείπαμε.
Με άλλα λόγια, για να έχει επιτυχία η πολιτική λιτότητας, με ισοζύγιο πληρωμών πλεονασματικό, αυτό εξαρτάται από την συμπεριφορά του ιδιωτικού τομέα.
Αν υποθέσουμε ότι ο δημόσιος τομέας επιθυμεί να έχει πλεόνασμα και ο ιδιωτικός επιμείνει να έχει επίσης πλεόνασμα, δηλαδή τα έσοδα του να είναι μεγαλύτερα από τις δαπάνες του, και με πλεονασματικό ισοζύγιο πληρωμών (εξωτερικός τομέας), το αποτέλεσμα θα είναι πάλι μείωση του εθνικού εισοδήματος, αύξηση της ανεργίας, και ο δημόσιος τομέας να βρεθεί πάλι με έλλειμμα.
Με άλλα λόγια καθώς ο ιδιωτικός τομέας και δημόσιος τομέας μειώνουν τις δαπάνες τους το ΑΕΠ θα μειωθεί έστω και αν αυξάνονται οι εξαγωγές. Όσο η συμπεριφορά του ιδιωτικού τομέα παραμένει η ίδια, τόσο και το κράτος δεν θα μπορεί να ασκήσει την πολιτική των πλεονασμάτων.
Αν λοιπόν ο δημόσιος τομέας επιθυμεί να έχει πλεονάσματα, τότε θα πρέπει ο εξωτερικός τομέας να είναι εκείνος που μέσω της αύξησης των εξαγωγών θα ικανοποιεί την επιθυμία του ιδιωτικού τομέα να αποταμιεύει, δηλαδή να αντισταθμίζει την διαρροή χρήματος από τον δημόσιο και ιδιωτικό τομέα. Οίκοθεν νοείται ότι το ΑΕΠ θα μειωθεί έως το σημείο εκείνο όπου το πλεόνασμα του εξωτερικού τομέα θα εξισωθεί με τα έσοδα του ιδιωτικού τομέα. Αν όμως ο ιδιωτικός τομέας συνεχίσει να αποταμιεύει, αφού θα εξακολουθεί να ισχύει η πολιτική της λιτότητας, θα έχουμε περαιτέρω μείωση του ΑΕΠ και το κράτος πάλι με ελλείμματα.
Η μονή περίπτωση η πολιτική των κρατικών πλεονασμάτων να είναι βιώσιμη, είναι το περίσσευμα από τις εξαγωγές-εισαγωγές, να είναι τόσο μεγάλο που να καλύπτει και τα πλεονάσματα του κράτους και το πλεόνασμα του ιδιωτικού τομέα άλλα και να συνεισφέρει περαιτέρω στην οικονομική ανάπτυξη. Αυτή η περίπτωση είναι όμως σπάνια και βραχυχρόνια..
Αν υποθέσουμε τώρα ότι το ισοζύγιο πληρωμών είναι ελλειμματικό και η κυβέρνηση επιθυμεί να ασκήσει πλεονασματική πολιτική τότε οδηγεί την χώρα με την θέληση της σε βίαιη καταστροφή.
Από την παραπάνω ανάλυση έγινε κατανοητό ότι η πολιτική των πλεονασμάτων ή η πολιτική της λιτότητας δεν είναι βιώσιμη, είναι καταστροφική, γιατί είναι αντιαναπτυξιακή και όποιος υποστηρίζει το αντίθετο, λίαν επιεικώς δεν γνωρίζει οικονομικά.
Είναι προφανές λοιπόν, η επιμονή μας, για εννέα ολόκληρα χρονιά, να πιστεύουμε στο ευρώ και στις πλεονασματικές πολιτικές ή ακόμα να πιστεύουμε «θεωρίες» που ισχυρίζονται ότι το ευρώ ή το χρήμα γενικότερα δεν παίζει ρόλο στην οικονομία, μας έχουν φέρει σε αυτή την δύσκολη κατάσταση από όπου δεν υπάρχει οδός διαφυγής.
Η Χώρα και η Ελληνική Οικονομία, με την επιμονή των θεσμών για διαρκή περισσεύματα του Δημόσιου Τομέα, βρίσκονται πριν από μια αιφνίδια βιβλική καταστροφή που θα έλθει.
Η επιστροφή στο Εθνικό Νόμισμα είναι επιβεβλημένη.
Πιο άπλα δεν γίνεται.
spyridonstalias@hotmail.com
Υ.Γ. Καλό θα ήταν οι φοιτητές των οικονομικών ή όσοι ενδιαφέρονται, να δουν τα παραπάνω χρησιμοποιώντας αριθμούς ή να παρακολουθήσουν τις παραπάνω σκέψεις μέσα από τους εθνικούς λογαριασμούς για να μην έχουν καμία αμφιβολία.
*Ο Σπύρος Στάλιας είναι οικονομολόγος Ph.D και επικεφαλής του Τομέα Οικονομίας του ΕΠΑΜ
Πατσιαρίκας Δημήτριος
Πηγή:http://seisaxthia-epam.blogspot.gr
Η επίμονη του ΔΝΤ, της ΕΚΤ, της ΕΕ και των ντόπιων νεοφιλελεύθερων φωστήρων τραπεζιτών και των πολιτικών τους, η χώρα μας, από φέτος και εφ’ εξής, να παρουσιάζει πλεόνασμα πάνω από 3%, αποδεικνύει ότι ακόμα στο μυαλό τους δεν έχουν ανακαλύψει τι διασυνδέει τον δημόσιο τομέα, τον ιδιωτικό τομέα και το εξωτερικό τομέα της οικονομίας.
Όσο αυτό δεν το ανακαλύπτουν, σας διαβεβαιωθώ ότι η χώρα από φέτος βρίσκεται ένα βήμα πριν από μια καθολική κατάρρευση, η οποία θα εκδηλωθεί αιφνιδίως με σφοδρή κοινωνική σύγκρουση.
Δεν μπορούν να κατανοήσουν ότι οι πλεονασματικές πολιτικές ή αλλιώς οι πολιτικές λιτότητας, που δήθεν περιορίζουν το κράτος, ουσιαστικά καταστρέφουν τον ιδιωτικό τομέα.
Είναι ένα σοβαρό θέμα το οποίο χρήζει μιας επιμελημένης ανάλυσης.
Ο δημόσιος τομέας της οικονομίας φορολογεί και δαπανά, ο ιδιωτικός τομέας επενδύει και αποταμιεύει, που είναι τα πραγματικά έσοδα των νοικοκυριών μετά την φορολόγηση τους, τις καταναλωτικές τους... δαπάνες και άλλες υποχρεώσεις δάνεια, γιατροί, κάρτες. Ο εξωτερικός τομέας της οικονομίας εξάγει και εισάγει. Με τις ενέργειες αυτές οι τομείς της οικονομίας αλληλοεπηρεάζονται.
Με άλλα λόγια, οι πράξεις των τομέων της οικονομίας σε τελική ανάλυση αλληλοκαθορίζουν το τελικό αποτέλεσμα, για την αύξηση ή μείωση του ΑΕΠ και της απασχόλησης,.
Τι συνδέει και τους τρεις τομείς της οικονομίας; Τους συνδέει η σχέση: (δαπάνες του δημόσιου-φορολογικά έσοδα του δημόσιου)+(δαπάνες του ιδιωτικού τομέα-αποταμιεύσεις του ιδιωτικού τομέα)+( εξαγωγές-εισαγωγές)=0. Αυτή η σχέση ισχύει πάντα, για κάθε οικονομία. Είναι σχέση παντώς καιρού. Είναι Νόμος.
Ας αφήσουμε κατά μέρος για λίγο τον εξωτερικό τομέα, και ας υποθέσουμε ότι η οικονομία αποτελείται από τον ιδιωτικό τομέα και τον δημόσιο τομέα. Τι συνδέει αυτούς τους δυο τομείς. Με βάση τα παραπάνω θα ισχύει: (δαπάνες του δημόσιου-φορολογικά έσοδα του δημόσιου)+(δαπάνες του ιδιωτικού τομέα-αποταμιεύσεις του ιδιωτικού τομέα)=0 ή αλλιώς (δαπάνες του δημόσιου-φορολογικά έσοδα του δημόσιου)= (αποταμιεύσεις του ιδιωτικού τομέα-δαπάνες του ιδιωτικού τομέα)
Πέρα από κάθε ακαδημία οικονομικής πειθούς και ιδεολογίας, με βάση την απλή λογιστική των εθνικών λογαριασμών, η σχέση αυτή, σημαίνει ότι, όταν ο δημόσιος τομέας έχει έλλειμμα, δηλαδή οι δαπάνες του είναι μεγαλύτερες από τα φορολογικά του έσοδα, τότε ο ιδιωτικός τομέας θα έχει περίσσευμα, δηλαδή τα τελικά έσοδα του ιδιωτικού τομέα (αποταμιεύσεις) είναι μεγαλύτερα από τις δαπάνες του. Προσοχή τώρα, όσο είναι το έλλειμμα του δημόσιου τομέα, τόσο ακριβώς είναι, έως το τελευταίο ευρώ, το περίσσευμα του ιδιωτικού τομέα.
Αντιστρόφως, όταν οι επενδυτικές δαπάνες του ιδιωτικού τομέα είναι μεγαλύτερες από τις αποταμιεύσεις του, δηλαδή δαπανά περισσότερα απ’ όσα εισπράττει, τότε ο δημόσιος τομέας έχει περίσσευμα, δηλαδή τα φορολογικά έσοδα του κράτους είναι μεγαλύτερα από τις δαπάνες του και κατά συνέπεια το κράτος μειώνει τον δανεισμό του. Και εδώ ισχύει το ίδιο, όσο είναι το έλλειμμα του ιδιωτικό τομέα τόσο ακριβώς θα είναι, έως το τελευταίο ευρώ, το περίσσευμα του δημόσιου τομέα.
Με βάση τα παραπάνω πως είναι δυνατόν να έχουμε αύξηση του ΑΕΠ. Αυτό είναι το ζητούμενο.
Αν ο στόχος του δημόσιου τομέα είναι να έχει διαρκή περισσεύματα, αυτό σημαίνει ότι ο ιδιωτικός τομέας αναλαμβάνει τις δαπάνες της οικονομικής ανάπτυξης της χώρας. Ανάπτυξη σημαίνει δαπάνη, πρώτα απ’ όλα.
Άρα ο ιδιωτικός τομέας θα πρέπει να δαπανήσει έτσι ώστε να καλύπτει:
1) τα πλεονάσματα του δημόσιου τομέα
2) τις απαιτήσεις των νοικοκυριών να αποταμιεύουν, μετά την δαπάνη τους για κατανάλωση, την αποπληρωμής των φόρων τους και άλλων υποχρεώσεων
3) να μπορούν οι επιχειρήσεις να αποπληρώνουν τους τόκους δανεισμού τους, που θα είναι υψηλοί, αφού ο δημόσιος τομέας αποσύρει χρήματα από την αγορά λόγω υψηλής φορολόγησης για την αποπληρωμή των πιστωτών (αυτά περί ποσοτικής χαλάρωσης είναι φαιδρά).
4) να δημιουργεί κέρδη
Οίκοθεν νοείται ότι το παραπάνω εγχείρημα είναι εν τη γενέσει του θνησιγενές. Οι επιχειρήσεις βραχυχρονίως μπορεί να παρουσιάζουν μεγάλα ελλείμματα, μακροχρονίως δε ποτέ, διότι θα πτωχεύσουν. Οι επιχειρήσεις λειτουργούν με στόχο το κέρδος. Αν οι δαπάνες τους για να καλύψουν τα παραπάνω, ξεπερνούν τα κέρδη τους, θα περικόψου τις δαπάνες τους για να έχουν κέρδη. Αυτό σημαίνει βαθειά ύφεση και ανεργία, έως το σημείο εκείνο που το κράτος αδυνατώντας να μαζέψει φόρους, θα βρεθεί σε έλλειμμα και πάλι, με ΑΕΠ κατώτερο απ’ ότι ξεκίνησε και με ανεργία μεγαλύτερη από ότι ήταν πριν.
Αν ο δημόσιος τομέας επιμείνει στην ίδια πολιτική, να έχει περισσεύματα, η ύφεση θα είναι πια επική που θα συνοδευτεί με κοινωνική έκρηξη.
Ας βάλουμε τώρα και τον εξωτερικό τομέα της οικονομίας στην εικόνα μας, μήπως τα παραπάνω συμπεράσματα μεταβληθούν.
Ας υποθέσουμε ότι ο εξωτερικός τομέας έχει περίσσευμα, δηλαδή οι εξαγωγές είναι μεγαλύτερες από τις εισαγωγές. Αν ο δεδηλωμένος στόχος της Κυβέρνησης είναι να έχει περίσσευμα, τότε η αφαίρεση ρευστού χρήματος από την οικονομία λόγω της υψηλής φορολογίας, θα μπορούσε να καλυφτεί από το περίσσευμα του εξωτερικού τομέα, από χρήματα που έρχονται από το εξωτερικό, αν υποθέσουμε ότι τα μεγέθη είναι ίσα. Δηλαδή η φορολογία μείον τις δαπάνες του κράτους είναι όσες με τις εξαγωγές μείον τις εισαγωγές. Στην περίπτωση αυτή αν ο ιδιωτικός τομέας δεν θα αλλάξει την συμπροφορά του, δηλαδή η ζήτηση παραμείνει ίδια, τότε και το ΑΕΠ και οι θέσεις εργασίας δεν θα μεταβληθούν. Κατά συνέπεια στην περίπτωση αυτή δεν μπορούμε να μιλάμε για οικονομική ανάπτυξη.
Ας υποθέσουμε πάλι ότι εξωτερικός τομέας έχει περίσσευμα, η πολιτική λιτότητας, φόροι μεγαλύτεροι από τις κρατικές δαπάνες, θα μπορούσε να εφαρμοστεί, χωρίς η ανάπτυξη να τεθεί σε κίνδυνο και οι θέσεις εργασίας, αν και εφ’ όσον ο ιδιωτικός τομέας παρουσίαζε έλλειμμα, δηλαδή οι δαπάνες του να είναι μεγαλύτερες από το εισόδημα του. Αυτή η πολιτική φυσικά δεν είναι βιώσιμη ούτε βραχυχρονίως όπως προείπαμε.
Με άλλα λόγια, για να έχει επιτυχία η πολιτική λιτότητας, με ισοζύγιο πληρωμών πλεονασματικό, αυτό εξαρτάται από την συμπεριφορά του ιδιωτικού τομέα.
Αν υποθέσουμε ότι ο δημόσιος τομέας επιθυμεί να έχει πλεόνασμα και ο ιδιωτικός επιμείνει να έχει επίσης πλεόνασμα, δηλαδή τα έσοδα του να είναι μεγαλύτερα από τις δαπάνες του, και με πλεονασματικό ισοζύγιο πληρωμών (εξωτερικός τομέας), το αποτέλεσμα θα είναι πάλι μείωση του εθνικού εισοδήματος, αύξηση της ανεργίας, και ο δημόσιος τομέας να βρεθεί πάλι με έλλειμμα.
Με άλλα λόγια καθώς ο ιδιωτικός τομέας και δημόσιος τομέας μειώνουν τις δαπάνες τους το ΑΕΠ θα μειωθεί έστω και αν αυξάνονται οι εξαγωγές. Όσο η συμπεριφορά του ιδιωτικού τομέα παραμένει η ίδια, τόσο και το κράτος δεν θα μπορεί να ασκήσει την πολιτική των πλεονασμάτων.
Αν λοιπόν ο δημόσιος τομέας επιθυμεί να έχει πλεονάσματα, τότε θα πρέπει ο εξωτερικός τομέας να είναι εκείνος που μέσω της αύξησης των εξαγωγών θα ικανοποιεί την επιθυμία του ιδιωτικού τομέα να αποταμιεύει, δηλαδή να αντισταθμίζει την διαρροή χρήματος από τον δημόσιο και ιδιωτικό τομέα. Οίκοθεν νοείται ότι το ΑΕΠ θα μειωθεί έως το σημείο εκείνο όπου το πλεόνασμα του εξωτερικού τομέα θα εξισωθεί με τα έσοδα του ιδιωτικού τομέα. Αν όμως ο ιδιωτικός τομέας συνεχίσει να αποταμιεύει, αφού θα εξακολουθεί να ισχύει η πολιτική της λιτότητας, θα έχουμε περαιτέρω μείωση του ΑΕΠ και το κράτος πάλι με ελλείμματα.
Η μονή περίπτωση η πολιτική των κρατικών πλεονασμάτων να είναι βιώσιμη, είναι το περίσσευμα από τις εξαγωγές-εισαγωγές, να είναι τόσο μεγάλο που να καλύπτει και τα πλεονάσματα του κράτους και το πλεόνασμα του ιδιωτικού τομέα άλλα και να συνεισφέρει περαιτέρω στην οικονομική ανάπτυξη. Αυτή η περίπτωση είναι όμως σπάνια και βραχυχρόνια..
Αν υποθέσουμε τώρα ότι το ισοζύγιο πληρωμών είναι ελλειμματικό και η κυβέρνηση επιθυμεί να ασκήσει πλεονασματική πολιτική τότε οδηγεί την χώρα με την θέληση της σε βίαιη καταστροφή.
Από την παραπάνω ανάλυση έγινε κατανοητό ότι η πολιτική των πλεονασμάτων ή η πολιτική της λιτότητας δεν είναι βιώσιμη, είναι καταστροφική, γιατί είναι αντιαναπτυξιακή και όποιος υποστηρίζει το αντίθετο, λίαν επιεικώς δεν γνωρίζει οικονομικά.
Είναι προφανές λοιπόν, η επιμονή μας, για εννέα ολόκληρα χρονιά, να πιστεύουμε στο ευρώ και στις πλεονασματικές πολιτικές ή ακόμα να πιστεύουμε «θεωρίες» που ισχυρίζονται ότι το ευρώ ή το χρήμα γενικότερα δεν παίζει ρόλο στην οικονομία, μας έχουν φέρει σε αυτή την δύσκολη κατάσταση από όπου δεν υπάρχει οδός διαφυγής.
Η Χώρα και η Ελληνική Οικονομία, με την επιμονή των θεσμών για διαρκή περισσεύματα του Δημόσιου Τομέα, βρίσκονται πριν από μια αιφνίδια βιβλική καταστροφή που θα έλθει.
Η επιστροφή στο Εθνικό Νόμισμα είναι επιβεβλημένη.
Πιο άπλα δεν γίνεται.
spyridonstalias@hotmail.com
Υ.Γ. Καλό θα ήταν οι φοιτητές των οικονομικών ή όσοι ενδιαφέρονται, να δουν τα παραπάνω χρησιμοποιώντας αριθμούς ή να παρακολουθήσουν τις παραπάνω σκέψεις μέσα από τους εθνικούς λογαριασμούς για να μην έχουν καμία αμφιβολία.
*Ο Σπύρος Στάλιας είναι οικονομολόγος Ph.D και επικεφαλής του Τομέα Οικονομίας του ΕΠΑΜ
Πατσιαρίκας Δημήτριος
Πηγή:http://seisaxthia-epam.blogspot.gr