Περίληψη του Προηγουμένου: Η Ελλάδα μετά από δύο πολέμους μέσα σε ένα εξάμηνο χάνει την μάχη μπροστά στους Γερμανούς. Εχει όμως τρεις κατοχικές δυνάμεις που διαμοιράζονται την επικράτειας. Την Γερμανία από την οποία ηττήθηκε, την Ιταλία την οποία νίκησε και την Βουλγαρία με την οποία δεν πολέμησε καν.
Η κατοχή της Ανατολικής Μακεδονίας και Θράκης ήταν το δώρο των συμμάχων τους Γερμανών. Η κατοχή της Βουλγαρίας ήταν η πιο επικίνδυνη καθώς υποδήλωνε μακροχρόνιες σκοπιμότητες αλλαγής των συνόρων και επέκτασης της Βουλγαρίας μέχρι το Αιγαίο και παγίωσης της με κινήσεις αλλοίωσης των δημογραφικών δεδομένων της περιοχής. Είναι η Τρίτη φορά που κατέχει η Βουλγαρία την Ανατολική Μακεδονία, η πρώτη χωρίς πόλεμο.
Η «Εξέγερση» της Δράμας». Ένα Πογκρόμ εις βάρος των Ελλήνων.
Τα πρώτα θύματα της Γερμανικής-Ιταλικής Κατοχής, χιλιάδες τον αριθμό, δεν οφείλονταν, όπως γενικά πιστεύει ο κόσμος, ούτε στους Γερμανούς ούτε στους Ιταλούς κατακτητές αλλά στους «εποίκους» Βουλγάρους. Σε λίγες μέρες οι Βούλγαροι δολοφόνησαν, εκτέλεσαν κλπ. στην Ανατολική Μακεδονία και τη Θράκη 6000-7000 Έλληνες πατριώτες αδιαφόρως ηλικίας και φύλου. Από τους Γερμανούς και τους Ιταλούς αθροιστικά οι εκτελέσεις κλπ ομήρων σε όλα τα μαρτυρικά χωριά της πατρίδας μας (π.χ Καλάβρυτα, Βιάννου, Κάνδανο, Καισαριανή, Υπάτη, Πύργοι Εορδαίας, κλπ.) τα τέσσερα χρόνια της Ναζιστικής Κατοχής ήταν σε απόλυτους αριθμούς περίπου 13.000-15.000. Και βέβαια καμμιά περιοχή της Ελλάδος δεν αντιμετώπισε από τους Γερμανούς Ναζί κυρίως θέμα δημογραφικής αλλοίωσης του πληθυσμού με στόχο την προσάρτηση της. Προσπάθειες των Ιταλών να δημιουργήσουν τέτοιο οικειοποιούμενοι μωροφιλοδοξίες επαρμένων Βλαχόφωνων σε μικρό αριθμό βλαχόφωνων κοινοτήτων κυρίως στο ν. Γρεβενών, έπεσαν στο κενό και δεν είχαν κόστος σε ανθρώπινες ζωές.
Οι Έλληνες πατριώτες της Ανατολικής Μακεδονίας και Θράκης, από την πρώτη ημέρα δεν είδαν με καλό μάτι την για τρίτη φορά κατάληψη των χωριών τους από τους Βουλγάρους κατακτητές και μάλιστα χωρίς πόλεμο. Για τους Ελληνες σημασία δεν είχε αν οι Βούλγαροι ήταν «Φασίστες» ή Τσαρικοί ή Δημοκρατικοί, αρκεί που ήταν Βούλγαροι. Και οι ανησυχίες τους εδραιώθηκαν όταν είδαν τους Βουλγάρους αμέσως μετά την είσοδό τους στην Ελλάδα να εξαπολύουν μια χωρίς προηγούμενο εκστρατεία εκβουλγαρισμού με τον φόβο, τις απειλές, την άμεση κατάλυση όλων των μορφών της Ελληνικής διοίκησης - Νομάρχες, Δημάρχους, Δικαιοσύνη, Παιδεία, Μητροπολίτες και κλήρο, χωροφυλακή- και την εγκατάσταση αντίστοιχων βουλγαρικών Αρχών και την εισαγωγή Βούλγαρων στα εδάφη αυτά ως εποίκων. Έκλεισαν τα Ελληνικά σχολεία και απέλυσαν τους δασκάλους και καθηγητές, απαγόρευσαν, αρχικά, σε Έλληνες ιερείς να τελούν ιεροπραξίες και, αμέσως μετά τους αντικατέστησαν με εισαγόμενους Βουλγάρους δασκάλους και ιερείς. Απαγόρευσαν την ομιλία της Ελληνικής γλώσσας στο δρόμο και τη χρήση της Ελληνικής γραφής ακόμη και στους τάφους κλπ. Τα μέτρα αυτά που οδηγούσαν ευθέως στον εκβουλγαρισμό των Ελλήνων, συνεχίστηκαν, βεβαίως, και επεκτάθηκαν σε όλη την περίοδο της Κατοχής. Δια των μέτρων αυτών έβαλαν σε σκέψεις τη συντριπτική πλειοψηφία των απλών, κανονικών, Ελλήνων της Ανατολικής Μακεδονίας, εξάπτοντας την εθνική τους συνείδηση και προκαλώντας την ανησυχία από τις πρώτες ημέρες της Βουλγάρικης κατοχής.
Ομάδες Ελλήνων πατριωτών που γνώριζαν από πρώτο χέρι τη βουλγάρικη αγριότητα του παρελθόντος αλλά και το μίσος των Βουλγάρων εναντίον των Ελλήνων, ξεσηκωμένοι μερικοί από τους λιγοστούς ούτως ή άλλως Έλληνες κομμουνιστές τους οποίους και πίστεψαν, χωρίς να γνωρίζουν τις μύχιες σκέψεις τους και τις «συμφωνίες τους», επιτέθηκαν με ό,τι οπλισμό διέθεταν εναντίον αστυνομικών σταθμών σκοτώνοντας μερικούς, 5-10, Βούλγαρους χωροφύλακες σε διάφορες κωμοπόλεις και χωριά του νομού Δράμας (Προσοτσάνη, Κουδούνια, Κύργια) αρχίζοντας από το Δημαρχείο του Δοξάτου όπου σκοτώθηκαν 4 Βούλγαροι χωροφύλακες. Η εξέγερση απλώθηκε στην περιοχή της Δράμας και μάλιστα παρά το αξιοπερίεργο γεγονός ότι σε μερικά χωριά ορισμένοι Έλληνες ένοπλοι «..συναδελφώνονται με Βούλγαρους ένοπλους και γιορτάζουν την «απελευθέρωση» της Μακεδονίας, προφανώς, από τους κακούς Βούλγαρους φασίστες.. Σε άλλα χωριά, στους δρόμους ακούγονταν η ‘Κομμουνιστική Διεθνής’!» (ΖΑΟΥΣΗΣ, 2015 (1987), σελ. 334). Και ξαφνικά ήρθε η απάντηση των Βουλγάρων. Ήταν μία απάντηση προειλημμένη, προσχεδιασμένη, ορμητική και ήταν συντριπτική εναντίον των αμάχων. Οι Βούλγαροι μπορεί να μην οργάνωσαν οι ίδιοι άμεσα την εξέγερση αλλά την κατέπνιξαν με αποφασιστικότητα. Οι καλά εξοπλισμένες βουλγαρικές μονάδες στρατού, χωροφυλακής και οπλισμένων εποίκων συλλάμβαναν και εκτελούσαν τους Έλληνες κατά μάζες. Την νύκτα της 29ης προς 30η Σεπτεμβρίου μετατράπηκε σε σφαγείο το μεγαλύτερο μέρος της Ανατολικής Μακεδονίας. Τα θύματα των μαχών και κυρίως οι δολοφονίες των αμάχων, εκείνου του -χωρίς σχέδιο και χωρίς πιθανότητες επιτυχίας - ξεσηκωμού ανήλθαν σε 6.000 έως 7.000 ψυχές…, το συντριπτικό μέρος των οποίων ήταν γυναικόπαιδα, γέροι και όμηροι..
Τα όσα συνέβησαν τότε στην Ανατολική Μακεδονία είναι ο απόλυτος ορισμός της λέξης Πογκρόμ που προέρχεται από τη ρωσική λέξη погром (πογκρόμ), από το ρήμα "громить" (γκρομίτ) που ερμηνεύεται «συντρίβω») και σημαίνει «Μαζική και οργανωμένη βίαιη επίθεση εναντίον κάποιας συγκεκριμένης εθνικής, θρησκευτικής ή άλλης ομάδας, με ταυτόχρονη καταστροφή του περιβάλλοντός τους (σπίτια, επιχειρήσεις, θρησκευτικοί χώροι, κοκ.)». Η αγριότητα αλλά και τα μέσα που χρησιμοποιήθηκαν στην περίπτωση της «επανάστασης» από τους «Βούλγαρους Φασίστες», όπως πάγια χαρακτηρίζει το ΚΚΕ την τότε βουλγαρική κυβέρνηση - από την οποία όμως δέχθηκε να πάρουν σημαίνοντα στελέχη του Βουλγαρικές Ταυτότητες για να αποφυλακισθούν από την Ακροναυπλία και να μεταφερθούν με αυτοκίνητα της Βουλγαρικής Πρεσβείας στην θεσσαλονίκη - είναι η μόνη περίπτωση πραγματικού κατ’ ορισμό ΠΟΓΚΡΟΜ που έχει συντελεστεί σε όλη την περίοδο της Κατοχής. Λεπτομερή περιγραφή των όσων βίωσε η περιοχή αυτή ολόκληρη τη Βουλγαρική Κατοχή θα μπορούσε κανείς να βρει στην έκθεση που συντάχθηκε από Επιτροπή Καθηγητών του Πανεπιστημίου Αθηνών υπό τον Καθηγητή Χόνδρο (Έκθεση Καθηγητών Παν/μίου, 1945).
Το πρώτο πλήγμα το δέχθηκε το Δοξάτο, στο οποίο επιτέθηκαν, μέσα στο σκοτάδι, δυνάμεις Βουλγαρικές από τη Δράμα και την Καβάλα. Οι κάτοικοί του συγκεντρώθηκαν σε ένα χωράφι και χωρίστηκαν στους άνδρες 20-40 ετών και σε όλους τους υπόλοιπους. Τους, περίπου, 400 άνδρες ρώτησε ένας Βούλγαρος Συνταγματάρχης επί λέξει: «Όποιος είναι Βούλγαρος να σηκωθεί και να βγει έξω. Θα αφεθεί ελεύθερος». Δεν σηκώθηκε κανείς. Και δεν επέζησε κανείς… Σε ομάδες των δέκα πέντε-είκοσι εκτελέστηκαν όλοι εκείνο το βράδυ. Ομαδικές επιθέσεις με πυρπολήσεις οικιών, σχολείων κλπ και φόνους έγιναν την ίδια ακριβώς νύκτα στα χωριά Νικηφόρος, Πλατανιά, Πλατανόβρυση, Παληάμπελα, Τερψιθέα, Λιμνήσκη, Χαμοκερασιά, Σαχίνι, Δρυμότοπος, Φτελιά, Καλαμπάκη, Βαλτοχώρι. Η Προσοτσάνη βομβαρδίστηκε πρώτα με αεροπλάνο και όλμους και μετά εισέβαλε στρατιωτικό απόσπασμα το οποίο αφού ξεχώρισε 90 κατοίκους, τους εκτέλεσε. Πενήντα εκτελέστηκαν στο κάτω Νευροκόπι, 24 στο Χρυσοκέφαλο, 45 στον Σιταγρό, 25 στον Καλό Αγρό, 47 κάηκαν μέσα σε αχυρώνα, στα Κύργια 150. (ΓΡΗΓΟΡΙΑΔΗΣ, 2011(1973), τομ.1 σελ. 137).
Στην πόλη της Δράμας σύμφωνα με τις επίσημες κομματικές πηγές του ΚΚΕ υπήρξε εξέγερση, αντίσταση, δολιοφθορές όπως η ανατίναξη του εργοστασίου ηλεκτροπαραγωγής κλπ. ομιλούν για αντιστάσεις, ανατίναξη του εργοστασίου ηλεκτροπαραγωγής κλπ. Σύμφωνα με τον Γρηγοριάδη (τομ.1, σελ. 136) δεν είχε γίνει καμιά επαναστατική εκδήλωση στις 28-29 Σεπτεμβρίου παρά μόνο η δολοφονία από αγνώστους του Έλληνα φύλακα Απ. Χατζηπέτρου στο τοπικό εργοστάσιο ηλεκτροπαραγωγής. Όμως Βούλγαροι στρατιώτες και «νέο-έποικοι» τις πρώτες μεταμεσονύκτιες ώρες της 29 Σεπτεμβρίου συνελάμβαναν και σκότωναν επί τόπου με κάθε τρόπο πυροβολισμούς, ξύλα κλπ., όποιους εύρισκαν εκείνες τις ώρες στο δρόμο που δεν ήταν άλλοι από φτωχούς μεροκαματιάρηδες αρτεργάτες και αρτοποιούς που ήταν οι μόνοι που θα μπορούσαν να κυκλοφορούν εκείνες τις ώρες, πηγαίνοντας στις δουλειές τους. Οι κάτοικοι ακούγοντας τους ασυνήθιστους θορύβους, τις κινήσεις ανθρώπων και τροχοφόρων, τους πυροβολισμούς και τις ανθρώπινες κραυγές, έμεναν από το φόβο στα σπίτια τους αλλά ειδοποιήθηκαν, ξημερώνοντας, με τελάληδες να συγκεντρωθούν στην κεντρική πλατεία της πόλης όπου είτε θανατώνονταν επί τόπου είτε μεταφέρονταν στη θέση Πευκάκια όπου, όμως, θανατώνονταν με τον ίδιο τρόπο: με πυροβολισμούς, σκαπάνες, τσεκούρια. Οι νεκροί στην Δράμα ήταν πάνω από 500.. (πεντακόσιους).
(Συνεχίζεται)