Η τρίτη Κυριακή μετά το Πάσχα είναι γνωστή ως «Κυριακή του Παραλύτου». Την μέρα αυτή διαβάζεται η περικοπή του κατά Ιωάννη Ευαγγελίου ,που αναφέρεται στο γνωστό περιστατικό του επί 38 χρόνια καθηλωμένου στο κρεβάτι του παράλυτου, που περίμενε υπομονετικά να έρθει η στιγμή που κάποιος θα τον έριχνε στην κολυμβήθρα της Βηθεσδά την ώρα που άγγελος τάρασσε τα νερά ,ώστε να θεραπευθεί.
Υπήρχε πλήθος πολύ των ασθενούντων και των συνοδών των, ασφαλώς και πολλών περαστικών ,όμως δεν βρέθηκε επί τόσα χρόνια ένας άνθρωπος να δώσει χέρι βοήθειας στον κατάκοιτο παράλυτο.
Όταν ο Χριστός τον αντίκρισε και τον ρώτησε αν θέλει να γιατρευτεί. Ο παράλυτος αντί άλλης αναμενομένης θετικής απάντησης, εξέφρασε μόνο το παράπονο του. «Κύριε, άνθρωπον ουκ έχω..» Είμαι μόνος και έρημος μέσα στο πλήθος αυτών των ανθρώπων. Δεν υπάρχει κάποιος να αισθανθεί τον πόνο μου, να με ακούσει και να με συμπαρασταθεί.
Η κραυγή πόνου και αγωνίας για την μοναξιά και την απανθρωπιά, που ένοιωσε ο παράλυτος είναι διαχρονική και ιδιαίτερα επίκαιρη στην εποχή μας .Εποχή της φαινομενικά απίστευτης επικοινωνίας των ανθρώπων μέσω της τεχνολογίας των κινητών τηλεφώνων και του διαδικτύου, ουσιαστικά όμως εποχή της θλιβερής μοναχικότητας, απομόνωσης και εγκατάλειψης που νοιώθει ο σημερινός άνθρωπος. Ο γνωστός συγγραφέας Αντώνης Σαμαράκης είχε γράψει χαρακτηριστικά, «ποτέ άλλοτε οι στέγες των ανθρώπων δεν ήταν τόσο κοντά η μία στην άλλη και ποτέ άλλοτε οι καρδιές των ανθρώπων δεν ήταν τόσο μακριά η μία από την άλλη». Το νοιώθουμε στις πολυκατοικίες που διπλοκλειδωνόμαστε ερμητικά στο διαμέρισμα μας ,την ώρα που στο διπλανό ο γείτονας μπορεί να πεθαίνει ή να έχει ανάγκη από ένα πιάτο φαγητό και εμείς τον αγνοούμε και αδιαφορούμε.
«Άνθρωπον ουκ έχω» κραυγάζουν καθημερινά, χωρίς να τους ακούει κανείς, άρρωστοι μόνοι στα νοσοκομεία, τα γηροκομία, στους δρόμους, άστεγοι, νηστικοί, εγκαταλελειμμένοι, ντόπιοι και πρόσφυγες, γέροι και μικρά παιδιά. Την ίδια κραυγή και παράπονο αφήνουν συνάνθρωποι μας στις λίστες αναμονής, σαν τον παράλυτο, για δωρεά νεφρού, καρδιάς, αίματος για να επιζήσουν από τους σπανίζοντες δωρητές οργάνων. Οι ατομιστές, εγωκεντρικοί και απνευμάτιστοι σημερινοί άνθρωποι μένουν ασυγκίνητοι για τον πάσχοντα διπλανό τους ,ακόμη και αν πρόκειται για στενό συγγενή τους.
Υπάρχουν ευτυχώς οι εξαιρέσεις των ολίγων ανιδιοτελών, ευαίσθητων και θυσιαστικών ανθρώπων, που αποτελούν το «άλας» που συντηρεί και νοηματοδοτεί ως ένα σημείο την φθίνουσα κοινωνία μας. Και η ελπίδα για μια ανθρωπινότερη κοινωνία έρχεται απρόσμενα από νέους ανθρώπους. Με έκπληξη και χαρά ακούσαμε την είδηση ότι μαθητές λυκείου της Θεσσαλονίκης συγκρότησαν φιλανθρωπική ομάδα αλληλεγγύης με την ονομασία «Ραντεβού ζωής», που αποτελείται από νεαρούς δωρητές μυελού οστών για την θεραπεία παιδιών πασχόντων από λευχαιμία. Είναι συγκινητική και άξια πολλών επαίνων η πρωτοβουλία τους και ελπίζομε να βρει μιμητές. Τότε ίσως μπορέσουμε να πούμε με ανακούφιση ότι υπάρχουν ακόμη άνθρωποι.
Υπήρχε πλήθος πολύ των ασθενούντων και των συνοδών των, ασφαλώς και πολλών περαστικών ,όμως δεν βρέθηκε επί τόσα χρόνια ένας άνθρωπος να δώσει χέρι βοήθειας στον κατάκοιτο παράλυτο.
Όταν ο Χριστός τον αντίκρισε και τον ρώτησε αν θέλει να γιατρευτεί. Ο παράλυτος αντί άλλης αναμενομένης θετικής απάντησης, εξέφρασε μόνο το παράπονο του. «Κύριε, άνθρωπον ουκ έχω..» Είμαι μόνος και έρημος μέσα στο πλήθος αυτών των ανθρώπων. Δεν υπάρχει κάποιος να αισθανθεί τον πόνο μου, να με ακούσει και να με συμπαρασταθεί.
Η κραυγή πόνου και αγωνίας για την μοναξιά και την απανθρωπιά, που ένοιωσε ο παράλυτος είναι διαχρονική και ιδιαίτερα επίκαιρη στην εποχή μας .Εποχή της φαινομενικά απίστευτης επικοινωνίας των ανθρώπων μέσω της τεχνολογίας των κινητών τηλεφώνων και του διαδικτύου, ουσιαστικά όμως εποχή της θλιβερής μοναχικότητας, απομόνωσης και εγκατάλειψης που νοιώθει ο σημερινός άνθρωπος. Ο γνωστός συγγραφέας Αντώνης Σαμαράκης είχε γράψει χαρακτηριστικά, «ποτέ άλλοτε οι στέγες των ανθρώπων δεν ήταν τόσο κοντά η μία στην άλλη και ποτέ άλλοτε οι καρδιές των ανθρώπων δεν ήταν τόσο μακριά η μία από την άλλη». Το νοιώθουμε στις πολυκατοικίες που διπλοκλειδωνόμαστε ερμητικά στο διαμέρισμα μας ,την ώρα που στο διπλανό ο γείτονας μπορεί να πεθαίνει ή να έχει ανάγκη από ένα πιάτο φαγητό και εμείς τον αγνοούμε και αδιαφορούμε.
«Άνθρωπον ουκ έχω» κραυγάζουν καθημερινά, χωρίς να τους ακούει κανείς, άρρωστοι μόνοι στα νοσοκομεία, τα γηροκομία, στους δρόμους, άστεγοι, νηστικοί, εγκαταλελειμμένοι, ντόπιοι και πρόσφυγες, γέροι και μικρά παιδιά. Την ίδια κραυγή και παράπονο αφήνουν συνάνθρωποι μας στις λίστες αναμονής, σαν τον παράλυτο, για δωρεά νεφρού, καρδιάς, αίματος για να επιζήσουν από τους σπανίζοντες δωρητές οργάνων. Οι ατομιστές, εγωκεντρικοί και απνευμάτιστοι σημερινοί άνθρωποι μένουν ασυγκίνητοι για τον πάσχοντα διπλανό τους ,ακόμη και αν πρόκειται για στενό συγγενή τους.
Υπάρχουν ευτυχώς οι εξαιρέσεις των ολίγων ανιδιοτελών, ευαίσθητων και θυσιαστικών ανθρώπων, που αποτελούν το «άλας» που συντηρεί και νοηματοδοτεί ως ένα σημείο την φθίνουσα κοινωνία μας. Και η ελπίδα για μια ανθρωπινότερη κοινωνία έρχεται απρόσμενα από νέους ανθρώπους. Με έκπληξη και χαρά ακούσαμε την είδηση ότι μαθητές λυκείου της Θεσσαλονίκης συγκρότησαν φιλανθρωπική ομάδα αλληλεγγύης με την ονομασία «Ραντεβού ζωής», που αποτελείται από νεαρούς δωρητές μυελού οστών για την θεραπεία παιδιών πασχόντων από λευχαιμία. Είναι συγκινητική και άξια πολλών επαίνων η πρωτοβουλία τους και ελπίζομε να βρει μιμητές. Τότε ίσως μπορέσουμε να πούμε με ανακούφιση ότι υπάρχουν ακόμη άνθρωποι.