"Τι χάρη που έχει, ο καλομίλητος άνθρωπος! Σαν πρωινός ουρανός ασυννέφιαστος, σα βρυσούλα που τρέχει ταπεινά σ' ένα παράμερο μέρος και καρτερά υπομονετικά να περάσει ο κουρασμένος στρατοκόπος, για να τον ξεδιψάσει με το κρύο νερό της, δίχως να θέλει άλλη πληρωμή, παρεχτός απ' την χαρά να τον φχαριστήσει!"