Συνεχίζουμε το αφιέρωμά μας στις ηρωικές μορφές του Σουλίου, που πολέμησαν γενναία και με αυταπάρνηση ενάντια στον οθωμανό δυνάστη και έδωσαν επικές μάχες κατά του Αλή πασά και των στρατευμάτων του. Πλήθος τα ποιήματα που έχουν γραφεί για το Σούλι και τους αγώνες του, δημοτικά στιχουργήματα και λόγια ποιήματα γραμμένα από επώνυμους ποιητές.
Από την εξύμνηση των εντυπωσιακών αγωνιστών του δεν θα μπορούσε να απουσιάσει ο μεγάλος ποιητής μας, ο Κωστής Παλαμάς (1859-1943), που έγραψε και αυτός ποιήματα για το Σουλιώτη Μάρκο Μπότσαρη και περνάμε ευθύς αμέσως σε αυτά.
«Η παιδούλα στον τάφο του Μάρκου Μπότσαρη» του Κωστή Παλαμά
Η παιδούλα (= Ελληνοπούλα ή η Ελλάδα) στον τάφο του Μπότσαρη / πώς ξανοίγεται, σαν κρινολούλουδο! / Σταλαξιά πετροχάλαζου / τ’ αλαφρόγειρε απάνου στη γάστρα (= γλάστρα) / το λευκό κρινολούλουδο∙ / κι όμως έτσι αλαφόγυρτο, κοίτα / πώς απείραχτο στέκεται, ω! πώς / ξεχωρίζει, κορώνα της γάστρας!
Η παιδούλα στον τάφο του Μπότσαρη / γέρνει ολόγυμνη, και είναι σα να είναι / στα μαβιά σκαλιστή των αέρηδων, / όχι απάνου στην πέτρα. / Την αέρινη γύμνια της έχει / φορεσιά της και σκέπη της μέσα / στην πετρένια ζωή και στη μοίρα της. / Μα και ποια με το πλάσμα της πέτρας / βεργολίγερη (= λεπτή και λυγερή) χάρη και ποιων / ή πουλιών ή κλαδιών ή κορμιών / θα μπορούσε να βγει να παλέψει;
(Προς εσέ και η καρδιά μου και η σκέψη).
Να! Η παιδούλα στον τάφο του Μπότσαρη, / να! Αλαφρόγυρτη σα να ετοιμάζεται / στο κληρό (= εδώ σημαίνει κάτι το προσωπικό) να πλαγιάσει κλινάρι της / για τον ύπνο απαλά το χρυσόνειρο. / Μα η παιδούλα στον τάφο του Μπότσαρη / δε γυρεύει τον ύπνο ουδέ τ’ όνειρο. / Μελετάει τα λαμπρά παλληκάρια, / και στην πλάκα του τάφου αλαφρόγυρτη / για κοντύλι κρατώντας αϊτόφτερο, / γράφει απάνου στο μνήμα σου, Μπότσαρη, / με μια λέξη τον ύμνο σου: Δόξα! / Και δικός σου είν’ ο ύμνος κι αχώριστα / του Σουλιού τουρκοφάγου του βράχου σου / και της άλλης μεγάλης μητέρας / που είν’ απάνου κι απ’ όλα κι απ’ όλους μας / ύμνος. / Ποιος τ’ όνομά της, / το νόημά της και ποιος θα γνωρίσει, / νόημα κι όνομα ποιος θα μαντέψει;
(Προς εσέ και η καρδιά μου και η σκέψη).
Τ’ όνομά της και το νόημά της / γλυκοφέγγουν επάνω στο μνήμα / και μ’ αυτό σφιχτοδένονται. / Και το νόημά της και τ’ όνομά της / θα τα ξέρουν, / εσύ, τάφε, που πήρες τον ήρωα, / θα τα ξέρεις κι εσύ, ήρωα, / που θα ζεις και στον τάφο, / κι εσύ, ξένε τεχνίτη (= ο Γάλλος γλύπτης David d’ Angers), που γέννησες / την παιδούλα στον τάφο του Μπότσαρη / με της σμίλης σου τ’ άγγισμα δίνοντας / τη μορφή την ιδέα στη φλόγα∙ / και είν’ η φλόγα, κι εσύ θα το ξέχασες, / με την έκσταση εσύ πλαστουργός, / από πούθε και πώς / θα την έχεις ή κλέψει ή γυρέψει.
(Προς εσέ και η καρδιά μου και η σκέψη).
Και το νόημά της και τ’ όνομά της / θα τα ξέρουν αυτοί και τη μοίρα της. / Μυστικά, φωναχτά θα τα λένε / σε καιρούς και σε τόπους και σ’ όποιους / οι ματιές τους, τρυπώντας τ’ απόξω, / παραμέσα κοιτάζουν. / Του βιβλίου κοσμικού διαβασμένου, / κάποιον άλλο διαβάζουν / κόσμο εκεί∙ φεγγοσάλεμα∙ / πνέματα είναι του κόσμου τα πρόσωπα.
Στο ιερό περιβόλι που χαίρονται / τον αξύπνητον ύπνο οι πολέμαρχοι / ξεχωρίζει ορθοστύλωτο ανάμεσα / στα μνημεία των πολέμαρχων / το που σφάλησε μνήμα τον ήρωα, / καθώς μέσα κι απάνου από σπίτια / ξεχωρίζει ένας πύργος∙ κι ακόμα, / η παιδούλα στο μνήμα κατάκορφα / γυρτή ανάλαφρη, ασάλευτη, ακέρια, / ξεχωρίζει καθώς θα ξεχώριζαν / ξανοιχτά προς τα τέσσερα πέρατα, / στυλωμένα στου πύργου το μέτωπο, / σκαλισμένα του αφέντη του πύργου / τα σημάδια και τ’ άρματα. / Κι όλα γύρω στον τάφο τ’ ακοίμητα / ξαφνισμένα ρωτιούνται, στοχάζονται, / πως ρωτιούνται συχνά και στοχάζονται / και οι πολλοί των ανθρώπων, μπροστά τους / όταν έξαφνα, απάντεχα, / σταθεί ξένος πρωτόφαντος.
Σχόλια:
Ο τάφος του Μάρκου Μπότσαρη είναι επιβλητικός και βρίσκεται στον Κήπο των Ηρώων του Μεσολογγίου. Εκεί βρίσκονται και πολλοί άλλοι τάφοι και μνημεία πεσόντων της Επανάστασης του 1821.
Επάνω στον τάφο του Μάρκου Μπότσαρη υψώνονταν το άγαλμα μιας κόρης, της Ελληνοπούλας ή της Ελλάδας – παιδούλας. Ήταν έργο του ξακουστού στην εποχή του Γάλλου γλύπτη David d’ Angers, ο οποίος αρχικά ήταν μεγάλος φίλος των Ελλήνων και κατόπιν μεγάλος κατακριτής τους. Το άγαλμα το 1862 κολοβώθηκε βάρβαρα από ορισμένους αντιοθωνικούς και μετά τον βανδαλισμό του άλλαξαν άρδην τα φιλελληνικά του αισθήματα. Το γλυπτό μεταφέρθηκε στο Εθνικό Ιστορικό Μουσείο και αρκετά χρόνια αργότερα ο Ελ. Βενιζέλος έδωσε εντολή να κατασκευαστεί εκμαγείο, το οποίο τοποθετήθηκε πάνω στον τάφο του σπουδαίου αγωνιστή.
Ολοκληρώνουμε την αναφορά μας σε ποιήματα του Παλαμά με δύο από τα Επιγράμματα:
«Στο Μάρκο Μπότσαρη»
Κάστρα τα κάν’ η λευτεριά τα κλέφτικα λημέρια. / Νεκρός, κι ακόμα φοβερός με τ’ άρματα στα χέρια. / Στον ίσκιο σου αρματώνονταν θριαμβευτές και οι δούλοι. / Εσύ ήσουν πάντα ελεύθερος γιατ’ είσαι από το Σούλι. (1938)
«Στη νεολαία μας»
Αυτό κρατάει ανάλαφρο μέσ’ στην ανεμοζάλη / το από του κόσμου τη βοή πρεσβυτικό κεφάλι, / αυτό το λόγο θα σας πω, δεν έχω άλλο κανένα, / ΜΕΘΥΣΤΕ ΜΕ Τ’ ΑΘΑΝΑΤΟ ΚΡΑΣΙ ΤΟΥ ΕΙΚΟΣΙΕΝΑ! (1η Νοεμβρίου 1940)
Σχόλιο:
Το ποίημα γράφτηκε τρεις μέρες μετά την έναρξη του Ελληνοϊταλικού Πολέμου του 1940 και αποτελεί κάλεσμα προς την ελληνική νεολαία για την Εθνική Αντίσταση. Ο Παλαμάς, που είχε πάντοτε σε εξέχουσα θέση την Επανάσταση του 1821 και την Ελληνική Παλιγγενεσία, επέλεξε εκείνη τη χρονική στιγμή να αντιπαραβάλει τον έναν αγώνα με τον άλλον.
(συνεχίζεται)
* Παναγιώτης Γ. Αλεκάκης,
Φιλόλογος – Ιστορικός,
Δρ Ιστορικού και Αρχαιολογικού Τμήματος Α.Π.Θ.,
Διευθυντής 2ου ΓΕΛ Κατερίνης