ΑΝΑΤΙΝΑΞΗ ΤΗΣ ΓΕΦΥΡΑΣ ΤΟΥ ΓΟΡΓΟΠΟΤΑΜΟΥ: ΨΕΜΑΤΑ, ΜΥΘΟΙ ΚΑΙ
ΑΛΗΘΕΙΕΣ. (7)
Αντώνη Ι. Ζαρκανέλα
π. Γενικού Διευθυντή Ανάπτυξης
της Νομαρχίας Θεσσαλονίκης.
Η ανταλλαγή
πυρών συνεχίστηκε με την ίδια ένταση αλλά ο Μυριδάκης καταλαβαίνει ότι οι
αντάρτες του δεν προωθούνταν, ήταν δηλαδή ένας στατικός αγώνας και αυτό τον
ανησυχεί. Εκείνες τις στιγμές ακούγεται ο κρότος της ανατινάξεως της σιδηροδρομικής
γραμμής στα νότια, από την ομάδα του Κουκ. Ο Μυριδάκης για να ανατρέψει την
στατική μορφή της μάχης σηκώνεται και τρέχοντας φωνάζει: «Αέρα…! Εμπρός
Παιδιά…»! Εμψυχώνονται και οι άλλοι αντάρτες και σε λίγα λεπτά καταλαμβάνονται
όλα τα φυλάκια των Ιταλών στο νότιο βάθρο. Η φωνή του λοχαγού Μιχάλη, «που
εμψύχωνε τους αντάρτες» ακούστηκε μέχρι τον Μάγιερς (σελ. 76). Η κατάληψη της
νότιας πλαγιάς πήρε περίπου τριάντα λεπτά για να παγιωθεί. Όμως επειδή
συνεχιζόταν με ένταση τα πυρά στο βόρειο βάθρο ο Μυριδάκης δεν μπορούσε να
εκτοξεύσει την λευκή φωτοβολίδα που θα σήμαινε την έναρξη της υπονόμευσης της
γέφυρα από τους βρετανούς σαμποτέρ.
Στην
βόρεια πλαγιά τα πράγματα δεν εξελίχθηκαν όπως αναμενόταν. Η ομάδα Παπαχρήστου
μετά την εκδήλωση της επίθεσης βρέθηκε «..προ υπέρτερης δυνάμεως και προ
μονίμου οχυρού την ύπαρξη του οποίου δεν
γνωρίζαμε» (ΜΑΡΙΝΟΣ, 1994; σελ. 116). Την πληροφορία για ενίσχυση της ιταλικής
άμυνας του βόρειου βάθρου την εγνώριζε ο ΕΑΜ-ΕΛΑΣ από τότε, όπως φαίνεται από
την συνέντευξη του καπετάν Περικλή, κατά κόσμον Χουλιάρα Γεωργίου, στην
εφημερίδα «Το ΒΗΜΑ» στις 03-12-1978, όπου δήλωσε μεταξύ άλλων: «..Η τοπική
οργάνωσή μας είχε την πληροφορία ότι οι Ιταλοί άνοιγαν στο βόρειο τμήμα της
γέφυρας ορύγματα και τοποθετούσαν συρματοπλέγματα…» που όμως δεν την μετέδωσε ο
ΕΛΑΣ στον Ζέρβα και στον Εντυ, ώστε να
ετοιμαστούν. Βέβαια, όταν καθυστερούσε η κατάληψη του στόχου αυτού, όπως ήδη
αναφέραμε, στάλθηκε ο Πυρομάγλου με δύναμη του ΕΔΕΣ, οπότε μαζί με τους άλλους
που ήταν ήδη εκεί κατάφεραν να εξουδετερώσουν το Ιταλικό πυροβολείο και να
καταληφθεί και ο στόχος αυτός σε περίπου μία ώρα μετά την έναρξη της επίθεσης.
Να σημειωθεί εδώ ότι ο Μυριδάκης δεν μπορούσε να παρέμβει αν και είχε
διαθέσιμες τις δυνάμεις του, γιατί δεν μπορούσε να διαβεί το ορμητικό ποτάμι. Η
άποψη που εκ των υστέρων, μετά από χρόνια, διατυπώθηκε από τους καπεταναίους
του ΕΛΑΣ Περικλή, Θάνο και Πελοπίδα, ότι προσέτρεξαν σε βοήθεια των μαχητών του
ΕΔΕΣ του βόρειου βάθρου, πέραν του ότι δεν αναφέρεται σε κανένα από τα γραπτά
των πρωταγωνιστών του εγχειρήματος, ελέγχεται και ως ψευδής γιατί οι πρώτοι ως
πολιτικοί επίτροποι ήταν πάντα κοντά στον Άρη, ο δε Πελοπίδας (Π. Λιάσκος) ήταν
στην ομάδα που είχε πάει για την γέφυρα του Σπερχειού (Φραντζή). (ΜΥΡΙΔΑΚΗΣ,
1984; Σελ.34). Μετά την κατάληψη και του βόρειου βάθρου ο Μυριδάκης, όπως έλεγε
το σχέδιο, θα έριχνε την Άσπρη χειροβομβίδα ως απόδειξη ότι εκπληρώθηκε η
αποστολή κατάληψης των δύο βάθρων δίνοντας και το έναυσμα της έναρξης της
τοποθέτησης των εκρηκτικών. Ήταν όμως χωρίς ουσιαστικό αποτέλεσμα αυτή η
κίνηση, γιατί σχεδόν αμέσως μετά την κατάληψη του νότιου βάθρου από τον
Μυριδάκη είχε αρχίσει η τοποθέτηση των εκρηκτικών, πράγμα όμως το οποίο ο
Μυριδάκης αγνοούσε..
Έναρξη Υπονόμευσης της Γέφυρας του Γοργοποτάμου. Ανατίναξη.
Έτσι η
τοποθέτηση των εκρηκτικών είχε ήδη αρχίσει με παρέμβαση προσωπική του ίδιου του
Μάγιερς, προς τον οποίο ο Ζέρβας μετέφερε την ανησυχία του για επερχόμενη
έλλειψη πυρομαχικών λόγω της συνεχιζόμενης ανταλλαγής πυρών αλλά και από τον
φόβους ότι είχαν προδοθεί. Ο Μάγιερς βλέποντας ότι ενώ στο νότιο βάθρο
επικρατούσε ηρεμία -απόδειξη ότι η επιχείρηση εκεί είχε λήξει επιτυχώς- στο
βόρειο βάθρο συνεχίζονταν η ανταλλαγή πυρών παρά την αποστολή του Πυρομάγλου
προς ενίσχυση των εκεί δυνάμεων του ΕΔΕΣ, γι αυτό και αποφασίζει να δράσει.
Κατεβαίνει, λοιπόν, όσο πλησιέστερα ήταν δυνατόν προς στο ποτάμι και ανάβοντας
τον φακό του προς το νότιο βάθρο φωνάζει όσο πιο δυνατά μπορούσε: «Προχώρα Τομ!
Η νότια άκρη της γέφυρας είναι στα χέρια μας. Προχώρα! Θα ‘ρθω κοντά σου μόλις
μπορέσω.». «Οκέυ», απάντησε ο Τομ. (MYERS, E. 1975; σελ. 77). Στη συνέχεια,
επέστρεψε στον Ζέρβα και στον Άρη.
Ο Ζέρβας
συνέχισε να είναι ανήσυχος γιατί ήταν βέβαιος ότι τελείωναν τα πυρομαχικά. Ο
Μάγιερς αποφασίζει να πάει να δει τον Πυρομάγλου. Κατεβαίνει προς τα εκεί, όμως
ήταν αδύνατο να τον βρει αλλά και να συνεννοηθεί με τους αντάρτες που δεν ήξεραν
ούτε λέξη εγγλέζικα. Πάντως, όταν έφθασε εκεί, τα πυρά των Ιταλών δεν ήταν πια
τόσο έντονα, οπότε αυτό ήταν μια ένδειξη ότι και εκεί η αποστολή έφθανε σε
αίσιο τέλος. Οι εκκαθάριση των δύο βάθρων προβλέπονταν σύμφωνα με το Σχέδιο να
πάρει είκοσι λεπτά. Το νότιο βάθρο καταλήφθηκε στον προβλεπόμενο χρόνο ενώ στο
βόρειο η μάχη συνεχίζονταν εδώ και μια περίπου ώρα, παρά την βοήθεια. Σε λίγα
λεπτά ακούγεται το δυνατό, συνθηματικό σφύριγμα του Τομ Μπάρνς ότι έπρεπε όλοι
να καλυφθούν καθώς ήταν έτοιμος για την πυροδότηση.
Η ομάδα
του Τομ Μπάρνς με τα φορτωμένα με εκρηκτικά μουλάρια στο σκοτάδι, σε γλιστερό,
λασπώδες και επικλινές, έδαφος, έφθασε τελικά στο μονοπάτι που οδηγούσε στο
βάθρο της γέφυρας. Σύμφωνα με το Σχέδιο η τοποθέτηση των εκρηκτικών θα άρχιζε
όταν δινόταν το σύνθημα με την ρήψη της αντίστοιχης φωτοβολίδας από τον
Μυριδάκη ότι έγινε η κατάληψη και των δύο βάθρων και επομένως η εξουδετέρωση
της Ιταλικής δύναμης. Τα τρία συνεργεία
ανατινάξεων απαρτίζονταν από τέσσερις άνδρες το καθένα με υπεύθυνους τους τρεις
βρετανούς αξιωματικούς-μηχανικούς, ειδικούς στις ανατινάξεις: Μπαρνς, Εντμοντς
και Γκίλλ. Στις ομάδες αυτές συμμετείχαν τέσσερις αντάρτες του ΕΛΑΣ και
τέσσερις του ΕΔΕΣ. Όταν έφθασαν στην βάση του χαλύβδινου πύργου στήριξης της γέφυρας,
διαπίστωσαν ότι οι χαλύβδινοι δοκοί του είχαν διαφορετικό σχήμα από εκείνο που
είχαν προετοιμάσει τα εκρηκτικά γεμίσματα. Χρειάστηκε να λυθούν τα καλούπια με
τις εκρηκτικές ύλες να συναρμολογηθούν ξανά για να ταιριάξουν με το σχήμα των
δοκών. Και αυτό απαιτούσε χρόνο… Στο μεταξύ και ενώ τα συνεργεία των σαμποτέρ
εργάζονταν πυρετωδώς, δίπλα τους, πολύ κοντά τους γίνονται δύο δυνατές εκρήξεις
που ευτυχώς δεν τους άγγιξαν τα εκρηκτικά. Ο Μυριδάκης (1984) (σελ. 36)
αναφέρει ότι μεταξύ 12:30 και 01:00 ακούστηκαν οι εκρήξεις δύο χειροβομβίδων
Mills και γι αυτό εκείνος υπέθεσε ότι τις έριξαν οι σαμποτέρ εναντίον κάποιου
Ιταλού… Την ίδια στιγμή όμως οι σαμποτέρ απευθύνθηκαν στον Μυριδάκη και
διαμαρτυρήθηκαν για τις δυο χειροβομβίδες που είχαν ριχτεί εναντίον τους! Η
διαμαρτυρία των σαμποτέρ ήταν εύλογη και σχετίζονταν, προφανώς, με το γεγονός
ότι, χειροβομβίδες Mills διέθεταν μόνον οι αντάρτες. Και αντάρτες στο σημείο
εκείνο υπήρχαν μόνον του ΕΛΑΣ. Ισχυρίζεται λοιπόν ο Μυριδάκης ότι οι
χειροβομβίδες Mills ρίχθηκαν από τους αντάρτες του ΕΛΑΣ εναντίον των βρετανών
σαμποτέρ και εναντίον των ΕΔΕΣιτών ανταρτών που υπήρχαν κοντά τους! Ο Χάμσον, ο
οποίος αναφέρεται στο γεγονός κατηγορώντας τους αντάρτες γενικά, παρακάτω, όπως
αναφέρει ο Μαρίνος, διερωτώμενος είπε ότι δεν θα ήταν δυνατόν οι Έλληνες να
έκαναν κάτι τέτοιο, γι αυτό και καταλήγει εκτιμώντας ότι ίσως επρόκειτο περί
ιταλικού όλμου. Όμως η χρησιμοποίηση όλμων δεν αναφέρεται από κανέναν αλλά και
δεν ήταν δυνατή η χρησιμοποίησή τους σε έναν τόσο στενό χώρο και βεβαίως θα
ήταν χωρίς λογική η ρίψη μόνον δύο βολών. Και ασφαλώς, είναι σαφής η διαφορά
του κρότου που προέρχεται από βολή όλμου από τον κρότο μιας χειροβομβίδας τύπου
Mills… (ΜΑΡΙΝΟΣ, 1994).
Σε τρία
τέταρτα της ώρας οι σαμποτέρ του Τομ έκαναν όλες τις μετατροπές των εκρηκτικών,
τα προσάρμοσαν στα δοκάρια του πύργου στήριξης της γέφυρας και ήταν έτοιμοι για
πυροδότηση. Η έναρξη της τοποθέτησης των εκρηκτικών από την πλευρά των σαμποτέρ
έγινε, όπως είπαμε παραπάνω, πολύ πριν ο Μυριδάκης πετάξει την φωτοβολίδα και
μετά από παρέμβαση του Μάγιερς προσωπικά, όταν διαπίστωσε ότι το νότιο βάθρο
είχε εκκαθαριστεί εντός του χρόνου που είχε προβλεφθεί. Μετά το προειδοποιητικό
σφύριγμα του Τομ Μπάρνς ακολούθησε πλήρης σιγή, ύστερα δε από την παύση του
πυρός τόσον από την πλευρά της Ελληνο-Βρετανικής παράταξης όσον και από την
πλευρά των Ιταλών, στο βόρειο βάθρο. Ο Μάγιερς που ήταν παρών αναφέρει: «Δύο
λεπτά αργότερα μια τρομακτική έκρηξη σκέπαζε τα πάντα και ένας από τους σιδερένιους δοκούς –ώ χαρά!– τιναζόταν
στον αέρα μπροστά στα μάτια μου κι έπεφτε με πάταγο μέσα στη ρεματιά, ενώ
ταυτόχρονα όλο το συγκρότημα άρχιζε να γέρνει» (σελ. 78). Όπως αναφέρει ο
Μαρίνος (σελ. 122) «η έκρηξη στη γέφυρα ήταν τρομακτική, έφεξε σαν μέρα η
περιοχή… ενώ συγχρόνως σείστηκε όλη η κοιλάδα σαν να γινόταν σεισμός».
(Συνεχίζεται)