Του Γιάννη Τσαπουρνιώτη
Διαβάζοντας τις τελευταίες μέρες το φρέσκο μυθιστόρημα του δημοσιογράφου και συγγραφέα Μένιου Σακελλαρόπουλου, με τον τίτλο «Δεκατρία κεριά στο σκοτάδι», έμεινα συγκλονισμένος, συναισθηματικά ερεθισμένος και βαθιά προβληματισμένος για το ιδιαίτερο θέμα που διαπραγματεύεται ο δημιουργός του έργου.
Το μυθιστόρημα, επηρεασμένο από βιώματα του συγγραφέα, περιγράφει την δύναμη της ψυχής και τον θρίαμβο της ανθρώπινης θέλησης των τυφλών.
Καταπίνοντας στο μυαλό και στην ψυχή μου τα βαθύτερα νοήματα μιας απίστευτης ιστορίας, συλλογίστηκα πόσο μικρές και ασήμαντες προτεραιότητες θέτουμε στην καθημερινότητα μας, εμείς, οι παντογνώστες και αλαζόνες, οι μίζεροι και κουτοπόνηροι θνητοί. Διαπίστωσα ότι έχουμε μάτια και δεν βλέπουμε, αυτιά και δεν ακούμε. Μας έχει τυφλώσει το φως και ζούμε στο σκοτάδι, γιατί ποτέ δεν εκτιμήσαμε τα απλά και ουσιαστικά αγαθά της ζωής, αλλά λιγουρευτήκαμε και ακολουθήσαμε τα περίπλοκα μονοπάτια της ύλης και της φθοράς.
Απομονώσαμε τους τυφλούς, τους κωφούς, τους ανάπηρους, τα άτομα με ειδικές ανάγκες γιατί προέχει ο εαυτούλης μας και μόνο αυτός. Η ίδια η πολιτεία κλείνει τα μάτια και τα αυτιά απέναντι σε αυτούς τους συνανθρώπους μας που δεν χρειάζονται ελεημοσύνη, αλλά έμπρακτη στήριξη και εκπαίδευση.
Μέσα στις αναζητήσεις μου, έμαθα πως ο Οίκος των Τυφλών έγινε Νομικό Πρόσωπο Δημοσίου Δικαίου το 1979, με την επωνυμία Κέντρο Εκπαίδευσης και Αποκατάστασης Τυφλών (ΚΕΑΤ). Εκεί διδάσκεται ο Κώδικας Μπράιγ, το σύστημα γραφής και ανάγνωσης των τυφλών, το οποίο επινόησε ένας σπουδαίος τυφλός, ο Λουδοβίκος Μπράιγ. Ναι, οι τυφλοί εκπαιδεύονται, διαβάζουν, γράφουν, αθλούνται, σπουδάζουν κι ονειρεύονται. Και όχι μόνο εκπαιδεύονται, αλλά εκπαιδεύουν και οι ίδιοι τους τυφλούς.
Μια σπουδαία δασκάλα και εκπαιδεύτρια τους ήταν η Έλεν Άνταμς Κέλερ, (1880-1968), τυφλή και κωφή, αλλά σπουδαία συγγραφέας, διδάκτορας, γνώστης πέντε γλωσσών, το πρώτο άτομο με κώφωση και τύφλωση που αποφοίτησε από πανεπιστήμιο. Η Έλεν Κέλερ έγραψε: « Το να περπατάς με ένα φίλο στο σκοτάδι είναι καλύτερο από το να περπατάς μόνος στο φως…».
Εμείς περπατάμε μέσα σε ένα πλήθος ανθρώπων, αλλά αισθανόμαστε μόνοι γιατί αγνοούμε τη λάμψη που εκπέμπει το αληθινό φως. Οι τυφλοί είναι παράδειγμα για όλους εμάς που έχουμε εγκλωβιστεί σε χρέη δυσβάσταχτα, οικονομικά και ηθικά, αλλά είμαστε βαθιά νυχτωμένοι, αποκαμωμένοι σε ένα παραλήρημα εγωισμού που μας έχει αφαιρέσει την όραση και την ακοή και δεν θέλουμε να ταπεινωθούμε λίγο για να απελευθερωθούμε από τα χρέη μας. Μπροστά στην ικανότητα και τη θέληση των τυφλών είμαστε άχρηστοι, μηδαμινοί. Έχουμε μάτια για να καταστρέφουμε και όχι για να δημιουργούμε.
Διεγερμένος από την πλοκή και τη σημασία των λέξεων στα «Δεκατρία κεριά στο σκοτάδι», με ρίγη συγκίνησης, ήρθε αυτόματα στη μνήμη μου το διήγημα μου «Ο γκρι σκούφος», με αναφορά στους καρκινοπαθείς, μια άλλη κατηγορία ανθρώπων που δοκιμάζεται πολύ σκληρά, στην ακόμα πιο σκληρή εποχή μας. Το φως και η υγεία είναι πλούτη που πρέπει εξαρχής να αξιολογήσουμε τη σημασία τους και να εκτιμήσουμε την αξία τους.
Δεν προσέφερα ποτέ κάτι σε έναν τυφλό, παρά μόνο μια ελάχιστη συνδρομή σε περιοδικό της ένωσης τους. Ας είναι οι παραπάνω γραμμές μια μικρή, αλλά γνήσια μορφή διαμαρτυρίας για την άδικη μεταχείριση των αξιόλογων αυτών ανθρώπων, που μπορεί να μη διαθέτουν όραση, αλλά μάχονται αξιοπρεπώς να αποκτήσουν αγαθά και είναι προικισμένοι με όνειρα και αξίες που στερούμαστε όλοι οι ανοιχτομάτες του πλανήτη.
Διαβάζοντας τις τελευταίες μέρες το φρέσκο μυθιστόρημα του δημοσιογράφου και συγγραφέα Μένιου Σακελλαρόπουλου, με τον τίτλο «Δεκατρία κεριά στο σκοτάδι», έμεινα συγκλονισμένος, συναισθηματικά ερεθισμένος και βαθιά προβληματισμένος για το ιδιαίτερο θέμα που διαπραγματεύεται ο δημιουργός του έργου.
Το μυθιστόρημα, επηρεασμένο από βιώματα του συγγραφέα, περιγράφει την δύναμη της ψυχής και τον θρίαμβο της ανθρώπινης θέλησης των τυφλών.
Καταπίνοντας στο μυαλό και στην ψυχή μου τα βαθύτερα νοήματα μιας απίστευτης ιστορίας, συλλογίστηκα πόσο μικρές και ασήμαντες προτεραιότητες θέτουμε στην καθημερινότητα μας, εμείς, οι παντογνώστες και αλαζόνες, οι μίζεροι και κουτοπόνηροι θνητοί. Διαπίστωσα ότι έχουμε μάτια και δεν βλέπουμε, αυτιά και δεν ακούμε. Μας έχει τυφλώσει το φως και ζούμε στο σκοτάδι, γιατί ποτέ δεν εκτιμήσαμε τα απλά και ουσιαστικά αγαθά της ζωής, αλλά λιγουρευτήκαμε και ακολουθήσαμε τα περίπλοκα μονοπάτια της ύλης και της φθοράς.
Απομονώσαμε τους τυφλούς, τους κωφούς, τους ανάπηρους, τα άτομα με ειδικές ανάγκες γιατί προέχει ο εαυτούλης μας και μόνο αυτός. Η ίδια η πολιτεία κλείνει τα μάτια και τα αυτιά απέναντι σε αυτούς τους συνανθρώπους μας που δεν χρειάζονται ελεημοσύνη, αλλά έμπρακτη στήριξη και εκπαίδευση.
Μέσα στις αναζητήσεις μου, έμαθα πως ο Οίκος των Τυφλών έγινε Νομικό Πρόσωπο Δημοσίου Δικαίου το 1979, με την επωνυμία Κέντρο Εκπαίδευσης και Αποκατάστασης Τυφλών (ΚΕΑΤ). Εκεί διδάσκεται ο Κώδικας Μπράιγ, το σύστημα γραφής και ανάγνωσης των τυφλών, το οποίο επινόησε ένας σπουδαίος τυφλός, ο Λουδοβίκος Μπράιγ. Ναι, οι τυφλοί εκπαιδεύονται, διαβάζουν, γράφουν, αθλούνται, σπουδάζουν κι ονειρεύονται. Και όχι μόνο εκπαιδεύονται, αλλά εκπαιδεύουν και οι ίδιοι τους τυφλούς.
Μια σπουδαία δασκάλα και εκπαιδεύτρια τους ήταν η Έλεν Άνταμς Κέλερ, (1880-1968), τυφλή και κωφή, αλλά σπουδαία συγγραφέας, διδάκτορας, γνώστης πέντε γλωσσών, το πρώτο άτομο με κώφωση και τύφλωση που αποφοίτησε από πανεπιστήμιο. Η Έλεν Κέλερ έγραψε: « Το να περπατάς με ένα φίλο στο σκοτάδι είναι καλύτερο από το να περπατάς μόνος στο φως…».
Εμείς περπατάμε μέσα σε ένα πλήθος ανθρώπων, αλλά αισθανόμαστε μόνοι γιατί αγνοούμε τη λάμψη που εκπέμπει το αληθινό φως. Οι τυφλοί είναι παράδειγμα για όλους εμάς που έχουμε εγκλωβιστεί σε χρέη δυσβάσταχτα, οικονομικά και ηθικά, αλλά είμαστε βαθιά νυχτωμένοι, αποκαμωμένοι σε ένα παραλήρημα εγωισμού που μας έχει αφαιρέσει την όραση και την ακοή και δεν θέλουμε να ταπεινωθούμε λίγο για να απελευθερωθούμε από τα χρέη μας. Μπροστά στην ικανότητα και τη θέληση των τυφλών είμαστε άχρηστοι, μηδαμινοί. Έχουμε μάτια για να καταστρέφουμε και όχι για να δημιουργούμε.
Διεγερμένος από την πλοκή και τη σημασία των λέξεων στα «Δεκατρία κεριά στο σκοτάδι», με ρίγη συγκίνησης, ήρθε αυτόματα στη μνήμη μου το διήγημα μου «Ο γκρι σκούφος», με αναφορά στους καρκινοπαθείς, μια άλλη κατηγορία ανθρώπων που δοκιμάζεται πολύ σκληρά, στην ακόμα πιο σκληρή εποχή μας. Το φως και η υγεία είναι πλούτη που πρέπει εξαρχής να αξιολογήσουμε τη σημασία τους και να εκτιμήσουμε την αξία τους.
Δεν προσέφερα ποτέ κάτι σε έναν τυφλό, παρά μόνο μια ελάχιστη συνδρομή σε περιοδικό της ένωσης τους. Ας είναι οι παραπάνω γραμμές μια μικρή, αλλά γνήσια μορφή διαμαρτυρίας για την άδικη μεταχείριση των αξιόλογων αυτών ανθρώπων, που μπορεί να μη διαθέτουν όραση, αλλά μάχονται αξιοπρεπώς να αποκτήσουν αγαθά και είναι προικισμένοι με όνειρα και αξίες που στερούμαστε όλοι οι ανοιχτομάτες του πλανήτη.
Γιάννης Τσαπουρνιώτης