Τρίτη 25 Οκτωβρίου 2016

Ο ΕΡΝΤΟΓΑΝ ΑΠΕΙΛΕΙ ΚΑΙ Η ΕΛΛΑΣ ΚΑΤΕΥΝΑΖΕΙ; ΚΑΤΑΚΛΙΝΕΤΑΙ;

Ο ΕΡΝΤΟΓΑΝ ΑΠΕΙΛΕΙ ΚΑΙ Η ΕΛΛΑΣ ΚΑΤΕΥΝΑΖΕΙ; ΚΑΤΑΚΛΙΝΕΤΑΙ;
«Ασήμαντοι δρόμοι με μεγάλα ονόματα»: Κ. Καριωτάκης

Γράφει ο Γ. Βαζάκας – φιλόλογος*

Κοντά στις τόσες προκλήσεις που ζει τουλάχιστον από το 1974 η χώρα μας, ήρθε από τη γείτονα Τουρκία και νέα απειλή. Αυτή τη φορά ο πρόεδρός της, ο Ερντογάν, με δηλώσεις του αμφισβήτησε τη συνθήκη της Λωζάννης παρουσιάζοντάς τη σαν ήττα για τη Τουρκία, επειδή μ’ αυτή δεν της δόθηκαν τα ελληνικά νησιά.

Πολύ φοβούμαστε ότι το νέο στην ομιλία του Ταγίπ Ερντογάν σε μουχτάρηδες (χαμηλόβαθμους αξιωματούχους της Τοπικής Αυτοδιοίκησης) είναι ότι υιοθέτησε ανοιχτά την πάγια, σταθερή και αναλλοίωτη ατζέντα που η τουρκική εξωτερική πολιτική ακολουθεί ανεξαρτήτως κυβερνήσεων. Και προφανώς το νέο από τη συνεχή και συστηματική υπονόμευση της Συνθήκης της Λωζάννης εκ μέρους της Τουρκίας, είναι ότι αυτή θέλει να φτάσει στην αναθεώρησή της.

Απειλεί ο Ερντογάν ότι αμφισβητεί τη Συνθήκη της Λωζάννης. Μα μετά λόγου γνώσεως και όπως μας ενημερώνουν έγκριτοι διπλωμάτες, τη συνθήκη αυτή η Τουρκία την έχει παραβιάσει τόσο πολύ που δεν έμεινε σχεδόν τίποτε από το κύρος της. Ας δούμε λίγο τις παραβιάσεις αυτές:

Τα άρθρα 36-43 περί προστασίας μειονοτήτων παραβιάστηκαν κατάφορα σε σημείο που από τους 120.000 ομογενείς Έλληνες, που ζούσαν στην Κωνσταντινούπολη τότε, έμειναν σήμερα μόνο 3.500 περίπου. Για το γεγονός οι Τούρκοι λένε ότι μετανάστευσαν οι Κωνσταντινουπολίτες, για να βρουν καλύτερες συνθήκες στην πλούσια Ελλάδα. Και όταν τους μιλάς για τα Σεπτεμβριανά του 1955 και τις απελάσεις Ελλήνων υπηκόων το 1964, σε κοιτάζουν αμήχανα. Επί πλέον αμέτρητες εκκλησίες γκρεμίσθηκαν στην Κωνσταντινούπολη, για να κατασκευασθούν δρόμοι, πάλι παραβιάζοντας οι Τούρκοι τη Συνθήκη της Λωζάννης.

Το άρθρο 14 της Λωζάννης προέβλεπε τοπική αυτοδιοίκηση από τους ομογενείς Χριστιανούς της Ίμβρου και αστυνομία εκεί από Έλληνες. Αυτό όχι μόνο το αγνόησε πλήρως η Τουρκία, αλλά το χειρότερο αποδεκάτισε τον ελληνικό πληθυσμό της Ίμβρου κυρίως τη δεκαετία του ’60, για να απομείνουν στο τέλος στο νησί γύρω στους 300. Μόνο και μόνο γι’ αυτό – λένε οι διπλωμάτες – μπορεί η Ελλάδα να διεκδικήσει την επιστροφή της Ίμβρου στην επικράτειά της ακόμη και τώρα.

Το άρθρο 3 που οριοθετεί τα σύνορα της Τουρκίας με τη Συρία κι αυτό το έχει η Τουρκία παραβιάσει με την εισβολή της στη Συρία.

Και με το άρθρο 19 που αναγνωρίστηκε η κυριαρχία της Αγγλίας στην Κύπρο τι θα ’λεγε κανείς;

Τέλος είναι αστείος ο ισχυρισμός της Τουρκίας ότι τα ελληνικά νησιά, επειδή είναι δίπλα στα τουρκικά παράλια, τα δικαιούται αναθεωρώντας τη συνθήκη της Λωζάννης. Με τη ίδια λογική μπορούμε να ισχυρισθούμε κι οι Έλληνες ότι μας ανήκουν οι απέναντι από τα νησιά μας μικρασιατικές ακτές.

Και με τις δηλώσεις του Ερντογάν δεν συμπλέει μόνο το σύνολο του πολιτικού προσωπικού της Τουρκίας, αλλά ταυτόχρονα είδαμε τουρκικά μαχητικά αεροσκάφη, οπλισμένα να πραγματοποιούν σε μια μόνο μέρα 23 παραβιάσεις του εθνικού μας εναέριου χώρου και τέσσερις του FIR Αθηνών. Φοβούμαστε ότι τα πράγματα δεν είναι απλά και απαιτούν διαφορετικότερη προσοχή απ’ αυτήν με την οποία το ελληνικό υπουργείο Εξωτερικών συνήθιζε να αντιμετωπίζει τις κινήσεις της Άγκυρας.

Και η σημερινή ελληνική κυβέρνηση με την ηγεσία του ΥΠΕΞ στις εν λόγω δηλώσεις Ερντογάν ακολούθησε την πεπατημένη. Αυτό δηλ. που όλες οι ελληνικές κυβερνήσεις μετά την κρίση των Ιμίων το 1996 επέλεξαν να κάνουν: στα διπλωματικά δεδομένα που η Άγκυρα κάθε φορά δημιουργεί, αξιοποιώντας μακροπρόθεσμα το εκάστοτε επεισόδιο, αυτές κρύβουν το κεφάλι τους στην άμμο. Ως πότε αυτός ο στρουθοκαμηλισμός!...

Από τότε λοιπόν, με αμερικανική διαμεσολάβηση η κυβέρνηση Σημίτη υπέγραψε τη Συμφωνία της Μαδρίτης. Με αυτήν η Ελλάδα αναγνωρίζει τα τουρκικά ζωτικά συμφέροντα στο Αιγαίο και η Άγκυρα έβαλε στο τραπέζι τις διεκδικήσεις της για εκατοντάδες νησιά, νησίδες και βραχονησίδες. Όπως βλέπουμε και στην περίπτωση αυτή έγινε εμπράκτως η αμφισβήτηση της Συνθήκης της Λωζάννης, που καθορίζει τα ελληνοτουρκικά σύνορα και η σημαντικότητά της φαίνεται απ’ το ότι συνιστά οργανικό μέρος της διευθέτησης των μεταπολεμικών συνόρων συνολικά για την Ευρώπη και τα Βαλκάνια, όχι μόνο μετά τη Συνθήκη των Βερσαλλιών του 1919, αλλά και μετά τη Συνδιάσκεψη του Σαν Φραντσίσκο του 1925.

Οι ανάγκες του εσωτερικού παιχνιδιού στην Τουρκία, αυτό που λέμε εσωτερική πολιτική σκοπιμότητα, σίγουρα θα αποτελούν μια εξήγηση για την προσχώρηση του Ερντογάν στην «εθνικιστική» ατζέντα, που διαρκώς κοιτάζει προς το Αιγαίο.

Μετά το καλοκαιρινό πραξικόπημα, ο Ερντογάν είναι υποχρεωμένος να υπερφαλαγγίσει την αντιπολίτευση και να αλιεύσει εκεί τους ψηφοφόρους που χάνει από το κουρδικό στοιχείο, που ξεσηκώνεται ελπίζοντας σε πιθανή του εθνική ολοκλήρωση, λόγω των ανακατατάξεων στη Συρία.Ο Τούρκος πρόεδρος προβάλει τον κίνδυνο ακρωτηριασμού του τουρκικού κράτους και με αυτόν τον τρόπο «καπελώνει» την αντιπολίτευσή του. Ταυτόχρονα, υιοθετώντας την εθνικιστική ρητορική τους μιλώντας για κατάργηση της Συνθήκης της Λωζάννης, προωθεί έναν ακόμη εσωτερικό βασικό πολιτικό του στόχο: την αναθεώρηση του Συντάγματος, που ουσιαστικά αυτό σημαίνει το οριστικό ξήλωμα του κεμαλικού κράτους.

Όμως θα ήταν επιπόλαιο και επικίνδυνο, αν η ελληνική κυβέρνηση και το ΥΠΕΞ της αρκεστεί στην ανάλυση ότι όλα αυτά, δηλαδή η αμφισβήτηση της Συνθήκης της Λωζάννης – του θεμέλιου λίθου των ελληνοτουρκικών σχέσεων απευθύνονται σε εσωτερικό ακροατήριο και για εσωτερική πολιτική σκοπιμότητα. Μια τέτοια προσέγγιση αγνοεί πραγματικά σημερινά δεδομένα αλλά και την ιστορία.

- Η ιστορία μας διδάσκει πως όταν η Άγκυρα προσθέτει μία νέα μονομερή διεκδίκηση στο καλάθι των ελληνοτουρκικών, δεν την ξεχνάει.

- Η πραγματικότητα της ισορροπίας της στρατιωτικής ισχύος μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας έχει διαταραχθεί – λόγω της κρίσης χρέους στην Ελλάδα – επικίνδυνα σε βάρος της Ελλάδας.

- Κανείς σύμμαχος ή εταίρος δεν πρόκειται να υπερασπιστεί τα ελληνικά συμφέροντα, αν η ίδια Ελλάδα και οι δυνάμεις της , δεν είναι σε θέση να το κάνουν.

Τα παραπάνω έχουν επιβεβαιωθεί περισσότερες από μια φορά, όπως θα πρέπει να ενθυμείται διαρκώς το ελληνικό ΥΠΕΞ. Δε θα πρέπει να διαφεύγει την προσοχή του αλλά και συνολικά της κυβέρνησης το ότι η Τουρκία εκμεταλλεύτηκε την ελληνική χούντα, για να κάνει εισβολή στην Κύπρο και να αμφισβητήσει τη θαλάσσια περιοχή δυτικά της Λέσβου προχωρώντας σε έρευνες. Το ίδιο έπραξε και το 1996 όταν έστησε την κρίση των Ιμίων με μια κυβέρνηση ΠΑΣΟΚ – προφανώς αδύναμη – ασχολούμενη με τη διαδοχή του Α. Παπανδρέου. Οι κρίσεις στο Αιγαίο (1987, 1996) δεν αποτελούν για τον μέσο πολίτη πόσο μάλλον για τις κυβερνήσεις μας ένα καλό σεμινάριο, για να διδαχτούν πώς μέσα στο πέρασμα δεκαετιών προχωρούν οι διεκδικήσεις της γείτονα Τουρκίας; Και σημειωτέον ούτε το 1974, ούτε το 1987 ούτε το 1996, κανένας εταίρος ή σύμμαχος δεν έσπευσε να υπερασπιστεί αυτό που ίδια η Ελλάδα δεν ήταν σε θέση να υπερασπισθεί.

Προκαλεί, λοιπόν, ιδιαίτερη εντύπωση και απορία η επιμονή της ελληνικής κυβέρνησης και του ΥΠΕΞ να καλλιεργούν προσδοκίες ότι τελικά η Ευρώπη θα υπερασπιστεί τα ελληνικά – ευρωπαϊκά σύνορα ή ότι οι ΗΠΑ θα φρενάρουν τις επιδιώξεις της Τουρκίας. Ας μην παραξενευόμαστε, λοιπόν, απ’ το ότι οι ΗΠΑ δεν καταδίκασαν τις δηλώσεις Ερντογάν για αμφισβήτηση της Συνθήκης της Λωζάννης ούτε κι απ’ το ότι ο εκπρόσωπος του Στέιτ Ντιπάρτμεντ, όταν ρωτήθηκε για το θέμα, αρχικά παρέπεμψε στην τουρκική κυβέρνηση για περαιτέρω σχολιασμό των δηλώσεων Ερντογάν και στη συνέχεια πρόσθεσε: «Η Τουρκία και η Ελλάδα έχουν επί μακρόν εδραιωμένους διπλωματικούς διαύλους για την αντιμετώπιση των θεμάτων του Αιγαίου. Το Στέιτ Ντιπάρτμεντ ενθαρρύνει την Τουρκία και την Ελλάδα να εργαστούν από κοινού, για να διατηρήσουν καλές γειτονικές σχέσεις και να διασφαλίσουν την ειρήνη και την ασφάλεια στην περιοχή . Η σταθερότητα στο Αιγαίο είναι προς το συμφέρον ολόκληρης της περιοχής». Με άλλα λόγια : το τυράκι στην Τουρκία (για να αντισταθμίσει τη χασούρα στη Συρία) και εσείς κόψτε το λαιμό σας.

Θεωρούμε απαραίτητο σ’ αυτό το σημείο να παραθέσουμε ένα χωρίο από τα γραφόμενα για τη μετακεμαλική Τουρκία του δρ. Κων/νου Γρίβα( διδάσκει Γεωπολιτική στη Στρατιωτική Σχολή Ευελπίδων και Γεωγραφία της Ασφάλειας και των Αφοπλισμών στο τμήμα Τούρκικων και Σύγχρονων Ασιατικών Σπουδών του Πανεπιστημίου Αθηνών). Τονίζει λοιπόν για τον προσανατολισμό της Ελλάδας: «….Θα πρέπει( εννοείται ως Έλληνες)να αρχίζουμε να χαράζουμε μια νέα στρατηγική έναντι της Άγκυρας, προσαρμοσμένη στα νέα δεδομένα. Αντίθετα με τη συμβατική σοφία, η στρατηγική αυτή δεν μπορεί να στοχεύει στην άκριτη ταύτιση με τις ΗΠΑ, ευελπιστώντας ότι αυτές θα μας στηρίξουν ολοκληρωτικά και απόλυτα έναντι της Τουρκίας.

Σε κάθε περίπτωση, θα πρέπει η Ελλάδα να διεκδικήσει έναν πιο αυτόνομο και αυτόφωτο γεωπολιτικό ρόλο και να αρχίσει να αναζητά το κατάλληλο μείγμα συνεργασιών στην περιφέρεια της Τουρκίας. Πάνω απ’ όλα θα πρέπει να ορθώσει το ανάστημά της και να λειτουργήσει ως ισότιμος πόλος απέναντί της».

Θα συμφωνήσουμε ότι η φωνή του κ. Γρίβα είναι πατριωτική, εμψυχωτική για μας, εναντιούμενη στις τουρκικές επιβουλές, φωνή αξιοπρέπειας. Και όχι μόνο τις χρειαζόμαστε τέτοιες φωνές, αλλά είναι και απολύτως απαραίτητες. Όταν ο Τούρκος πρόεδρος με τις δηλώσεις του για τη συνθήκη της Λωζάννης υπερβαίνει τα εσκαμμένα εκμεταλλευόμενος τις πολιτικές κατευνασμού και τα κάθε λογής μέτρα οικοδόμησης εμπιστοσύνης, που διαχρονικά υιοθέτησαν οι ελληνικές κυβερνήσεις απέναντι στην Τουρκία, ευθέως αμφισβητεί τα σύνορά μας και τα κυριαρχικά μας δικαιώματα ειδικά στην περιοχή του ανατολικού Αιγαίου.

Όταν ο Ερντογάν εκμεταλλεύεται τον προδοτικό χειρισμό της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ, η οποία με την αποδοχή της παράνομης και επιζήμιας για ολόκληρη τη χώρα συμφωνίας ΕΕ – Τουρκίας για το προσφυγικό, έχει θέσει ήδη τα νησιά του Ανατολικού Αιγαίου σε καθεστώς γκρίζων ζωνών.

Όταν ο Ερντογάν εκμεταλλεύεται την αηδιαστικά κατευναστική και προδοτική στάση της ελληνικής κυβέρνησης, που στο πραξικόπημά του τον Ιούλιο του 2016 πρώτη έτρεξε να υποστηρίξει τη «δημοκρατικά εκλεγμένη» κυβέρνησή του παρέχοντας έτσι νομιμοποίηση στο πογκρόμ (διωγμό), που εξαπέλυσε το καθεστώς του και στις φρικαλεότητες που επακολούθησαν.

Και δυστυχώς τα επίχειρα (τιμωρίες) των παραπάνω πολιτικών εισπράττει ο ελληνικός λαός, που άναυδος παρακολουθεί το σχέδιο ακρωτηριασμού της πατρίδας μας, που εξυφαίνεται και σταδιακά υλοποιείται.

Η ελληνική κυβέρνηση, θα έπρεπε ήδη να είχε ζητήσει τη σαφή τοποθέτηση και καταδίκη αυτών των δηλώσεων του Ερντογάν από τα κράτη που συνυπέγραψαν τη Συνθήκη της Λωζάννης δηλ. το Η. Βασίλειο, η Γαλλία, η Ιταλία, η Ιαπωνία και η Ρουμανία.

Πριν τελειώσουμε το άρθρο, θα προσθέσουμε μια διευκρίνιση. Ο γράφων, όπως και στο τέλος αναγράφεται , είναι μέλος του Ε.ΠΑ.Μ. (Ενιαίου Παλλαϊκού Μετώπου). Και το δηλώνουμε, όχι για πολιτική φιλαυτία, αλλά για ξεκαθάρισμα του πολιτικού μας προσανατολισμού. Σύμφωνα μ’ αυτόν θέλουμε να υπενθυμίσουμε ότι το Ε.ΠΑ.Μ. είχε από καιρού επισημάνει στον ελληνικό λαό, ότι η Τουρκία ζώντας τελευταία αυτήν την πολυδιάστατη κρίση της, δε θα αργήσει εξάγοντάς τη να τη στρέψει και προς τη χώρα μας. Δυστυχώς επαληθευτήκαμε. Οι λεονταρισμοί του Ερντογάν σχετικά με τη Συνθήκη της Λωζάννης είναι ένα επικίνδυνο δείγμα της.

Εκτιμούμε πως η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ, η οποία έχει παραδώσει τα κλειδιά της χώρας στις αλλότριες δυνάμεις των δανειστών και των τοκογλύφων, καταδείκνυται – εκ των πραγμάτων – άκρως επικίνδυνη και εθνικά καταστροφική. Ανίκανη και ξένη ως προς την άσκηση εξωτερικής πατριωτικής πολιτικής.

Το Ε.ΠΑ.Μ. τέλος υπογραμμίζει με αφορμή τις τελευταίες προκλήσεις του Τούρκου προέδρου την επιτακτική ανάγκη για διαρκή επαγρύπνηση του ελληνικού λαού, διαμηνύοντας παράλληλα προς κάθε κατεύθυνση, ότι το δημοκρατικό και πατριωτικό φρόνημα του ίδιου του λαού μας είναι αυτό που θα ενώσει και θα οδηγήσει ολόκληρη τη χώρα στον απεγκλωβισμό από τα δεσμά, που της έχουν επιβάλει. Δεσμά που κατάντησαν την πατρίδα μας να είναι κατά τον σαρκασμό του Καριωτάκη : «Οι ασήμαντοι δρόμοι με μεγάλα ονόματα», ή ας έλεγε: «Οι ύποπτοι δρόμοι με ονόματα αγγέλων»



*Ο Γιώργος Βαζάκας είναι μέλος του Ε.ΠΑ.Μ