Τρίτη 7 Ιουλίου 2020

Παραίτηση με νόημα

Παραίτηση του εκπρόσωπού μας, Γ. Ρακκά από το Διοικητικό Συμβούλιο της ΚΕΔΗΘ ως έκφραση διαμαρτυρίας για την συνεργασία του με το Ελληνογερμανικό Ίδρυμα Νεολαίας.


Σήμερα το πρωί, ο εκπρόσωπός μας στο Διοικητικό Συμβούλιο της Κοινοφελούς Επιχείρησης του Δήμου Θεσσαλονίκης, Γ. Ρακκάς παραιτήθηκε από την θέση του, σε ένδειξη διαμαρτυρίας για την παραχώρηση της Βίλας Πετρίδη στο Ελληνογερμανικό Ίδρυμα Νεολαίας.

Η παραίτηση γνωστοποιήθηκε με επιστολή που εστάλη προς την Πρόεδρο της Επιχείρησης, Ιωάννα Κοσμοπούλου, τον Πρόεδρο του Δημοτικού Συμβουλίου Δρόσο Τσαβλή, αλλά και στον Δήμαρχο Θεσσαλονίκης Κωνσταντίνο Ζέρβα. Ακολουθεί η επιστολή με τις αιτιάσεις της παράταξής μας:



Επιστολή Παραίτησης από το Διοικητικό Συμβούλιο της ΚΕΔΗΘ

Κύριε Δήμαρχε,
Κύριε Πρόεδρε,
Κυρία Πρόεδρε της ΚΕΔΗΘ,


Με έκπληξη ενημερώθηκα από τον Τύπο, και τις ανακοινώσεις που ανάρτησε ο Δήμος Θεσσαλονίκης αλλά και η Πρόεδρος της ΚΕΔΗΘ στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης για την παραχώρηση της Βίλας Πετρίδη στο Ελληνογερμανικό Ίδρυμα Νεολαίας.

Η έκπληξη οφείλεται στο γεγονός ότι παρ όλο που είμαι μέλος του ΔΣ της Κοινοφελούς επιχείρησης, όπως και του Δημοτικού Συμβουλίου της πόλης, δεν υπήρξε καμία σχετική ενημέρωση για τις προθέσεις της Διοικήσεως. Κατά την πρόσφατη συνεδρίαση του Δημοτικού Συμβουλίου, άκουσα κι
εγώ τον Δήμαρχο Θεσσαλονίκης, Κωνσταντίνο Ζέρβα (Πέμπτη 02/07/20) να ισχυρίζεται ότι δεν μπορεί να ενημερώσει περαιτέρω το Σώμα για την παραχώρηση του εξαίρετου νεοκλασικού κτηρίου της Αναγεννήσεως, καθώς αυτό θα θέσει σε κίνδυνο την ίδια την διαδικασία που βρίσκεται σε εξέλιξη.

Την επόμενη, ωστόσο, διέρρευσε στον τύπο, με τον Δήμαρχο να κάνει δηλώσεις σε αυτόν. Άραγε, η ανακοίνωσή του στον τύπο δεν θέτει σε κίνδυνο την διαδικασία παραχώρησης, ενώ στο ανώτατο εκλεγμένο σώμα του Δήμο Θεσσαλονίκης την θέτει; Όπως καταλαβαίνετε για το Μένουμε Θεσσαλονίκη, τίθεται σοβαρό ζήτημα δεοντολογίας με αυτήν την διαδικασία που ως Διοίκηση ακολουθήσατε, τόσο στο Δημοτικό Συμβούλιο όσο και στο Διοικητικό Συμβούλιο της ΚΕΔΗΘ.

Προφανώς, οι διοικήσεις δεν συγκυβερνούν με την αντιπολίτευση για να δίνουν λογαριασμό στα μέλη της, αλλά υλοποιούν την δική τους στρατηγική. Ωστόσο, κατά την άποψή μας έχουν την υποχρέωση να εκθέτουν τις επιλογές τους στην βάσανο των ανώτατων οργάνων (Δημοτικό Συμβούλιο στην περίπτωση του Δημάρχου, Διοικητικό Συμβούλιο στην περίπτωση της ΚΕΔΗΘ), και να αναλάβουν την πολιτική ευθύνη της στήριξής τους.

Στην περίπτωσή μας, δυστυχώς, επιλέξατε τον ‘ασφαλή χώρο’ της μονοσήμαντης επικοινωνίας με τα ΜΜΕ, επιφυλάσσοντας ρόλο διακοσμητικό όχι μόνο για εμάς, της αντιπολίτευσης, αλλά και για τα
ίδια τα όργανα. Αυτό, για το Μένουμε Θεσσαλονίκη συνιστά ένδειξη μιας νοοτροπίας διακυβέρνησης βοναπαρτιστικού τύπου, την οποία εμείς επιθυμούμε να καταπολεμήσουμε.

Δεύτερον και επί της ουσίας. Πανηγυρίζετε ως Διοίκηση για το ότι η Βίλα Πετρίδη βρήκε επί τέλους χρήση. Αφήνουμε προς το παρόν στην άκρη το ιστορικό αβελτηρίας που βαραίνει διαχρονικά τον Δήμο για την μη χρήση του ακινήτου, αν και ακόμα και ο πιο καλόπιστος θα μπορούσε να αναρωτηθεί πως περιμένουμε από τον Δήμο να κυβερνήσει ολόκληρη πόλη όταν δεν μπορεί να διαχειριστεί ένα νεοκλασικό.

Τι το καλό κομίζει το ελληνογερμανικό ίδρυμα νεολαίας στην τοπική κοινωνία αλλά και την χώρα μας; Το ελληνογερμανικό ίδρυμα ισχυρίζεται ότι ιδρύθηκε για να προωθήσει μέσα στην νεολαία τις αξίες της ανεκτικότητας, της πολυπολιτισμικότητας, της «ανοιχτής κοινωνίας», να προωθήσει μια ενιαία συνείδηση περί ομοσπονδιακής Ευρώπης, καθώς και να διευκολύνει την κινητικότητα των νέων μεταξύ Ελλάδος και Γερμανίας. Δεν υπάρχει ΜΚΟ, οργάνωση ή ίδρυμα που να δραστηριοποίειται στην Θεσσαλονίκη και να μην προπαγανδίζει τις ίδιες αξίες κάνοντας κυριολεκτικά πλύση εγκεφάλου στην νεολαία.

Τι σημαίνει επίσης «συμβάλουμε στην διαμόρφωση μιας συνείδησης στην νεολαία»; Είναι η συνείδησή της ένα άγραφο χαρτί που μπορεί κατά το δοκούν το κάθε ίδρυμα με τις επιχορηγήσεις του να διαμορφώνει; Ποιες πολιτικές σκοπιμότητες υπηρετεί ένα τέτοιο Ίδρυμα που ιδρύεται με κρατική πρωτοβουλία και ρητά έχει ως σκοπό του τη βελτίωση της εικόνας ενός κράτους στα μάτια των νεώτερων γενεών ενός άλλου; Ποια είναι η διαφορά της μεταξύ της ‘προώθησης μιας εικόνας συνεργασίας’ και της προπαγάνδας; Αυτές είναι πρακτικές που μετέρχεται το γερμανικό ηγεμονικό σχέδιο για την Ευρώπη.

Τέλος, υπάρχει και το ζήτημα της ‘απομύζησης εγκεφάλων’. Το Ίδρυμα ενισχύει την ‘κινητικότητα των νέων’, ωστόσο όλοι γνωρίζουν ότι η γερμανική νεολαία έρχεται στην Ελλάδα για τουρισμό, ενώ η ελληνική πηγαίνει στην Γερμανία για δουλειά. Το τελευταίο σημαίνει τεράστια απώλεια πόρων για την ελληνική οικονομία. Θα σας δώσω ένα παράδειγμα που σχετίζεται με την πανδημία του κορωνοϊού. Περίπου 6.000 Έλληνες γιατροί απασχολούνται σήμερα στην Γερμανία ενώ η χώρα μας γυρεύει να θωρακιστεί απέναντι σε μια υγειονομική απειλή η οποία ήρθε για να μείνει, απ’ ό,τι δείχνει η δυσκολία ανακάλυψης κάποιου εμβολίου. Σύμφωνα με παλαιότερο δημοσίευμα της Καθημερινής (Απόστολος Λακασάς, 16/02/2013) το ελληνικό κράτος επενδύει 95.000€ για κάθε γιατρό που σπουδάζει στα δημόσια ιδρύματα της χώρας. Άρα με έναν πρόχειρο υπολογισμό, οι 6.000 γιατροί που έχουν φύγει για την Γερμανία ισοδυναμούν με απώλειες επενδύσεων σε ανθρώπινο κεφάλαιο για την χώρα μας της τάξεως των 570 εκ.€. Σε μια εποχή μάλιστα όπου η χώρα μας πασχίζει να ανασυγκροτήσει το Εθνικό Σύστημα Υγείας!

Επομένως, τι ακριβώς κάνουμε με τις επιλογές μας; Επιλέγουμε να στηρίξουμε μια πολιτική που αποδυναμώνει την χώρα μας και την τοπική κοινωνία, η οποία ειρήσθω εν παρόδω φιλοξενεί το μεγαλύτερο πανεπιστήμιο των Βαλκανίων και έχει γίνει στόχος απομύζησης εγκεφάλων;

Μήπως παίρνουμε κάποιο ουσιαστικό αντάλλαγμα γι’ αυτό, όπως η υποστήριξη του ελληνικού αιτήματος για τις γερμανικές αποζημιώσεις του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου ή μια ξεκάθαρη και κατηγορηματική καταδίκη των τουρκικών απειλών πολέμου; Κάθε άλλο, μάλλον το αντίθετο συμβαίνει. Μέσα από αυτούς τους μηχανισμούς, οι νέες γενιές ‘εκπαιδεύονται’ στη λήθη των ελληνικών αιτημάτων (αυτά επί της ουσίας συμψηφίζονται με ‘πρότζεκτ’ καταγραφής μαρτυριών των επιζώντων από τα ελληνικά μαρτυρικά χωριά)· ενώ, η Γερμανία παραμένει στρατηγικός σύμμαχος της Τουρκίας και μάλλον αυτήν υποστηρίζει στο πλαίσιο της ελληνοτουρκικής διαμάχης.

Ανακεφαλαιώνοντας, λοιπόν, για όλους τους παραπάνω λόγους, αλλά κυρίως γιατί στο Μένουμε Θεσσαλονίκη πιστεύουμε ότι:

α. Η διαδικασία που ακολουθήσατε για την παραχώρηση της Βίλας Πετρίδη δεν ακολουθεί την πρέπουσα δημοκρατική δεοντολογία, περιγράφει έναν τρόπο διακυβέρνησης με τον οποίο διαφωνούμε, και μας αποδίδει εντελώς διακοσμητικό ρόλο μεταβάλλοντας την παρουσία μας σε άλλοθι πλουραλισμού.

β. Η δραστηριότητα του ελληνογερμανικού ιδρύματος Νεολαίας ωφελεί ετεροβαρώς την γερμανική πρωτοβουλία και όχι την Θεσσαλονίκη ή την Ελλάδα.

Αναγκάζομαι να παραιτηθώ σε ένδειξη διαμαρτυρίας από το Διοικητικό Συμβούλιο της ΚΕΔΗΘ.

Ούτως ή άλλως απ’ ό,τι φαίνεται η συνεργασία του Ιδρύματος με αυτήν θα είναι σε μόνιμη βάση για ζητήματα νεολαίας.

Με εκτίμηση,
Γιώργος Ρακκάς
Επικεφαλής της παράταξης Μένουμε Θεσσαλονίκη