Φιλόλογος – Ιστορικός,
Δρ Ιστορικού και Αρχαιολογικού Τμήματος Α.Π.Θ.,
Διευθυντής 2ου ΓΕΛ Κατερίνης.
Η γλώσσα και η σχέση της με την επιβίωση του ελληνισμού
Και έτσι δημιουργήθηκε ο ελληνικός καινούριος κόσμος μέγας, ο οποίος κάποτε διαλύθηκε και αυτό οφείλεται στο ότι οι Έλληνες, ενώ μετέδωσαν στους βάρβαρους υπηκόους τους την ελληνική σκέψη και τον ελληνικό τρόπο ζωής, δεν μετέδωσαν την ελληνική ως μητρική γλώσσα. Και αν ο ελληνισμός μετά τη ρωμαϊκή εποχή κατόρθωσε να χτίσει τη Βυζαντινή Αυτοκρατορία και να μεγαλουργήσει επί άλλα χίλια χρόνια, αυτό οφείλεται στο ότι παρέμειναν οι περιοχές της ελληνόφωνες. Η σπουδαιότητα της γλώσσας ως του βασικότερου συνεκτικού εθνικού δεσμού ήταν και στην αρχαιότητα και στο μεσαίωνα μεγάλη. Και στα νεότερα χρόνια η ομογλωσσία γίνεται πιο ισχυρή κεντρομόλος δύναμη, που γύρω της συσσωματώνονται ομάδες. Τι άλλο ένωσε τα κομματιασμένα κρατίδια της μεσαιωνικής Ιταλίας, Γαλλίας, Γερμανίας, παρά η κοινή γλώσσα; Έτσι δημιουργήθηκε η δυαδική θρησκευτικά, ήτοι ορθόδοξη και καθολική, αλλά ομόγλωσση Γιουγκοσλαβία. Γι’ αυτό ο Βίσμαρκ συνιστά στους Γερμανούς να μην ξεχνούν ότι η Αγγλία και οι Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής μιλούν την ίδια γλώσσα και ενώνονται τις ώρες του μεγάλου κινδύνου.
Η κοινή γλώσσα στήριξε και στηρίζει μεγάλα ιστορικά ρεύματα, όπως ο πανσλαβισμός, που επιχείρησε να σφαγιάσει τον ελληνισμό προς όφελος των σλαβοφώνων της Βαλκανικής. Η σημερινή Ελλάδα υπάρχει ως έθνος και ως κράτος χάρη στο γεγονός ότι ο λαός της μιλά ελληνικά. Αν η ελληνική γλώσσα είχε χαθεί, όπως χάθηκε στη Β. Βαλκανική όπου εκτεινόταν παλιότερα, είναι αυτονόητο ότι εμείς σήμερα θα ήμαστε πολίτες ενός κράτους νοτιοσλαβικού ή αλβανικού. Η κοινή γλώσσα συντήρησε τη συνοχή προς την Ελλάδα και την παντοτινή ελπίδα της ένωσης μαζί της τμημάτων του ελληνισμού που βρέθηκαν ή βρίσκονται έξω από τα σύνορά της. Η Κύπρος π.χ. δεν θα είχε μείνει προσηλωμένη στα ελληνικά πεπρωμένα, αν είχε συμβεί να γίνει γλωσσικά ξένη προς τον άλλον ελληνισμό.
Η γλώσσα είναι εκείνη που προσδιορίζει αποφασιστικά το μέλλον του έθνους μας στην άκρη της Βαλκανικής Χερσονήσου. Καμιά φαντασία δεν θα μπορούσε να συλλάβει σήμερα το μέγεθος και την αγριότητα της χιλιόχρονης, αόρατης, σιωπηλής και απεγνωσμένης πάλης που πάλεψε το ελληνικό γλωσσικό στοιχείο, αφότου πέρασαν το Δούναβη και μας πλησίασαν οι Σλάβοι, λαός σε μεγάλο βαθμό διεισδυτικός και αφομοιωτικός. Είναι παράξενο ότι η περίοδος της πάλης αυτών των δυο γλωσσικών κόσμων δεν είναι όταν οι Σλάβοι ενεργούν ληστρικές επιδρομές στο ευρωπαϊκό τμήμα του βυζαντινού κράτους. Η θανάσιμη πάλη διεξάγεται στη μακρά περίοδο της ειρηνικής συμβίωσης, όταν οι Σλάβοι της Β. Βαλκανικής είναι υποτελείς στους βυζαντινούς αυτοκράτορες. Τότε ούτε Βυζαντινοί στρατηγοί, ούτε απόρθητα τείχη μπορούσαν να εμποδίσουν την ειρηνική διείσδυση των ξένων. Και στην περίπτωση αυτή δεν υπήρχε καν η θρησκευτική διαφορά και αντίθεση προς τον ξένο λαό.
(συνεχίζεται)
Και έτσι δημιουργήθηκε ο ελληνικός καινούριος κόσμος μέγας, ο οποίος κάποτε διαλύθηκε και αυτό οφείλεται στο ότι οι Έλληνες, ενώ μετέδωσαν στους βάρβαρους υπηκόους τους την ελληνική σκέψη και τον ελληνικό τρόπο ζωής, δεν μετέδωσαν την ελληνική ως μητρική γλώσσα. Και αν ο ελληνισμός μετά τη ρωμαϊκή εποχή κατόρθωσε να χτίσει τη Βυζαντινή Αυτοκρατορία και να μεγαλουργήσει επί άλλα χίλια χρόνια, αυτό οφείλεται στο ότι παρέμειναν οι περιοχές της ελληνόφωνες. Η σπουδαιότητα της γλώσσας ως του βασικότερου συνεκτικού εθνικού δεσμού ήταν και στην αρχαιότητα και στο μεσαίωνα μεγάλη. Και στα νεότερα χρόνια η ομογλωσσία γίνεται πιο ισχυρή κεντρομόλος δύναμη, που γύρω της συσσωματώνονται ομάδες. Τι άλλο ένωσε τα κομματιασμένα κρατίδια της μεσαιωνικής Ιταλίας, Γαλλίας, Γερμανίας, παρά η κοινή γλώσσα; Έτσι δημιουργήθηκε η δυαδική θρησκευτικά, ήτοι ορθόδοξη και καθολική, αλλά ομόγλωσση Γιουγκοσλαβία. Γι’ αυτό ο Βίσμαρκ συνιστά στους Γερμανούς να μην ξεχνούν ότι η Αγγλία και οι Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής μιλούν την ίδια γλώσσα και ενώνονται τις ώρες του μεγάλου κινδύνου.
Η κοινή γλώσσα στήριξε και στηρίζει μεγάλα ιστορικά ρεύματα, όπως ο πανσλαβισμός, που επιχείρησε να σφαγιάσει τον ελληνισμό προς όφελος των σλαβοφώνων της Βαλκανικής. Η σημερινή Ελλάδα υπάρχει ως έθνος και ως κράτος χάρη στο γεγονός ότι ο λαός της μιλά ελληνικά. Αν η ελληνική γλώσσα είχε χαθεί, όπως χάθηκε στη Β. Βαλκανική όπου εκτεινόταν παλιότερα, είναι αυτονόητο ότι εμείς σήμερα θα ήμαστε πολίτες ενός κράτους νοτιοσλαβικού ή αλβανικού. Η κοινή γλώσσα συντήρησε τη συνοχή προς την Ελλάδα και την παντοτινή ελπίδα της ένωσης μαζί της τμημάτων του ελληνισμού που βρέθηκαν ή βρίσκονται έξω από τα σύνορά της. Η Κύπρος π.χ. δεν θα είχε μείνει προσηλωμένη στα ελληνικά πεπρωμένα, αν είχε συμβεί να γίνει γλωσσικά ξένη προς τον άλλον ελληνισμό.
Η γλώσσα είναι εκείνη που προσδιορίζει αποφασιστικά το μέλλον του έθνους μας στην άκρη της Βαλκανικής Χερσονήσου. Καμιά φαντασία δεν θα μπορούσε να συλλάβει σήμερα το μέγεθος και την αγριότητα της χιλιόχρονης, αόρατης, σιωπηλής και απεγνωσμένης πάλης που πάλεψε το ελληνικό γλωσσικό στοιχείο, αφότου πέρασαν το Δούναβη και μας πλησίασαν οι Σλάβοι, λαός σε μεγάλο βαθμό διεισδυτικός και αφομοιωτικός. Είναι παράξενο ότι η περίοδος της πάλης αυτών των δυο γλωσσικών κόσμων δεν είναι όταν οι Σλάβοι ενεργούν ληστρικές επιδρομές στο ευρωπαϊκό τμήμα του βυζαντινού κράτους. Η θανάσιμη πάλη διεξάγεται στη μακρά περίοδο της ειρηνικής συμβίωσης, όταν οι Σλάβοι της Β. Βαλκανικής είναι υποτελείς στους βυζαντινούς αυτοκράτορες. Τότε ούτε Βυζαντινοί στρατηγοί, ούτε απόρθητα τείχη μπορούσαν να εμποδίσουν την ειρηνική διείσδυση των ξένων. Και στην περίπτωση αυτή δεν υπήρχε καν η θρησκευτική διαφορά και αντίθεση προς τον ξένο λαό.
(συνεχίζεται)
(Το Α΄ ΜΕΡΟΣ ΕΔΩ)