Φιλόλογος – Ιστορικός,
Δρ Ιστορικού και Αρχαιολογικού Τμήματος Α.Π.Θ.,
Διευθυντής 2ου ΓΕΛ Κατερίνης
Στο τελευταίο μέρος αξίζει να γίνει λόγος και στις επιπτώσεις που είχε ο λοιμός στο ηθικό επίπεδο, στην απώλεια των προτύπων που είχαν μέχρι τότε οι Αθηναίοι και πώς άλλαξε τις αντιλήψεις τους για τη ζωή και το θάνατο. Ήδη αναφέρθηκε μια πρώτη μεταστροφή του ορθολογιστή Περικλή προς το να πιστέψει ακόμη και τις γυναικείες μαγγανείες, όταν ήταν βαριά άρρωστος («ως σφόδρα κακώς έχων»).
Ο Θουκυδίδης επικεντρώνεται στις επιπτώσεις που είχε η νόσος στην ανθρώπινη συμπεριφορά και στις αντιδράσεις του. Ο φόβος και η απελπισία ήταν κυρίαρχα συναισθήματα και αυτά με τη σειρά τους οδηγούσαν στο να αποδέχονται οι άνθρωποι το μοιραίο, μιας και δεν τους είχαν απομείνει ψυχικά αποθέματα. Η επαφή με τον άρρωστο μετέδιδε τη νόσο, κολλούσε ο ένας από τον άλλον κατά την περιποίηση και την προσφορά της φροντίδας, με αποτέλεσμα «…ώσπερ τα πρόβατα έθνησκον» (Θουκ. ΙΙ, 51.4). Έτσι, οι νοσούντες αφήνονταν στην τύχη τους αβοήθητοι και κατέληγαν μόνοι τους. Όσοι φίλοι των ασθενών τους βοηθούσαν από ανθρωπιά, τελικά προσβάλλονταν και εκείνοι, ενώ οι συγγενείς εγκατέλειπαν ακόμη και τους θρήνους υπό το βάρος της συμφοράς και εξαιτίας του φόβου.
Οι Αθηναίοι που τηρούσαν μέχρι τότε τα τελετουργικά έθιμα ταφής, αδιαλείπτως από τότε που είχαν καταγραφεί στη νομοθεσία του Σόλωνα (Πλούταρχος, Σόλων 21), τώρα πλέον δεν μπορούσαν να τηρήσουν κανέναν από τους πατροπαράδοτους τρόπους ταφής. Ο καθένας έθαβε τους νεκρούς, όπως μπορούσε, λόγω της έλλειψης των απαραίτητων υλικών και του μεγάλου αριθμού των νεκρών συγγενικών προσώπων. Συνηθισμένες ήταν οι ανόσιες συμπεριφορές: εγκατάλειψη των σορών πάνω σε ξένες νεκρικές πυρές, άλλοι έριχναν τους δικούς τους νεκρούς πάνω σε άλλους νεκρούς που καίγονταν και το έβαζαν στα πόδια (Θουκ. ΙΙ, 52.1-4). Ας σημειωθεί ότι έχει προηγηθεί ο Επιτάφιος λόγος: «…ώδε μεν θάπτουσιν και δια παντός του πολέμου, οπότε ξυμβαίη αυτοίς, εχρώντο τω νόμω» (= συνεχώς ακολουθούσαν τα ταφικά έθιμα). Ο Θουκυδίδης ίσως ήθελε να αντιμετωπίσει με ειρωνικό τρόπο την εικόνα που είχε παρουσιάσει ο Περικλής στον Επιτάφιο λόγο του.
Συμπληρωματικά να αναφέρουμε ότι το 1984 στη διάρκεια των εργασιών για το μετρό της Αθήνας, κοντά στον Κεραμεικό, η αρχαιολογική ανασκαφή έφερε στο φως ομαδική ταφή 80 νεκρών. Ήταν άτακτα θαμμένοι σε μεγάλο λάκκο με επάλληλες στρώσεις και ανάμεσά τους βρέθηκαν «εγχυτρισμοί» (= παιδικές ταφές μέσα σε πήλινα σκεύη) βρεφών με διάσπαρτα κτερίσματα. Από τους ερευνητές (Παρλαμά Λ, Σταμπολίδης Ν.) αποδίδεται σε θύματα του λοιμού του 430 π.Χ.. Ανάμεσά τους και το παιδικό κρανίο μιας μικρής Αθηναίας, σε πολύ καλή κατάσταση, που έδωσε στους επιστήμονες την ιδέα της ανάπλασης του προσώπου της. Το 2010 το πρόσωπο της Μύρτιδος παρουσιάστηκε στο Μουσείο της Ακρόπολης και η μικρή Αθηναία, το θύμα του λοιμού, έγινε από τα Ηνωμένα Έθνη το σύμβολο του αγώνα τους στην καταπολέμηση των λοιμών και της φτώχειας.
Οι Αθηναίοι έφτασαν και σε χειρότερες μορφές ανομίας και ηθικής κατάπτωσης. Οι φτωχοί έπαιρναν τις περιουσίες πλουσίων που πέθαιναν ξαφνικά και χωρίς καμία επιφύλαξη ικανοποιούσαν τις επιθυμίες τους. Επιδίωκαν την εφήμερη απόλαυση, γιατί έβλεπαν πλέον ότι η ζωή και τα πλούτη ήταν προσωρινά. Η απόλαυση καθόριζε τη ζωή τους, ενώ κανένας ηθικός φραγμός δεν τους συγκρατούσε, είτε προέρχονταν από τους ανθρώπινους νόμους είτε από το φόβο των θεών. Έσπευδαν να γευτούν κάθε απόλαυση, πριν τους βρει ο «επικρεμάμενος» θάνατος, γνωρίζοντας ότι δεν θα λογοδοτήσουν σε κανέναν, από τη στιγμή που πάμπολλοι χάνονταν αδιακρίτως.
Κλείνοντας, να αναφέρουμε ότι ο Θουκυδίδης ήταν γνώστης των ιατρικών συγγραμμάτων της εποχής του, του ιπποκρατικού corpus, που επικεντρώνονταν στην πρόγνωση. Ο ιστορικός επεσήμανε τη μετάδοση της νόσου μέσω της επαφής: «έτερος αφ’ ετέρου αναπιμπλάμενοι ώσπερ τα πρόβατα έθνησκον». Γνώριζε ότι δεν υπήρχε φάρμακο αποτελεσματικό για όλους: «εν τε ουδέ εν κατέστη ίαμα…το γαρ τω ξυνενεγκόν άλλον τούτο έβλαπτε» (= το ίδιο φάρμακο άλλον τον ωφελούσε και άλλον τον έβλαπτε). Ήταν πάνω από όλα ιστορικός και ήθελε η περιγραφή του λοιμού να είναι χρήσιμη για όσους επιθυμούν να προνοήσουν για το μέλλον.
Απορίας άξιο είναι η διάθεση του Θουκυδίδη για πρόνοια πόση απήχηση βρήκε στις σύγχρονες φαρμακευτικές εταιρείες, που με μεγάλη σπουδή κάνουν λόγο για συντριπτικά μεγάλης αποτελεσματικότητας παρασκευή εμβολίων μέσα σε λίγους μήνες, την ώρα που τα μέχρι τώρα εμβόλια προετοιμάστηκαν σε διάστημα αρκετών χρόνων!!!
Διευθυντής 2ου ΓΕΛ Κατερίνης
Στο τελευταίο μέρος αξίζει να γίνει λόγος και στις επιπτώσεις που είχε ο λοιμός στο ηθικό επίπεδο, στην απώλεια των προτύπων που είχαν μέχρι τότε οι Αθηναίοι και πώς άλλαξε τις αντιλήψεις τους για τη ζωή και το θάνατο. Ήδη αναφέρθηκε μια πρώτη μεταστροφή του ορθολογιστή Περικλή προς το να πιστέψει ακόμη και τις γυναικείες μαγγανείες, όταν ήταν βαριά άρρωστος («ως σφόδρα κακώς έχων»).
Ο Θουκυδίδης επικεντρώνεται στις επιπτώσεις που είχε η νόσος στην ανθρώπινη συμπεριφορά και στις αντιδράσεις του. Ο φόβος και η απελπισία ήταν κυρίαρχα συναισθήματα και αυτά με τη σειρά τους οδηγούσαν στο να αποδέχονται οι άνθρωποι το μοιραίο, μιας και δεν τους είχαν απομείνει ψυχικά αποθέματα. Η επαφή με τον άρρωστο μετέδιδε τη νόσο, κολλούσε ο ένας από τον άλλον κατά την περιποίηση και την προσφορά της φροντίδας, με αποτέλεσμα «…ώσπερ τα πρόβατα έθνησκον» (Θουκ. ΙΙ, 51.4). Έτσι, οι νοσούντες αφήνονταν στην τύχη τους αβοήθητοι και κατέληγαν μόνοι τους. Όσοι φίλοι των ασθενών τους βοηθούσαν από ανθρωπιά, τελικά προσβάλλονταν και εκείνοι, ενώ οι συγγενείς εγκατέλειπαν ακόμη και τους θρήνους υπό το βάρος της συμφοράς και εξαιτίας του φόβου.
Οι Αθηναίοι που τηρούσαν μέχρι τότε τα τελετουργικά έθιμα ταφής, αδιαλείπτως από τότε που είχαν καταγραφεί στη νομοθεσία του Σόλωνα (Πλούταρχος, Σόλων 21), τώρα πλέον δεν μπορούσαν να τηρήσουν κανέναν από τους πατροπαράδοτους τρόπους ταφής. Ο καθένας έθαβε τους νεκρούς, όπως μπορούσε, λόγω της έλλειψης των απαραίτητων υλικών και του μεγάλου αριθμού των νεκρών συγγενικών προσώπων. Συνηθισμένες ήταν οι ανόσιες συμπεριφορές: εγκατάλειψη των σορών πάνω σε ξένες νεκρικές πυρές, άλλοι έριχναν τους δικούς τους νεκρούς πάνω σε άλλους νεκρούς που καίγονταν και το έβαζαν στα πόδια (Θουκ. ΙΙ, 52.1-4). Ας σημειωθεί ότι έχει προηγηθεί ο Επιτάφιος λόγος: «…ώδε μεν θάπτουσιν και δια παντός του πολέμου, οπότε ξυμβαίη αυτοίς, εχρώντο τω νόμω» (= συνεχώς ακολουθούσαν τα ταφικά έθιμα). Ο Θουκυδίδης ίσως ήθελε να αντιμετωπίσει με ειρωνικό τρόπο την εικόνα που είχε παρουσιάσει ο Περικλής στον Επιτάφιο λόγο του.
Συμπληρωματικά να αναφέρουμε ότι το 1984 στη διάρκεια των εργασιών για το μετρό της Αθήνας, κοντά στον Κεραμεικό, η αρχαιολογική ανασκαφή έφερε στο φως ομαδική ταφή 80 νεκρών. Ήταν άτακτα θαμμένοι σε μεγάλο λάκκο με επάλληλες στρώσεις και ανάμεσά τους βρέθηκαν «εγχυτρισμοί» (= παιδικές ταφές μέσα σε πήλινα σκεύη) βρεφών με διάσπαρτα κτερίσματα. Από τους ερευνητές (Παρλαμά Λ, Σταμπολίδης Ν.) αποδίδεται σε θύματα του λοιμού του 430 π.Χ.. Ανάμεσά τους και το παιδικό κρανίο μιας μικρής Αθηναίας, σε πολύ καλή κατάσταση, που έδωσε στους επιστήμονες την ιδέα της ανάπλασης του προσώπου της. Το 2010 το πρόσωπο της Μύρτιδος παρουσιάστηκε στο Μουσείο της Ακρόπολης και η μικρή Αθηναία, το θύμα του λοιμού, έγινε από τα Ηνωμένα Έθνη το σύμβολο του αγώνα τους στην καταπολέμηση των λοιμών και της φτώχειας.
Οι Αθηναίοι έφτασαν και σε χειρότερες μορφές ανομίας και ηθικής κατάπτωσης. Οι φτωχοί έπαιρναν τις περιουσίες πλουσίων που πέθαιναν ξαφνικά και χωρίς καμία επιφύλαξη ικανοποιούσαν τις επιθυμίες τους. Επιδίωκαν την εφήμερη απόλαυση, γιατί έβλεπαν πλέον ότι η ζωή και τα πλούτη ήταν προσωρινά. Η απόλαυση καθόριζε τη ζωή τους, ενώ κανένας ηθικός φραγμός δεν τους συγκρατούσε, είτε προέρχονταν από τους ανθρώπινους νόμους είτε από το φόβο των θεών. Έσπευδαν να γευτούν κάθε απόλαυση, πριν τους βρει ο «επικρεμάμενος» θάνατος, γνωρίζοντας ότι δεν θα λογοδοτήσουν σε κανέναν, από τη στιγμή που πάμπολλοι χάνονταν αδιακρίτως.
Κλείνοντας, να αναφέρουμε ότι ο Θουκυδίδης ήταν γνώστης των ιατρικών συγγραμμάτων της εποχής του, του ιπποκρατικού corpus, που επικεντρώνονταν στην πρόγνωση. Ο ιστορικός επεσήμανε τη μετάδοση της νόσου μέσω της επαφής: «έτερος αφ’ ετέρου αναπιμπλάμενοι ώσπερ τα πρόβατα έθνησκον». Γνώριζε ότι δεν υπήρχε φάρμακο αποτελεσματικό για όλους: «εν τε ουδέ εν κατέστη ίαμα…το γαρ τω ξυνενεγκόν άλλον τούτο έβλαπτε» (= το ίδιο φάρμακο άλλον τον ωφελούσε και άλλον τον έβλαπτε). Ήταν πάνω από όλα ιστορικός και ήθελε η περιγραφή του λοιμού να είναι χρήσιμη για όσους επιθυμούν να προνοήσουν για το μέλλον.
Απορίας άξιο είναι η διάθεση του Θουκυδίδη για πρόνοια πόση απήχηση βρήκε στις σύγχρονες φαρμακευτικές εταιρείες, που με μεγάλη σπουδή κάνουν λόγο για συντριπτικά μεγάλης αποτελεσματικότητας παρασκευή εμβολίων μέσα σε λίγους μήνες, την ώρα που τα μέχρι τώρα εμβόλια προετοιμάστηκαν σε διάστημα αρκετών χρόνων!!!
Το Γ΄ ΜΕΡΟΣ