Στους τόπους από όπου περνούσε, για να διδάξει, ο πατρο - Κοσμάς έστηνε μεγάλο ξύλινο σταυρό και ένα σκαμνί. Σύμφωνα με την παράδοση, ίδρυσε πολλά προσκυνητάρια στις ορεινές περιοχές της Πίνδου και των Χασίων.
Σύμφωνα με μιαν «ενθύμηση» του 1766 της μονής Ζάβορδας Γρεβενών ήταν «ολίγον κοντακιανός και μελαχροινός και τα γένεια του μαύρα δασιά». Για ορισμένα πράγματα είχε παράξενες αντιλήψεις και έτσι δεν συμπαθούσε αυτούς που ξύριζαν τα γένια τους.
Οι πάμπολλοι ακροατές του πολύ γρήγορα άρχισαν να τον λατρεύουν και να τον αγιοποιούν. Γι’ αυτούς ήταν ο προφήτης Ηλίας ή ο δίκαιος Ενώχ. Ωστόσο, είχε τολμηρές απόψεις για την εποχή του και κήρυττε ότι «ίσια την έκαμεν ο Θεός την γυναίκα με τον άνδρα, όχι κατωτέρα». Ας σημειωθεί εδώ ότι στα κηρύγματά του για την ισότητα των ανθρώπων συναντούσε μεγάλες αντιδράσεις κυρίως από τους κοτζαμπάσηδες, τους πλούσιους και τους ανώτερους κληρικούς. Κήρυττε την κατάπαυση των αδικιών και των καταπιέσεων και αυτό θεωρούνταν απειλή και θα μπορούσε να φέρει αναταραχή στο κοινωνικό καθεστώς. Κοντά τους ας προστεθεί και η εχθρότητα των Εβραίων εναντίον του, γιατί τους θεωρούσε εχθρούς της χριστιανικής πίστης, έχοντας επηρεαστεί από τη φιλοχρηματία τους και την αισχροκέρδειά τους.
Στα πλαίσια του ρωσοτουρκικού πολέμου των ετών 1768 – 1774, μετά την ατυχή έκβαση της επανάστασης του 1770 με τα γνωστά «Ορλωφικά» και τα φοβερά αποτελέσματα για τους Έλληνες (για αντίποινα κατά των επαναστατών οι Αλβανοί σφάζουν, πυρπολούν και κατεδαφίζουν, λεηλατούν και καταστρέφουν από τη Θεσσαλία μέχρι την Πελοπόννησο και τη Δυτική Ελλάδα, σκλαβώνουν γυναίκες και παιδιά και άλλους τους πουλούν, άλλους τους μεταφέρουν στην Αλβανία και τους εξισλαμίζουν…), ο καλόγηρος Κοσμάς αναθεώρησε τα πιστεύω του για την απελευθέρωση του έθνους μας, μιας και απογοητεύτηκε από την προσμονή της ρωσικής βοήθειας. Αναζήτησε νέους προσανατολισμούς και κατανόησε ότι η σωτηρία του έθνους μπορεί να έρθει από το φωτισμό του Γένους και με βάση αυτή την κεντρική ιδέα του διαμόρφωσε και τα κηρύγματά του μετά το 1774.
Έτσι, το 1775 ξεκινώντας την τελευταία περιοδεία του έχει ξεκάθαρη πορεία προς τη Δυτική Ελλάδα, όπου η τυραννία και η βαρβαρότητα είχαν εξαθλιώσει τους κατοίκους της. Οι χριστιανοί της Ηπείρου και της Αλβανίας κατά τη διάρκεια του ρωσοτουρκικού πολέμου και κατόπιν υπέφεραν τα πάνδεινα και πολλές οικογένειες μέσα στην απελπισία τους απαρνούνταν τη θρησκεία τους. Ο «καλόγηρος», ο Κοσμάς, ξεκίνησε από το Άγιον Όρος, πέρασε από τη Θεσσαλονίκη και πηγαίνοντας δυτικά το 1775 πέρασε από τη Βέροια, όπου κήρυξε τον Ιούλιο και στα γύρω χωριά. Τον επόμενο μήνα επισκέφθηκε τη Σιάτιστα και μίλησε στους Σιατιστινούς λέγοντάς τους ότι είναι καλότυχοι που βρέθηκαν πάνω στα ψηλά βουνά «γιατί αυτά θα σας φυλάξουν από πολλά δεινά. Θ’ ακούτε και δεν θα βλέπετε τον κίνδυνο».
Είναι αξιοσημείωτο το πέρασμά του τώρα και από τα Γρεβενά, όπου ήρθε σε επαφή με τους κλέφτες της περιοχής και, σύμφωνα με την παράδοση, συναντήθηκε με τον κλέφτη και αρματολό Δημήτριο Τότσκα, τον οποίο προέτρεψε να χαρίσει 40 κολυμβήθρες σε ισάριθμα χωριά. Φρόντισε να ιδρύσει και σχολεία στα Γρεβενά και στα χωριά Μαλακάσι, Περιβόλι, Αβδέλλα και Σμίξη και ζήτησε από τους βλαχόφωνους κατοίκους τους να μιλούν μεταξύ τους μόνον ελληνικά. Σχολείο ίδρυσε στη συνέχεια και στην Ανασελίτσα και έφτασε στην Καστοριά, όπου κήρυξε έχοντας για άμβωνα τη συκαμιά που σώζεται μέχρι σήμερα στη συνοικία Καρύδη.
Παντού ενθουσίαζε τα πλήθη με τις ομιλίες του ο «καλόγηρος» και προχωρώντας ΒΔ έφτασε στην Ήπειρο και την Αλβανία, όπου βρήκε απογοητευτική κατάσταση και γι’ αυτό εργάστηκε με φλογερό πάθος. Ο μητροπολίτης του Δέλβινου Ιωαννίκιος τον υποδέχθηκε με χαρά και τον συνόδευε στις περιοδείες του στα χωριά της δικαιοδοσίας του και τα αποτελέσματα ήταν πολύ ικανοποιητικά.
Το Μάρτιο του 1777 πέρασε στη Λευκάδα και τον Ιούνιο στην Κεφαλληνία, όπου η διδασκαλία του είχε βαθιά απήχηση στο λαό. Στη συνέχεια πήγε στη Ζάκυνθο, αλλά εκεί οι άρχοντες, οι έμποροι και οι Εβραίοι τον ανάγκασαν να φύγει πάλι για την Κεφαλληνία, όπου και εκεί οι άρχοντες, εξαγριωμένοι από την αφύπνιση του λαού, στράφηκαν εναντίον του. Έφυγε για την Κέρκυρα, αλλά εκεί βρήκε μεγαλύτερη αναταραχή και του επιτέθηκαν μπράβοι οργανωμένοι από αριστοκράτες και Εβραίους.
Αρχές του 1778 μέχρι τον Ιανουάριο 1779 τον βρίσκουμε στην Ήπειρο (Περτούλι, Βετερνίκο, Δέση, Σαμαρίνα, Ζάλογγο κ.ά.), στα Τρίκαλα, στα Γρεβενά, όπου ιδρύει κοινά σχολεία, σύμφωνα με πολλές «ενθυμήσεις» σε λειτουργικά βιβλία εκκλησιών της περιοχής. «Είναι οξυνούστατος, έμπλεως μεγάλων ιδεών και έχει αξιοθαύμαστον τρόπον, όπως εισδύει εις την ψυχήν οιουδήποτε…επί πλέον δε ο αριθμός των ατόμων, τα οποία πανταχόθεν συρρέουν, ίνα τον ίδουν, είναι καταπληκτικός» γράφει ο προνοητής της Λευκάδας προς τον Γενικό προνοητή της Κέρκυρας στις 7 Μαΐου 1779 (βλ. Κ. Δ. Μέρτζιος, Το εν Βενετία κρατικόν αρχείον, Ηπειρωτικά Χρονικά 15, σ. 6).
(συνεχίζεται)
* Παναγιώτης Γ. Αλεκάκης
Φιλόλογος – Ιστορικός
Δρ Ιστορικού και Αρχαιολογικού Τμήματος Α.Π.Θ.
Διευθυντής 2ου ΓΕΛ Κατερίνης
** Το πρώτο μέρος εδώ: https://pierikialithia.blogspot.com/2021/01/blog-post_787.html
*** Το δεύτερο μέρος εδώ: https://pierikialithia.blogspot.com/2021/01/2_17.html
**** Το τρίτο μέρος εδώ: https://pierikialithia.blogspot.com/2021/01/3.html
**** Το τέταρτο μέρος εδώ: https://pierikialithia.blogspot.com/2021/01/4.html
***** Το πέμπτο μέρος εδώ: https://pierikialithia.blogspot.com/2021/01/5.html
****** Το έκτο μέρος εδώ: https://pierikialithia.blogspot.com/2021/01/6_31.html
******* Το έβδομο μέρος εδώ: https://pierikialithia.blogspot.com/2021/02/7.html