Γράφει ο Παναγιώτης Γ. Αλεκάκης *
Ο Αθανάσιος Ψαλίδας (1767-1829) είναι πολύ σπουδαία πνευματική προσωπικότητα, που άσκησε μεγάλη επιρροή στην αναγέννηση των Ελλήνων, πολιτικά και πνευματικά.
Γεννήθηκε στα Ιωάννινα από ευκατάστατους γονείς, οι οποίοι έκαναν εμπόριο με τη Βλαχία και τη Ρωσία. Στα Γιάννενα παρακολούθησε τις πρώτες του σπουδές και τις συνέχισε στη Βιέννη, όπου πήγε ως οικοδιδάσκαλος του γιου ενός πλούσιου εμπόρου.
Ο Αθανάσιος Ψαλίδας (1767-1829) είναι πολύ σπουδαία πνευματική προσωπικότητα, που άσκησε μεγάλη επιρροή στην αναγέννηση των Ελλήνων, πολιτικά και πνευματικά.
Γεννήθηκε στα Ιωάννινα από ευκατάστατους γονείς, οι οποίοι έκαναν εμπόριο με τη Βλαχία και τη Ρωσία. Στα Γιάννενα παρακολούθησε τις πρώτες του σπουδές και τις συνέχισε στη Βιέννη, όπου πήγε ως οικοδιδάσκαλος του γιου ενός πλούσιου εμπόρου.
Σε ηλικία 24 ετών έγραψε στα Λατινικά το φιλοσοφικό έργο «Αληθής ευδαιμονία», που το αφιέρωσε στην τσαρίνα Αικατερίνη Β΄, από την οποία περίμενε την απελευθέρωση του έθνους μας, όπως και πολλοί άλλοι Έλληνες. Είναι η εποχή, κατά την οποία ο Ψαλίδας διαπνέεται από φιλομοναρχικά αισθήματα και διάκειται εχθρικά απέναντι στις ιδέες της Γαλλικής Επανάστασης (βλ. Γ. Λάιος, Ο Αθανάσιος Ψαλίδας αντιδημοκράτης, Ηπειρωτική Εστία 6, σ. 219-220). Οι νίκες των γαλλικών όπλων και οι ελπίδες που στήριζαν οι Έλληνες στον Ναπολέοντα λίγο αργότερα τον παρέσυραν στην ιδεολογική μεταστροφή του.
Ο Ψαλίδας έχει τη φλόγα και τη λαχτάρα να φωτίσει τους απαίδευτους Έλληνες και εργάζεται με όλες του τις δυνάμεις. Στη Βιέννη τυπώνει το φυλλάδιο «Καλοκινήματα», με το οποίο θέλει να ταρακουνήσει τους συμπατριώτες του: «Αδελφοί μου ομογενείς! εξυπνήσατε μιαν φοράν από τον βαθύν αυτόν ύπνον και πολυχρόνιον∙ ανοίξατε τους οφθαλμούς σας και ίδετε το λαμπρόν φως του Ηλίου∙ στοχασθείτε τίνων απόγονοι είσθε και πώς κατεστάθητε, εις τι αθλίαν κατάστασιν αμαθείας και βαρβαρότητος ήλθετε…μιμηθείτε τους Ευρωπαίους, τα πεπολιτισμένα και λελαμπρυσμένα γένη».
Ο Ψαλίδας αφουγκράζεται το λαό μας, που στα τέλη του 18ου αιώνα εκφράζει το παράπονό του να ξαναγυρίσουν οι ξενιτεμένοι λόγιοι στην πατρίδα τους και να τη βοηθήσουν να αναλάβει πνευματικά. Ο ίδιος έδωσε το παράδειγμα και επέστρεψε στα Γιάννενα (14 Σεπτεμβρίου 1795), περιφρονώντας την πρόταση της Ακαδημίας της Πέστης να του δώσουν την έδρα της Φιλοσοφίας (βλ. Λ. Βρανούσης, Αθανάσιος Ψαλίδας, ο διδάσκαλος του Γένους, ο πατριώτης – ο πολιτικός – ο αγωνιστής, σ. 7-16). Γι’ αυτό το λόγο στράφηκε με βιαιότητα εναντίον του άλλοτε δασκάλου του Ευγένιου Βούλγαρη, που «επρόσφυγεν εις ξένα βάρβαρα γένη, τον πατριωτισμόν δεύτερον ποιούμενος».
Στα Ιωάννινα δίδαξε πρώτα στη Μαρουτσαία Σχολή για ένα χρόνο (από Φεβρουάριο 1796) και στη σχολή που ιδρύθηκε με κληροδότημα του Ζώη Καπλάνη, όπου δίδαξε μέχρι το 1820 (βλ. Λ. Βρανούσης, Ψαλίδας, σ. 25). Ο Ψαλίδας προσπαθεί να ευρύνει το πεδίο των γνώσεων των εκατό μαθητών της σχολής, αποφεύγοντας τον καθιερωμένο τότε σχολαστικισμό και διδάσκοντας τα νέα φιλοσοφικά συστήματα και τις φυσικές επιστήμες σε απλή γλώσσα. Πίστευε ότι η δημοτική γλώσσα είναι το κατάλληλο όργανο, προκειμένου να μορφωθούν τα ελληνόπουλα γρήγορα και ανεμπόδιστα. Είχε στενές σχέσεις με τον Βηλαρά, γνωστό για τις γλωσσικές του υπερβολές, και ήταν επόμενο να κατηγορηθεί «επί αθεΐα και επί βολταιρισμώ» (βλ. Λ. Βρανούσης, Ψαλίδας, σ. 25).
Ο Ψαλίδας, αφοσιωμένος στην πολιτική και πνευματική αναγέννηση του έθνους, βρίσκεται μεταξύ των πρωτοπόρων του νεοελληνικού διαφωτισμού, αλληλογραφεί με τον Αδαμάντιο Κοραή και έχει σχέσεις με τους φιλελεύθερους γιατρούς από την Κοζάνη Γ. Σακελλάριο και από τα Ιωάννινα Κυρίτση Καραγιάννη. Διατηρεί επαφές με τον Χριστόφορο Περραιβό, τον άλλοτε συνοδοιπόρο του Ρήγα Φεραίου και με άτομα που κατέχονταν από την ιδέα της απελευθέρωσης του Γένους. Οι ελευθεριάζουσες απόψεις του στα θρησκευτικά ζητήματα δημιούργησαν εχθρούς, όπως ο Κοσμάς Μπαλάνος, διευθυντής και δάσκαλος σε άλλη σχολή των Ιωαννίνων, ο οποίος κατηγόρησε τον Ψαλίδα και τους πιστούς μαθητές του ως «αθέους και αχρείους» (βλ. Ι. Αναστασίου, Η πνευματική κατάσταση στα Γιάννινα, σ. 248).
Κλείνοντας, ας αναφέρουμε και την απερίγραπτη οργή του για τους ξένους αρχαιοκάπηλους, που λαφυραγωγούσαν τις αρχαιότητές μας. Λέει προς τον συνοδό του Byron, στον Hobhouse: «Εσείς οι Άγγλοι μας παίρνετε τα έργα των προγόνων μας∙ φυλάξτε τα καλά! Εμείς οι Έλληνες θάρθουμε μια μέρα να σας τα ξαναζητήσουμε!».
* Παναγιώτης Γ. Αλεκάκης
Φιλόλογος – Ιστορικός
Δρ Ιστορικού και Αρχαιολογικού Τμήματος Α.Π.Θ.
Διευθυντής 2ου ΓΕΛ Κατερίνης