Το 1903, η εφημερίδα «Ακρόπολις» στο πρωτοχρονιάτικο φύλλο της (υπ᾽ αριθμ. 7483), δημοσίευσε, μαζί με τις ευχές του Κωστή Παλαμά «επί τω Νέω Έτει», και την απάντησή του στο ερώτημα:
«Ποια είναι η μάλλον κατεπείγουσα ανάγκη διά το Ελληνικόν Κράτος, της οποίας την εκπλήρωσιν θέλει πας Έλλην να ευχηθή κατά το νέον έτος». Απάντησε: (α). «Το στρατιωτικό δυνάμωμα του τόπου μας θα ήταν η μάλλον κατεπείγουσα ανάγκη· και (β) για το στρατιωτικό δυνάμωμα τούτο πρώτα μας χρειάζεται ανθρώπων απόχτημα. Και τους ανθρώπους θα μας έδινε η παιδεία... Δέομαι κάποιο άλλο αλφαβητάρι ν᾽ ανοιχτή εμπρός στα μάτια του σημερινού παιδιού, του αυριανού πολίτη. ..».
Σπουδαία λόγια, ειπωμένα σε μια εποχή που το κράτος μαζεύει ακόμη τις πληγές του από τον λεγόμενο «ατυχή» πόλεμο του 1897 και βρίσκεται κάτω από τα νύχια των δανειστών, του Διεθνούς Οικονομικού Ελέγχου, όπως ονομαζόταν, τότε, η μαφιόζικη λαφυραγώγηση της πατρίδας.
Να σημειώσω παρενθετικά αυτό που γράφει η έγκυρη «Ιστορία του Ελληνικού Έθνους» της «Εκδοτικής Αθηνών», για το ποιος βύθισε και την εποχή εκείνη την Ελλάδα στην οικονομική φρίκη. «Ο οικονομικός έλεγχος πολύ νωρίς συσχετίστηκε από τους μελετητές της εποχής με τα αίτια του πολέμου. Θεωρήθηκε δηλαδή ότι η Γερμανία, προεξοφλώντας την ελληνική ήττα, εξώθησε σε πόλεμο – την Ελλάδα, έμμεσα, με πράκτορες, την Τουρκία άμεσα – για να εξαναγκαστεί η Ελλάδα να δεχτεί τον έλεγχο. “Ως εκρίθη η μάχη του Δομοκού, η Γερμανία ήρξατο να ομιλή περί ελέγχου”, γράφει ο Α. Ανδρεάδης. (Ακαδημαϊκός, οικονομολόγος με διεθνές κύρος). Και αλλού πάλι ο ίδιος. “Κοινόν μυστικόν ήτο ότι οι ενθαρρύνσεις προήλθον εκ Γερμανίας». (τομ. ΙΔ, σελ. 164). Σήμερα και πάλι εν μέσω οικονομικού ελέγχου-μνημόνια ευφημιστικώς- η άθλια, παρελκυστική και γλοιώδης πολιτική της Γερμανίας υποδαυλίζει και ενθαρρύνει τα μεμέτια της Άγκυρας, προεξοφλώντας προφανώς μια ελληνική ήττα, η οποία, καταπώς λογαριάζουν τα τσακάλια του Βερολίνου, και το λαθρομεταναστευτικό καρκίνωμα θα λύσει προς χάριν της Ευρώπης – δυο τρία νησιά θα δοθούν για μόνιμη εγκατάσταση Πακιστανών, Σομαλών και Αλγερινών- και θα ηρεμήσουν οι λεπτεπίλεπτες γριές της ευρωπαϊκής ηπείρου, από τα γαβγίσματα και τους χρεμετισμούς του ανισόρροπου Ερντογάν.
Όμως, όπως προσφυώς λέχθηκε, η ιστορία διδάσκει ότι κανείς δεν διδάσκεται από αυτήν. Ιδίως η ημέτερη ημιμάθεια και δοκησισοφία, οι ποικιλώνυμοι πολιτικάντηδες, «…όχι μόνο αγνοούσι και απεχθάνονται την ιστορία, αλλά τρέφουσι προς αυτήν βαθυτάτην περιφρόνησιν…», γράφει, πριν από 150 περίπου χρόνια, ο Δημ. Βερναρδάκης. Ξεχνούν τα επιγραμματικά λόγια του Πολυβίου «αληθινωτάτην… είναι παιδείαν και γυμνασίαν προς τα πολιτικάς πράξεις την εκ της ιστορίας μάθησιν…». (Α, Ι, 2).
Επιστρέφω όμως στις καίριες και επίκαιρες επισημάνσεις του εθνικού μας ποιητή. Τι μας κανοναρχεί; Να εξοπλιστούμε και υλικά και πνευματικά εν όψει του κινδύνου που λέγεται «τουρκικό αρπακτικό». Μπορεί να εναβρύνεται η νυν κυβέρνηση για το «στρατιωτικό δυνάμωμα», μέσω κάποιων αγορών, αλλά αυτό δεν αρκεί. Εδώ που βρισκόμαστε πρέπει να δράσουμε, με πρότυπο την εποχή που ο Παλαμάς γράφει τα παραπάνω. Η τότε κυβέρνηση του Γ. Θεοτόκη με νόμο ιδρύει το «Ταμείο Εθνικού Στόλου», στο οποίο μεταβιβάστηκε η διαχείριση όλων των κληροδοτημάτων, μεταξύ των οποίων και του Γ. Αβέρωφ και όλοι οι κρατικοί πόροι που προέρχονταν από τα τέλη αγκυροβολίας, φαρικών, δεξαμενισμού και λοιπά. Με τα χρήματα αυτά θα είναι σε θέση ο Θεοτόκης στην τελευταία του κυβέρνηση να αγοράσει 6 αντιτορπιλικά. Το 1904 ίδρυσε το «Ταμείο Εθνικής Αμύνης» μέσω του οποίου οργανώθηκε ο στρατός. (Προβάλλεται ο Βενιζέλος που τα βρήκε έτοιμα, όμως ο Γ. Θεοτόκης επιτέλεσε ίσως σπουδαιότερο έργο και έμεινε στην αφάνεια). Χάρις στα χρήματα του ταμείου και την δωρεά του Εθνικού Ευεργέτη Γ. Αβέρωφ, αρπάξαμε, το 1909, σχεδόν μέσα από τα χέρια των Τούρκων και το θρυλικό θωρηκτό «Αβέρωφ», που έστελνε στον πάτο του Αιγαίου τις τουρκικές ναυαρχίδες και απελευθέρωνε τα νησιά μας. (Κάτι που θα ξανασυμβεί αν τολμήσουν «να χτυπήσουν» τα δείλαια φασιστοειδή της Τουρκιάς).
Αν είχαμε πολιτικούς του διαμετρήματος του Θεοτόκη και όχι νάνους και αρλεκίνους που ερίζουν στην Βουλή για τις εκτονωτικές πορείες των 100-200 ψυχανώμαλων «κουκουλοφλώρων», θα ιδρυόταν «Ταμείο Εθνικής Άμυνας», ο λαός θα πρόσφερε «το δίλεπτό του» και θα αγοράζαμε αμέσως, έτοιμα, σύγχρονα οπλικά συστήματα. Αλλά αυτό απαιτεί ηγεσία στιβαρή, τίμια και με υψηλό αίσθημα φιλοπατρίας και όχι προσκυνημένους κολεγιόπαιδες.
Πιο σοβαρή και κρίσιμη όμως είναι η δεύτερη παρότρυνση του Παλαμά. «Το απόχτημα ανθρώπων». Και αυτό το «απόχτημα» μάς το δίνει η Παιδεία. Αλλά τέτοια παιδεία δεν έχουμε. Τι έχουμε στα σχολειά, τι «ανθρώπους αποχτούμε» με την τωρινή εκπαίδευση; Απαντώ με τους περίτεχνους στίχους του μεγάλου ποιητή:
«Δεν έχεις, Όλυμπε, θεούς,
μηδέ λεβέντες η Όσσα,
ραγιάδες έχεις, μάνα γη, σκυφτούς
για το χαράτσι,
κούφιοι και οκνοί καταφρονούν τη
θεία τραχιά σου γλώσσα,
των Ευρωπαίων περίγελα και των
αρχαίων παλιάτσοι». («Γύριζε», 1908)
Όσο ανοίγονται μπρος στα μάτια των παιδιών «αλφαβητάρια» σαν τα σημερινά, εγχειρίδια ραγιαδισμού, ανθρώπους ψυχωμένους, με ήθος ελληνικό, δεν θα αποκτήσουμε. «Εκ των γραμμάτων γεννάται η προκοπή και λάμπουν τα έθνη», έγραφε με το αίμα του, ο πρωτομάρτυρας της λευτεριάς μας, Ρήγας Φεραίος. Τα αλφαβητάρια που «θα ανοίγονται εμπρός στα μάτια του σημερινού παιδιού», πρέπει να έχουν άρωμα και ευωδία ηρωισμού και αυτοθυσίας. Αλφαβητάρια που θα διδάσκουν δυο λέξεις: Ελλάς και ελευθερία.
Να ιδρυθεί, όταν γλιτώσουμε από την τωρινή πολιτική αναξιοπρέπεια και ξενοδουλεία, και ένα Ταμείο Εθνικής Παιδείας. Να ξαναγραφτούν βιβλία Γλώσσας, Ιστορίας και Θρησκευτικών, στα οποία θα αντικρίζει ο μαθητής «τι είχαμε, τι χάσαμε και τι μας πρέπει». Να συλλαβίσουν και πάλι τα Ελληνόπουλα το σπουδαιότερο μάθημα, επαναλαμβάνοντας τα λόγια του Κανάρη στον εθνικό ποιητή Αρ. Βαλαωρίτη, που τον επισκεπτόταν συχνά στο ταπεινό του σπιτάκι της, πάλαι ποτέ, ελληνικής συνοικίας της Κυψέλης και του εξέφραζε τον θαυμασμό του: «Όλα, παιδί μου, όλα τα κατορθώνει η προς την πατρίδα αγάπη»...
* Δημήτρης Νατσιός
δάσκαλος- Κιλκίς