Σάββατο 29 Οκτωβρίου 2022

π. Αθανάσιος Μαρινόπουλος: «Τιμή και δόξα σ’ αυτούς που αγωνίστηκαν και αγωνίζονται για την ελευθερία, την αξιοπρέπεια και τα ιδανικά του Γένους μας.»

(Πανηγυρική ομιλία στον Ι.Ν. Αγίας Τριάδος Κατερίνης για την επέτειο του ΟΧΙ 28/10/2021).

Γιορτάζουμε, αγαπητοί αδελφοί, κάθε χρόνο στις 28 Οκτωβρίου την εορτή της αγίας Σκέπης.

Πώς καθιερώθηκε η γιορτή αυτή;

Στα χρόνια του βασιλέως Λέοντος του Μεγάλου (στα μέσα του 5ου μ. Χ. αιώνα) ζούσε στην Κων/πολη ο όσιος Ανδρέας, ο κατά Χριστόν σαλός. Σαλός είναι ο τρελός και κατά Χριστόν σαλοί ονομάζονται κάποιοι άγιοι, οι οποίοι κάνανε κάποια περίεργα και παράλογα πράγματα, με απώτερο σκοπό να τους θεωρούν παλαβούς ή παλιανθρώπους και να μη τους τιμούν οι άνθρωποι• και έτσι αυτοί να ζουν εν ταπεινώσει και αφανεία.

Μια νύχτα που γινότανε αγρυπνία στο ναό της Παναγίας των Βλαχερνών, στην Κωνσταντινούπολη, ο όσιος Ανδρέας μαζί με τον μαθητή του Επιφάνιο, που έγινε αργότερα πατριάρχης Κων/πόλεως, είδαν την Υπεραγία Θεοτόκο οφθαλμοφανώς, όχι σε όραμα, να μπαίνει από την κεντρική πύλη του ναού. Την συνόδευαν οι Άγιοι Ιωάννης ο Πρόδρομος και Ιωάννης ο Θεολόγος και πλήθος αγγέλων. Αφού μπήκε μέσα στο ναό προχώρησε στον σολέα. Εκεί γονάτισε και προσευχήθηκε πολλή ώρα με θερμά δάκρυα υπέρ της σωτηρίας των πιστών, ενώ την βλέπανε μόνο ο Ανδρέας και ο Επιφάνιος. Αφού προσευχήθηκε για πολύ η Θεοτόκος σηκώθηκε και μπήκε μέσα στο ιερό, όπου φυλασσόταν το μαφόριο της, δηλαδή το τσεμπέρι της, το πήρε στα χέρια της και βγαίνοντας έξω το άπλωσε πάνω από τους πιστούς, για να δείξει ότι τους σκέπει και τους προστατεύει.

Αυτό είναι το γεγονός, το οποίο στάθηκε αφορμή η Εκκλησία μας να καθιερώσει την γιορτή της αγίας Σκέπης, δηλαδή τη γιορτή προς τιμή της Παναγίας, η οποία σαν τη φωτοφόρο νεφέλη, που σκέπαζε τη μέρα και φώτιζε τη νύχτα τους Ισραηλίτες στην έρημο, σκέπει και προστατεύει το λαό του Θεού και φωτίζει τους πιστούς στο δρόμο για την τελείωση.

Πώς μας σκεπάζει και πώς μας προστατεύει η Παναγία μας; Με τις προσευχές της, με τις παρακλήσεις της και με τα δάκρυά της.

Μα θα μου πείτε, είναι τόσο μεγάλο το γεγονός που η Παναγία μας προσεύχεται για μας, ώστε η Εκκλησία μας να έχει ιδιαίτερη γιορτή γι’ αυτό το γεγονός; Ναι μάλιστα είναι μεγάλο και σπουδαίο και ζωτικής σημασίας. Λέγει κάπου ο ιερός Χρυσόστομος ότι πάντοτε έχουμε την ανάγκη των προσευχών των άλλων, όσο και ενάρετοι και ευσεβείς κι αν είμαστε.

Παράδειγμα χαρακτηριστικό ο απόστολος Παύλος, που προέτρεπε και παρακαλούσε τους πιστούς να προσεύχονται για κείνον, όπως αναφέρεται σε πολλές επιστολές μέσα στην Καινή Διαθήκη.

Το ίδιο και για τον Απ. Πέτρο. Να θυμηθούμε: Με τις προσευχές των Χριστιανών των Ιεροσολύμων, άγγελος Κυρίου τον ελευθέρωσε θαυματουργικά από την φυλακή.

Λοιπόν, κι αν ακόμη είναι κάποιος Παύλος κι αν είναι Πέτρος, έχει ανάγκη των προσευχών των άλλων και μάλιστα των αγίων και ιδιαίτερα της Παναγίας. Βέβαια οι αιρετικοί διαφωνούν στο σημείο αυτό και λένε να προσευχόμαστε κατ’ ευθείαν στο Θεό και όχι να επιζητούμε τις δεήσεις των αγίων. Ήδη τα παραδείγματα που αναφέραμε, υπάρχουν κι άλλα που θα μπορούσαμε να αναφέρουμε, δίδουν την απάντηση, γιατί, αν μας χρειάζονται οι προσευχές των ζώντων και μη τελειωθέντων αδελφών μας, πόσο περισσότερο ωφέλιμες είναι οι προσευχές των αγίων.

Χρειάζεται όμως μια προϋπόθεση για να καρποφορήσει η προσευχή τους. Και η προϋπόθεση είναι να προσπαθούμε κι εμείς• ν’ αγωνιζόμαστε• να μετανοούμε για τις αμαρτίες μας• να βιάζουμε τον εαυτό μας προς εξάσκηση της αρετής. Μη περιμένουμε τα πάντα από την προσευχή των αγίων, ενώ εμείς οι ίδιοι οκνεύουμε και τεμπελιάζουμε. Ας μην ξεχνούμε: Η αγιότητα δεν μεταδίδεται κατά μαγικό τρόπο• απαιτεί και ενεργό προσπάθεια εκ μέρους μας.

Γιορτάζουμε όμως παράλληλα σήμερα και την εποποιία του 1940 – 1941. Και η εορτή της Αγίας Σκέπης τελείται ως ένδειξη ευγνωμοσύνης προς τη μητέρα του Θεού για τη σκέπη και την προστασία της στον αγώνα των Ελλήνων απέναντι στους αλαζόνες Ιταλούς και Γερμανούς..Ήταν μία αντίσταση στην απολυταρχική βία, στην άκρως αλαζονική απαίτηση να παραδώσουμε με τη θέλησή μας τμήματα του εθνικού εδάφους, να προδώσουμε τα κεκτημένα δικαιώματά μας με αγώνες και με το αίμα των προγόνων μας. Η ελληνική ψυχή όμως έδωσε την απάντηση που έπρεπε, είπε το περήφανο ΟΧΙ, και ξεκίνησε έναν αγώνα για τα ιερά και τα όσια της πατρίδος μας, με αποτέλεσμα να αιφνιδιάσει δυσάρεστα τους εισβολείς και να τους χαρίσει ιδιαίτερα ταπεινωτικές ήττες.

Να θυμηθούμε επιγραμματικά:

Μια χώρα μικρή, που δεν προκαλεί, αλλά και που δε δέχεται να προκληθεί, δεν συγκατανεύει στην απεμπόληση της εθνικής της ανεξαρτησίας από μια ισχυρότερη δύναμη, την Ιταλία.

28 Οκτωβρίου του 1940, στις τρεις τα ξημερώματα, ο Ιταλός πρεσβευτής στην Αθήνα Γκράτσι, επισκέπτεται στην οικία του τον πρωθυπουργό της Χώρας Ιωάννη Μεταξά, και του επιδίδει τελεσίγραφο με το οποίο ζητούσε, μέσα σε τρεις ώρες, την ελεύθερη διέλευση και στάθμευση των ιταλικών στρατευμάτων στην Ελλάδα. Με το υπερήφανο «ΟΧΙ», και τη φράση « Πόλεμος λοιπόν », ο Μεταξάς απορρίπτει το ιταλικό τελεσίγραφο και απευθύνει διάγγελμα προς τον ελληνικό λαό. Ξάφνιασε το ΟΧΙ της Ελλάδος, όχι μόνο τον Μουσολίνι, αλλά και όλο τον υπόλοιπο κόσμο.

Αρχίζει, πριν ακόμη να ξημερώσει, η ιταλική επίθεση κατά της Ελλάδος στο Βορειοηπειρωτικό μέτωπο.

Την ίδια ώρα, ο λαός διαδηλώνοντας στους δρόμους της Αθήνας κατά της Ιταλίας, τρέχει με ενθουσιασμό, τί παράξενο και θαυμαστό! να καταταγεί και να πολεμήσει στο μέτωπο!

Σε λίγες μόνο μέρες, οι εισβολείς εκδιώκονται από το ελλαδικό έδαφος από επιστρατευμένες κυρίως δυνάμεις, που διέθεταν μάλιστα ανεπαρκή μέσα.

Συγκινητική υπήρξε συνδρομή των χωρικών (ανδρών και γυναικών) της Μακεδονίας και της Ηπείρου, που έσπευσαν στο εθνικό προσκλητήριο, και έπαιξαν ουσιαστικό ρόλο στον ανεφοδιασμό.

Για να κάμψουν το ηθικό του αδούλωτου ελληνικού λαού, οι Ιταλοί άρχισαν τον βομβαρδισμό ελληνικών πόλεων.

Όμως, γρήγορα οι δυνάμεις μας διέρρηξαν την ιταλική αμυντική γραμμή στο μέτωπο με ηρωική αντεπίθεση. Οι πόλεις της Ελληνικότατης Βορείου Ηπείρου η μία κατόπιν της άλλης καταλαμβάνονται από τους στρατιώτες μας. Κορυτσά, Πόγραδετς, Άγιοι Σαράντα, Αργυρόκαστρο, Χειμάρρα… Ο ελληνικός στρατός με ορμή και ανδρεία, πετά τον επιδρομέα έξω από τα ελλαδικά εδάφη, και τον καταδιώκει μέσα στο «αλβανικό» έδαφος, κατατροπώνοντας τον. Αυτοί λοιπόν οι ανώνυμοι Έλληνες στρατιώτες, έκαναν την Κοινή Γνώμη της τότε Ευρώπης, να σταθεί με θαυμασμό απέναντί τους, και τον τότε πρωθυπουργό της Αγγλίας ΟυίνστονΤσώρτσιλ να πει την περίφημη φράση: «Μέχρι τώρα λέγαμε ότι οι Έλληνες πολεμούσαν σαν ήρωες, τώρα θα λέμε ότι οι ήρωες πολεμούνε σαν Έλληνες».

Δεν χωράει αμφιβολία, αγαπητοί μου, ότι η εποποιία του 1940, αποτελεί ένα θαύμα. Είναι ένα από τα πολλά θαύματα στην ιστορία της πατρίδος μας.

Δεν μπορεί όμως όλα αυτά να είναι καρπός αποκλειστικά ανθρωπίνου αγώνος. Η θαυμαστή Ελληνική νίκη του πολέμου εκείνου ήταν έργο της Υπερμάχου Στρατηγού του Γένους μας. Πολλές οι μαρτυρίες πολεμιστών του Ιερού εκείνου αγώνος, που βεβαίωναν πως, η Παναγία μας, «προσβεβλημένη» λες από τον Ιταλοκίνητο τορπιλισμό της Έλλης στην Τήνο, ανήμερα της εορτής της Κοιμήσεώς Της τον Αύγουστο του 1940, προπορευόταν των μαχομένων για την Πατρίδα και την Πίστη στρατιωτών του μετώπου, και τους προστάτευε.

Η θεϊκή χάρη συνεργάσθηκε με την ανθρώπινη προσπάθεια. Και είναι δίκαιο, που μαζί με τα θριαμβευτικά σαλπίσματα πάνω από τους τάφους των ηρώων, σημαίνουν δοξαστικές καμπάνες για ένα «Ευχαριστώ!» στην Παναγία, Εκείνη, στην οποία η εθνική συνείδηση απέδωσε για μια ακόμα φορά τα Νικητήρια! Στη Σκέπη των αγωνιστών, στην Ελευθερώτρια των σκλαβωμένων!

Γιατί, στα κρίσιμα χρόνια του πολέμου οι Έλληνες εμπιστεύθηκαν στα χέρια της Παναγίας τον αγώνα τους. Ζήτησαν τη μητρική προστασία της για να υπερασπιστούν τα δίκαιά τους. Και ήταν τόση η πίστη τους, ώστε την έβλεπαν να τους εμψυχώνει και να τους σκεπάζει, καθώς πολεμούσαν πάνω στα χιονισμένα βουνά της Πίνδου και της Τρεμπεσίνας. Η άλλοτε Υπέρμαχος Στρατηγός των Ρωμιών, γίνεται η Αγία Σκέπη των αγωνιστών, και έτσι το θαύμα επαναλαμβάνεται.

Σήμερα λοιπόν, ανυμνούμε τη Σκέπη της Παναγίας, και την παρακαλούμε να μας σκεπάζει πάντα με την αγάπη της, μα και να στέκεται πάντα δίπλα, βοηθός και συμπαραστάτης στο έθνος μας, σε κάθε καλό αγώνα, γιατί τη βοήθεια της την έχουμε το ίδιο ανάγκη και στους καιρούς μας. Γιατί και σήμερα υπάρχουν εισβολείς, άλλοι βέβαια: ο ευδαιμονισμός, η καλοπέραση, ο εφησυχασμός, η λήθη, η άγνοια, η αδιαφορία, η διαστρέβλωση της ιστορίας και ο διχασμός.

1940-2021. Πέρασαν από τότε 81 χρόνια. Οι εποχές άλλαξαν, αλλά τα γεγονότα επαναλαμβάνονται. Και σήμερα έχουμε πόλεμο, πόλεμο οικονομικό, πνευματικό και ηθικό. Και είναι πόλεμος αυτός κατά των αρχών, ιδεών και αξιών της φυλής μας. Πόλεμος που χτυπά τις ρίζες της. Η προπαγάνδα του εχθρού έχει εισβάλει –με τη δική μας συγκατάθεση και ευθύνη- μέσα στα σπίτια μας, κυρίως από τα μέσα ενημέρωσης.

Μέσα σ’ ένα τέτοιο κλίμα, αποδομείται κάθε τι Χριστιανικό και πατριωτικό, ξεχνιέται η Ελληνορθόδοξη παράδοσή μας και η διαστρέβλωση της αλήθειας βασιλεύει αλαζονικά. Οι έννοιες έχουν χάσει το πραγματικό τους νόημα. Οι λέξεις κακοποιημένες έγιναν όπλα κατά της αλήθειας. Η αρετή, το φιλότιμο, η ανθρωπιά έγιναν απαξία, ενώ η ευτέλεια, το χρήμα και ό,τι ανήθικο και διεστραμμένο αποτελούν κυρίαρχη δύναμη στο παγκόσμιο στερέωμα. Η φιλοπατρία βαφτίστηκε μισαλλοδοξία και συντηρητισμός. Την παράδοση της χώρας μας στους εχθρούς της την ονομάσαμε «πρόοδο και ανάπτυξη» και την προδοσία των αρχών και αξιών μας «συναίνεση στην ειρηνική συνύπαρξη των λαών», τη στιγμή που οι ίδιοι οι εχθροί μας στήνουν πολέμους σε διάφορα μέρη της γης. Η έννοια «Έλληνας» τείνει να αντικατασταθεί με την μοντέρνα έννοια «πολίτης του κόσμου», λες και το δεύτερο δεν μπορεί να συνυπάρξει με το πρώτο. Με τη δικαιολογία της δημόσιας ασφάλειας και υγείας στραγγαλίσαμε την ελευθερία του προσώπου και του πολίτη. Η ελληνική σημαία, την οποία υπερασπίστηκαν οι στρατιώτες του ’40 στα βουνά της Αλβανίας-δίνοντας ακόμα και τη ζωή τους- δεν αποτελεί για κάποιους τιμημένο σύμβολο. Αντίθετα όποιος την προβάλλει χαρακτηρίζεται «εθνικιστής» και «κωλύει την πρόοδο».

Όμως οι ήρωες του έπους του ’40, κάθε τέτοια μέρα, όπως η σημερινή, προβάλλουν μπροστά μας τα ιδανικά που χαρακτηρίζουν τον Έλληνα εδώ και 3000 χρόνια και αυτά είναι: η αγάπη για την ελευθερία, η μεγαλοψυχία, το φιλότιμο, η αξιοπρέπεια, η συνέπεια στην εκτέλεση του καθήκοντος, το χρέος απέναντι στην Ιστορία και το σημαντικότερο: η αγάπη στον Θεό και την πατρίδα.

Αδελφοί μου, ας αγρυπνούμε! Ας αφουγκραστούμε τη φωνή της καρδιάς τους κι ας προσβλέψουμε πάλι σε αυτές τις διαχρονικές αξίες και ας τις κάνουμε κτήμα μας. Ας γίνει η γιορτινή αυτή ημέρα, έναυσμα να ασχοληθούμε όλοι περισσότερο με την ιστορία μας, ένα μνημόσυνο για όσους έπεσαν ηρωικά στον πόλεμο, και μία ελάχιστη τιμή ευγνωμοσύνης στην μητέρα μας και Μητέρα του Θεού, την Παναγία μας. Έτσι η Πατρίδα μας θα κερδίσει και πάλι τη χαμένη τιμή της και τη θέση που της ταιριάζει στην Ιστορία.

Τιμή και δόξα στους αθάνατους νεκρούς του έπους του ’40.

Τιμή και δόξα σ’ αυτούς που αγωνίστηκαν και αγωνίζονται για την ελευθερία, την αξιοπρέπεια και τα ιδανικά του Γένους μας.

Τιμή και δόξα σ’ αυτούς που αντιστάθηκαν και αντιστέκονται.