Διάβαζε την ανακοίνωση του τζίτζικα. Τη διάβαζε και την
ξαναδιάβαζε και δεν πίστευε στα μάτια του. Τα γούρλωνε και τα ξαναγούρλωνε. Η
ανακοίνωση είχε βραχεί λιγάκι από το ψιλόβροχο. Ένιωσε ένα πικραμυγδαλάκι να
έχει σταθεί στο λαιμό του και τον ενοχλούσε όταν κατάπινε. Ήταν η πίκρα που
ένιωθε μέσα του για την αδικία που βίωσε ο τζίτζικας.
-Μα πώς είναι δυνατόν οι συγγραφείς να κάνουν τέτοια τραγικά
λάθη και να εκθέτουν τόσο πολύ τον τζίτζικα; αναρωτήθηκε.
Έκατσε δίπλα σε έναν πεσμένο κορμό, για να κρύβεται, μιας
που ήταν κυνηγετική περίοδος και κινδύνευε να γίνει αντιληπτός από κάποιον περαστικό
κυνηγό. Και όπως διάβαζε την ανακοίνωση, θυμήθηκε τη χελώνα.
Τη χελώνα! Την άτιμη τη χελώνα! Αυτή που τον επηρέασε και
τον παρέσυρε. Το σχέδιο της ήταν μια χαρά μελετημένο. Θυμήθηκε πώς του
παραπονιόταν ότι είναι αργή στο περπάτημα χρόνια τώρα. Πως όλα τα άλλα ζώα ήταν
γρήγορα στο τρέξιμο και αυτή πάντα έμενε τελευταία. Το είχε παράπονο να βγει
μια φορά και αυτή πρώτη! Είναι και αυτό το καβούκι της που το περιφέρει όπου
και αν πηγαίνει. Και αυτό τη βαραίνει και την κουράζει.
Όταν ο λαγός τελείωσε την προπόνηση, έκατσε δίπλα της και τη
ρώτησε:
-Και τι προτείνεις δηλαδή λεχώνα;
-Κατ’ αρχάς δεν με λένε λεχώνα αλλά χελώνα. Έπειτα ναι, αυτό
σου προτείνω, δεν έχεις ακούσει για στημένους αγώνες; Θα κάνεις πως κοιμάσαι,
θα ξεκουράζεσαι και όταν θα φτάνω προς το τέρμα, θα αρχίσεις να τρέχεις, τάχα
αλαφιασμένος και φυσικά θα με αφήσεις να τερματίσω πρώτη!
-Δεν συμφωνώ με το σχέδιό σου, αλλά αν είναι να κερδίσεις σε
συμπάθεια από τα άλλα ζώα και να σου φύγει το παράπονο θα το κάνω μόνο για
σένα, για μια και μόνο φορά. Αλλά θέλω μία χάρη, μετά από λίγο καιρό να πεις
την αλήθεια σε όλους.
Αυτά είχαν κανονίσει μεταξύ τους, λαγός και χελώνα. Ήταν
τόσο πειστικοί στον αγώνα, που κανένας θεατής του αγώνα δρόμου δεν ψιλιάστηκε
το παραμικρό. Μέχρι και τη σοφή κουκουβάγια παραπλάνησαν. Η χελώνα παρίστανε
ότι προσπαθεί τα μέγιστα και ο λαγός τον σίγουρο ότι θα νικήσει. Μέχρι που στα
αλήθεια τον πήρε ο ύπνος στον αγώνα. Και στο τέλος τάχα έτρεχε να τερματίσει
πρώτος. Έπειτα θυμήθηκε το ύφος της χελώνας, να καμαρώνει για την επιτυχία της.
Θυμήθηκε το βλέμμα της λίγο μετά τη βράβευση. Ήταν όλο ειρωνεία. Δεν μπορούσε
να πιστέψει ότι θα αθετούσε την υπόσχεσή της και δεν θα αποκάλυπτε την αλήθεια.
Και όμως την αθέτησε και ο λαγός απογοητεύτηκε. Κυρίως όμως απογοητεύτηκε που ο
συγγραφέας του παραμυθιού πίστεψε τη χελώνα και δεν τον ρώτησε καθόλου για το
πώς έχασε τον αγώνα.
Συγκέντρωσε λοιπόν όλες τις σκέψεις του και τις έγραψε σε
μια κόλλα χαρτί. Κρέμασε την ανακοίνωση του στη βελανιδιά, να γνωρίζουν όλοι τι
πραγματικά συνέβη εκείνη την Κυριακή. Την ανακοίνωση την έβαλε σε ένα πιο
προφυλαγμένο μέρος από τη βροχή, αλλά όσο να 'ναι πάλι βράχηκε. Όποιος πρόλαβε
να την δει την είδε. Την είδε και η πονηρή αλεπού. Αλλά γιατί πονηρή; Τι
κατηγόριες και αυτές…. Θα μου το αναλύσει σύντομα…