Μετά την ολοκλήρωση της πρώτης αξιολόγησης ψηφίσθηκε στη Βουλή ο επί μήνες κυοφορούμενος νέος Αναπτυξιακός Νόμος.
Ασφαλώς η νομοθέτηση ενός αναπτυξιακού νόμου από μόνη της δεν αποτελεί πανάκεια για τους επιδιωκόμενους στόχους. Αποτελεί εργαλείο, ο κατάλληλος χειρισμός του οποίου μπορεί να παραγάγει τα επιθυμητά αποτελέσματα σε μεγάλο βαθμό.
Υπό την έννοια αυτή οι τρεις προηγούμενοι αναπτυξιακοί νόμοι (2601/1998, 3299/2004 και 3809/2011) δεν έτυχαν της κατάλληλης διαχείρισης και συνέβαλαν ελάχιστα στη μεγέθυνση της ανάπτυξης και στην καταπολέμηση της ανεργίας της ήδη εξαετούς κρίσης. Αψευδή απόδειξη περί τούτου αποτελούν τα γνωστοποιηθέντα στη Βουλή στοιχεία, που αφορούν τη μέση ενίσχυση ανά θέση εργασίας (38.121 ευρώ με το Ν. 2601/1998, 241.341 ευρώ με το Ν. 3299/2004 και 322.854 ευρώ με το Ν. 3809/2011). Ποσά εξωφρενικά για τις συνθήκες των ετών εκείνων, που πρέπει να μας προβληματίσουν και να μας «υποδείξουν» ότι πρέπει να ακολουθήσουμε άλλες, διαφορετικές πρακτικές.
Το «γιατί» συνέβη αυτό απαντήθηκε με επάρκεια: επειδή συνέτρεξε διαχρονικώς αυξανόμενη συγκέντρωση επενδυτικών δαπανών και ενισχύσεων σε μικρό αριθμό επιχειρήσεων, με αποτέλεσμα την εμφάνιση μιας μικρής ομάδας επιχειρήσεων που «κατορθώνει», επίσης διαχρονικώς, να επιλέγεται στους αναπτυξιακούς νόμους, περιορίζοντας σε μεγάλο βαθμό τη διασπορά των ενισχύσεων σε ευρύτερα στρώματα των ελληνικών επιχειρήσεων είτε κατά κλάδους, είτε κατά γεωγραφική περιφέρεια. Χαρακτηριστικό παράδειγμα: έξι (6) επιχειρηματικοί όμιλοι (5 στον τομέα της ενέργειας και 1 στον τομέα του τουρισμού), που για 133 επενδυτικά σχέδια (ήτοι το 0,9% του συνόλου των επενδυτικών σχεδίων των τριών νόμων) έλαβαν συνολικές ενισχύσεις ύψους 1 δις ευρώ περίπου (ήτοι το 8,1% των συνολικών ενισχύσεων των τριών νόμων). Ουδείς στην ελληνική επικράτεια πιστεύει ότι το γεγονός αυτό είναι τυχαίο. Πρόκειται για πολιτική επιλογή των προηγουμένων κυβερνήσεων, που επιεικώς χαρακτηρίζεται ως «διαπλοκή».
Συνεπώς, εκτός από αυτονόητη είναι και αναγκαία η επιδιωκόμενη με τον ψηφισθέντα αναπτυξιακό νόμο στροφή στην μικρή και μεσαία επιχειρηματικότητα, στην επιχειρηματικότητα των νέων ανθρώπων, στην καινοτομία, στην έρευνα, στην αξιοποίηση των συγκριτικών πλεονεκτημάτων της χώρας (ανθρώπινο δυναμικό, κλιματολογικές συνθήκες). Αυτονόητη και αναγκαία είναι και η σύνδεση του νόμου με την ανάγκη της παραγωγικής ανασυγκρότησης της πατρίδας μας και της υιοθέτησης ενός νέου αναπτυξιακού μοντέλου, που θα τείνει κυρίως στην καταπολέμηση της ανεργίας, αλλά και στη βαθμιαία ανάκτηση της εθνικής μας κυριαρχίας. Αυτονόητη και αναγκαία είναι και η απλοποίηση του πολύπλοκου θεσμικού και νομικού πλαισίου, που συντελεί αρνητικώς στην προσέλκυση ξένων ή εγχωρίων επενδύσεων λόγω των καθυστερήσεων που συνεπάγεται στην ίδρυση και λειτουργία επιχειρηματικών σχημάτων και στην επίλυση των διαφορών.
Οι καινοτομίες του νέου νόμου είναι πολλές και σημαντικές. Ενδεικτικώς: η μη υποχρεωτική ίδια συμμετοχή, το σταθερό φορολογικό καθεστώς για τις μεγάλες επενδύσεις (που βαθμιαίως πρέπει, κατά τη γνώμη μου, να επεκταθεί και σε μικρότερες), ο χαρακτηρισμός ως ειδικών (ορεινών, νησιωτικών ή με μείωση πληθυσμού) περιοχών, η ανάπτυξη ολοκληρωμένων χωρικών επενδυτικών σχεδίων.
Ιδιαίτερο ενδιαφέρον για την Πιερία παρουσιάζουν οι εξής καινοτομίες:
α. Η πρόβλεψη του νόμου για την ανάπτυξη ολοκληρωμένων χωρικών και κλαδικών επενδυτικών σχεδίων μέσω της ενίσχυσης επιχειρήσεων και συνεργατικών σχημάτων, που θα έχουν ως στόχο την αξιοποίηση των ιδιαίτερων και ως ένα βαθμό μοναδικών συγκριτικών πλεονεκτημάτων μιας συγκεκριμένης περιοχής. Η Πιερία διαθέτει ως συγκριτικό πλεονέκτημα τον Όλυμπο (παγκόσμια αναγνωρισιμότητα, ελκυστικό brand name, τεράστιο μυθολογικό και ιστορικό φορτίο), που σε συνδυασμό με την εύφορη γη, τις τουριστικές υποδομές, τη θέση της, το εξαιρετικό οδικό δίκτυο κ.λ.π. μπορεί να αποτελέσει πρότυπο χωρικής ανάπτυξης με οφέλη σε όλους τους κλάδους και σε όλες τις ηλικίες.
β. Η πρόβλεψη του νόμου για τη σύσταση Ειδικών Κατηγοριών Ενίσχυσης με βάση την ορεινότητα των περιοχών. Στο Παράρτημα του νόμου περί Ειδικών Περιοχών Ενίσχυσης περιλαμβάνονται οι Δημοτικές Ενότητες Πέτρας και Πιερίων του Δήμου Κατερίνης ως ορεινές. Αυτό συνεπάγεται τη δυνατότητα να ενισχυθούν με ποσοστό έως και 100% τα επενδυτικά σχέδια που θα υλοποιηθούν σ’ αυτές τις Δημοτικές Ενότητες.
Ασφαλώς η νομοθέτηση ενός αναπτυξιακού νόμου από μόνη της δεν αποτελεί πανάκεια για τους επιδιωκόμενους στόχους. Αποτελεί εργαλείο, ο κατάλληλος χειρισμός του οποίου μπορεί να παραγάγει τα επιθυμητά αποτελέσματα σε μεγάλο βαθμό.
Υπό την έννοια αυτή οι τρεις προηγούμενοι αναπτυξιακοί νόμοι (2601/1998, 3299/2004 και 3809/2011) δεν έτυχαν της κατάλληλης διαχείρισης και συνέβαλαν ελάχιστα στη μεγέθυνση της ανάπτυξης και στην καταπολέμηση της ανεργίας της ήδη εξαετούς κρίσης. Αψευδή απόδειξη περί τούτου αποτελούν τα γνωστοποιηθέντα στη Βουλή στοιχεία, που αφορούν τη μέση ενίσχυση ανά θέση εργασίας (38.121 ευρώ με το Ν. 2601/1998, 241.341 ευρώ με το Ν. 3299/2004 και 322.854 ευρώ με το Ν. 3809/2011). Ποσά εξωφρενικά για τις συνθήκες των ετών εκείνων, που πρέπει να μας προβληματίσουν και να μας «υποδείξουν» ότι πρέπει να ακολουθήσουμε άλλες, διαφορετικές πρακτικές.
Το «γιατί» συνέβη αυτό απαντήθηκε με επάρκεια: επειδή συνέτρεξε διαχρονικώς αυξανόμενη συγκέντρωση επενδυτικών δαπανών και ενισχύσεων σε μικρό αριθμό επιχειρήσεων, με αποτέλεσμα την εμφάνιση μιας μικρής ομάδας επιχειρήσεων που «κατορθώνει», επίσης διαχρονικώς, να επιλέγεται στους αναπτυξιακούς νόμους, περιορίζοντας σε μεγάλο βαθμό τη διασπορά των ενισχύσεων σε ευρύτερα στρώματα των ελληνικών επιχειρήσεων είτε κατά κλάδους, είτε κατά γεωγραφική περιφέρεια. Χαρακτηριστικό παράδειγμα: έξι (6) επιχειρηματικοί όμιλοι (5 στον τομέα της ενέργειας και 1 στον τομέα του τουρισμού), που για 133 επενδυτικά σχέδια (ήτοι το 0,9% του συνόλου των επενδυτικών σχεδίων των τριών νόμων) έλαβαν συνολικές ενισχύσεις ύψους 1 δις ευρώ περίπου (ήτοι το 8,1% των συνολικών ενισχύσεων των τριών νόμων). Ουδείς στην ελληνική επικράτεια πιστεύει ότι το γεγονός αυτό είναι τυχαίο. Πρόκειται για πολιτική επιλογή των προηγουμένων κυβερνήσεων, που επιεικώς χαρακτηρίζεται ως «διαπλοκή».
Συνεπώς, εκτός από αυτονόητη είναι και αναγκαία η επιδιωκόμενη με τον ψηφισθέντα αναπτυξιακό νόμο στροφή στην μικρή και μεσαία επιχειρηματικότητα, στην επιχειρηματικότητα των νέων ανθρώπων, στην καινοτομία, στην έρευνα, στην αξιοποίηση των συγκριτικών πλεονεκτημάτων της χώρας (ανθρώπινο δυναμικό, κλιματολογικές συνθήκες). Αυτονόητη και αναγκαία είναι και η σύνδεση του νόμου με την ανάγκη της παραγωγικής ανασυγκρότησης της πατρίδας μας και της υιοθέτησης ενός νέου αναπτυξιακού μοντέλου, που θα τείνει κυρίως στην καταπολέμηση της ανεργίας, αλλά και στη βαθμιαία ανάκτηση της εθνικής μας κυριαρχίας. Αυτονόητη και αναγκαία είναι και η απλοποίηση του πολύπλοκου θεσμικού και νομικού πλαισίου, που συντελεί αρνητικώς στην προσέλκυση ξένων ή εγχωρίων επενδύσεων λόγω των καθυστερήσεων που συνεπάγεται στην ίδρυση και λειτουργία επιχειρηματικών σχημάτων και στην επίλυση των διαφορών.
Οι καινοτομίες του νέου νόμου είναι πολλές και σημαντικές. Ενδεικτικώς: η μη υποχρεωτική ίδια συμμετοχή, το σταθερό φορολογικό καθεστώς για τις μεγάλες επενδύσεις (που βαθμιαίως πρέπει, κατά τη γνώμη μου, να επεκταθεί και σε μικρότερες), ο χαρακτηρισμός ως ειδικών (ορεινών, νησιωτικών ή με μείωση πληθυσμού) περιοχών, η ανάπτυξη ολοκληρωμένων χωρικών επενδυτικών σχεδίων.
Ιδιαίτερο ενδιαφέρον για την Πιερία παρουσιάζουν οι εξής καινοτομίες:
α. Η πρόβλεψη του νόμου για την ανάπτυξη ολοκληρωμένων χωρικών και κλαδικών επενδυτικών σχεδίων μέσω της ενίσχυσης επιχειρήσεων και συνεργατικών σχημάτων, που θα έχουν ως στόχο την αξιοποίηση των ιδιαίτερων και ως ένα βαθμό μοναδικών συγκριτικών πλεονεκτημάτων μιας συγκεκριμένης περιοχής. Η Πιερία διαθέτει ως συγκριτικό πλεονέκτημα τον Όλυμπο (παγκόσμια αναγνωρισιμότητα, ελκυστικό brand name, τεράστιο μυθολογικό και ιστορικό φορτίο), που σε συνδυασμό με την εύφορη γη, τις τουριστικές υποδομές, τη θέση της, το εξαιρετικό οδικό δίκτυο κ.λ.π. μπορεί να αποτελέσει πρότυπο χωρικής ανάπτυξης με οφέλη σε όλους τους κλάδους και σε όλες τις ηλικίες.
β. Η πρόβλεψη του νόμου για τη σύσταση Ειδικών Κατηγοριών Ενίσχυσης με βάση την ορεινότητα των περιοχών. Στο Παράρτημα του νόμου περί Ειδικών Περιοχών Ενίσχυσης περιλαμβάνονται οι Δημοτικές Ενότητες Πέτρας και Πιερίων του Δήμου Κατερίνης ως ορεινές. Αυτό συνεπάγεται τη δυνατότητα να ενισχυθούν με ποσοστό έως και 100% τα επενδυτικά σχέδια που θα υλοποιηθούν σ’ αυτές τις Δημοτικές Ενότητες.