Το πιο σύνηθες ερώτημα των γονέων όταν απευθύνονται σ’ έναν λογοθεραπευτή είναι για πόσο χρονικό διάστημα θα διαρκέσουν οι συνεδρίες λογοθεραπείας του παιδιού τους. Η διάρκεια της παρέμβασης εξαρτάται από τη διαταραχή που έχει το παιδί, τις ικανότητες του θεραπευτή και την ποιοτική και ποσοτική εμπλοκή των γονέων.
Πολλοί γονείς αναρωτιούνται «Γιατί να «δουλεύω» με το παιδί στο σπίτι, αφού πάει σε λογοθεραπευτή;». Ο λογοθεραπευτής βλέπει συνήθως το παιδί δύο φορές την εβδομάδα, ενώ ο γονιός καθημερινά. Οι ασκήσεις που γίνονται κατά τη διάρκεια των συνεδριών, πρέπει να επαναλαμβάνονται καθημερινά και πολλές φορές κατά τη διάρκεια της μέρας για το καλύτερο δυνατό αποτέλεσμα. Ο γονιός που δουλεύει καθημερινά με το παιδί βλέπει την πρόοδο του και μπορεί να καταλάβει την ποιότητα της δουλειάς του λογοθεραπευτή. Παράλληλα, είναι σε θέση να παρατηρήσει αλλαγές και διαφοροποιήσεις στο παιδί πιο σύντομα από τον θεραπευτή. Επίσης, με αφορμή τις ασκήσεις λογοθεραπείας ο γονιός περνάει περισσότερο χρόνο με το παιδί, γεγονός που ενισχύει το «δέσιμό» τους καθώς και την αυτοματοποίηση.
Για τους θεραπευτές είναι απαραίτητη η ποιοτική και ποσοτική εμπλοκή των γονέων στο θεραπευτικό πρόγραμμα. Η κλινική εμπειρία δείχνει πως τα παιδιά που «δουλεύονται» στο σπίτι σε σχέση με εκείνα που δεν «δουλεύονται» έχουν καλύτερη και ταχύτερη εξέλιξη, αυτοματοποιούν συντομότερα, με αποτέλεσμα να ενισχύεται και η αυτοπεποίθησή τους. Όσο ικανός και αν είναι ο θεραπευτής, δεν μπορεί να υποκαταστήσει την καθημερινή ενασχόληση των γονιών με δύο συνεδρίες τη βδομάδα.
« Ο πνευματικός δημιουργός αυτού του κειμένου, παραχωρεί την άδεια αναδημοσίευσης- αναπαραγωγής του, σε οποιοδήποτε ηλεκτρονικό ή έντυπο μέσο, υπό την προϋπόθεση αναδημοσίευσης ολόκληρου του κειμένου και όχι της τμηματικής- αποσπασματικής αναδημοσίευσης.»