Μπροστά στη ΔΕΘ, η κυβερνητική προπαγάνδα ανεβάζει στροφές. Το βασικό αφήγημα - μύθος της κυβέρνησης αυτήν την περίοδο είναι ότι οι θυσίες του λαού, των εργαζομένων πιάνουν τόπο αφού σε 5 - 6 μήνες έρχεται η ανάκαμψη, χρειάζεται λοιπόν υπομονή και τα δύσκολα πέρασαν, τα μέτρα είναι πίσω μας, η ανάκαμψη θα ανοίξει το δρόμο για την ανάκτηση απωλειών, την ανακούφιση των εργατικών - λαϊκών στρωμάτων.
Σε αυτήν την κατεύθυνση τα επιτελεία της κυβέρνησης αλλά και τμήματα των ΜΜΕ που την στηρίζουν αναπαράγουν εμφατικά ορισμένα στοιχεία που δείχνουν αύξηση της κερδοφορίας των τραπεζών, βελτίωση του επενδυτικού κλίματος, προβλέψεις ελληνικών και ξένων επιτελείων (π.χ. Τράπεζα της Αμερικής) για βελτιωμένη εικόνα της ελληνικής οικονομίας, αλλά και δηλώσεις ξένων παραγόντων που ερμηνεύονται ως έκφραση εμπιστοσύνης στο (αντιλαϊκό) κυβερνητικό έργο (π.χ. Κρ. Λαγκάρντ).
Παρά το γεγονός ότι ταυτόχρονα άλλα στοιχεία φανερώνουν ότι η μεγάλη αισιοδοξία της κυβέρνησης για την ανάκαμψη δεν τεκμηριώνεται, π.χ. στοιχεία που δείχνουν πτώση των εξαγωγών και του λιανεμπορίου, ανησυχία για την πορεία της ευρωπαϊκής οικονομίας κ.ά., δεν έχουμε κανένα λόγο να αμφισβητήσουμε τα στοιχεία που αξιοποιεί η κυβέρνηση. Τι φανερώνουν όμως αυτά τα στοιχεία; Οτι την ίδια ώρα που ο λαός τσακίζεται πραγματικά από τα αντιλαϊκά μέτρα που ήδη εφαρμόζονται, κάνοντας μεγάλες θυσίες, κάποιοι επιχειρηματικοί όμιλοι μετράνε άνοδο της κερδοφορίας τους, σχεδιάζουν νέες επενδύσεις. Πιο τρανό παράδειγμα γι' αυτό δεν υπάρχει από την κατάσταση που διαμορφώνεται στον τουριστικό κλάδο, έναν κλάδο που ουσιαστικά δεν χτυπήθηκε ή χτυπήθηκε ελάχιστα από την οικονομική κρίση, με μεγάλους επιχειρηματικούς ομίλους να μετράνε μεγάλα κέρδη και την ίδια ώρα οι εργαζόμενοι να υφίστανται όλο και μεγαλύτερες απώλειες. Αυτό είναι η καλύτερη απάντηση για το τι θα φέρει η ανάκαμψη, την οποία τόσο πολύ διαφημίζει η κυβέρνηση - εφόσον αυτή έρθει - λέγοντας ψέματα στους εργαζόμενους ότι αυτή συνδυάζεται με τα εργατικά - λαϊκά συμφέροντα. Τα στοιχεία που παρουσιάζει σήμερα ο «Ριζοσπάστης» στο ρεπορτάζ από την αποστολή του στη Ρόδο είναι χαρακτηριστικά.
Μπροστά τα αντιλαϊκά μέτρα
Αυτό επίσης που προσπαθεί να συγκαλύψει η κυβέρνηση είναι ότι τα αντιλαϊκά μέτρα δεν είναι πίσω αλλά μπροστά στο λαό. Η λίστα περιλαμβάνει τα προαπαιτούμενα για την ολοκλήρωση της πρώτης «αξιολόγησης», τα «νέα» προαπαιτούμενα για τη δεύτερη αξιολόγηση, με αιχμή τις αναδιαρθρώσεις στα Εργασιακά. Ο κατάλογος όμως δεν τελειώνει εδώ. Η πολυδιαφημιζόμενη αναδιάρθρωση του χρέους, που επιδιώκει η κυβέρνηση και η οποία γίνεται αντικείμενο ενδοαστικής διαπάλης στο εσωτερικό της ΕΕ, με στόχο την εξοικονόμηση κρατικού χρήματος που θα κατευθυνθεί στη στήριξη των καπιταλιστικών επενδύσεων, θα φέρει μαζί της ένα νέο πακέτο αντιλαϊκών αναδιαρθρώσεων. Κάτι βεβαίως που η κυβέρνηση κρύβει επιμελώς, το τονίζουν όμως οι διάφοροι διεθνείς της «σύμμαχοι» και «εταίροι» τόσο στην ΕΕ όσο και στο ΔΝΤ.
Αυτό που επίσης κρύβει η κυβέρνηση είναι ότι ακόμα και αν έρθει η ανάκαμψη, η οποία βεβαίως δεν προβλέπεται να είναι αλματώδης, τότε από τους εργαζόμενους θα ζητηθούν νέες θυσίες για να μπορέσει αυτή να διατηρηθεί και να ενισχυθεί σε συνθήκες ανταγωνισμού των καπιταλιστικών οικονομιών σε επίπεδο ΕΕ. Η αλήθεια, λοιπόν, είναι ότι η εξυπηρέτηση του στόχου της καπιταλιστικής ανάκαμψης, η διέξοδος από την κρίση για λογαριασμό του κεφαλαίου βρίσκονται στην ακριβώς αντίθετη κατεύθυνση από τα εργατικά - λαϊκά συμφέροντα, τα άμεσα και τα μακροπρόθεσμα. Οι απαιτήσεις για θυσίες, μικρές ή μεγάλες, θα είναι διαρκείας. Αυτό που η κυβέρνηση ονομάζει «δικαιοσύνη», εκτός από αποπροσανατολιστικά πυροτεχνήματα τύπου «τηλεοπτικών αδειών», περιλαμβάνει στην πραγματικότητα ορισμένα ψίχουλα που μπορεί να διατεθούν σε ορισμένα τμήματα των πιο εξαθλιωμένων, που και εκεί δεν πρόκειται να δώσουν ουσιαστική απάντηση, πατώντας βεβαίως στο διαρκές κατέβασμα του πήχη των απαιτήσεων που συστηματικά δουλεύεται στα εργατικά - λαϊκά στρώματα.
«Τηλεοπτικοί» αντιπερισπασμοί...
Η κυβέρνηση αξιοποίησε το περίφημο διαγωνισμό για τις τηλεοπτικές άδειες στήνοντας ένα σίριαλ αντιπερισπασμού και αποπροσανατολισμού με σκοπό να φανεί ότι τα βάζει με τα μεγάλα συμφέροντα. Η πραγματικότητα βεβαίως είναι ότι η συνολική κυβερνητική πολιτική είναι πολιτική στήριξης με νύχια και δόντια του κεφαλαίου, την ίδια μάλιστα στιγμή που τσακίζονται εργατικά - λαϊκά δικαιώματα. Αυτό το αποδεικνύει όλο το κυβερνητικό νομοθετικό έργο, που μαζί με αντιλαϊκούς νόμους συμπιέζουν την τιμή της εργατικής δύναμης, καθαρίζουν το τοπίο από φτωχούς αυτοαπασχολούμενους, ενώ περιλαμβάνονται και ρυθμίσεις με προκλητικές απαλλαγές και ενισχύσεις προς το κεφάλαιο (φοροαπαλλαγές, χάρισμα χρεών, ιδιωτικοποιήσεις, ετοιμασία επενδυτικού νόμου κ.ά.). Αρα λοιπόν είναι αστείο καν να σκεφτόμαστε ότι η κυβέρνηση τα «βάζει» με τα μεγάλα συμφέροντα, μεγάλα τμήματα των οποίων άλλωστε την στηρίζουν ανοιχτά. Αυτό που έκανε με τις τηλεοπτικές άδειες είναι να μοιράσει ξανά την πίτα αλλάζοντας σε ένα βαθμό το συσχετισμό ανάμεσα σε ανταγωνιστικούς επιχειρηματικούς ομίλους. Τα ΜΜΕ, η ενημέρωση παραμένουν στα χέρια των επιχειρηματικών ομίλων, θα συνεχίζουν να λειτουργούν με κριτήριο τα συμφέροντα του κεφαλαίου και τις ιδιαίτερες επιδιώξεις των ιδιοκτητών τους, θα συνεχίζουν να θάβουν ή να συκοφαντούν το εργατικό - λαϊκό κίνημα, να προπαγανδίζουν τις θέσεις της αστικής τάξης, των ιδιοκτητών τους δηλαδή, θα συνεχίζουν να αξιοποιούνται στα ενδοαστικά πολιτικά παιχνίδια και στην εξυπηρέτηση ιδιαίτερων επιχειρηματικών συμφερόντων. Συνεπώς, τα περί καταπολέμησης της διαπλοκής και τα περί διαφάνειας είναι κουραφέξαλα. Η κυβέρνηση απλώς αξιοποιεί τη δικαιολογημένη αντίθεση του λαού στο σημερινό τηλεοπτικό τοπίο για το γεγονός ότι αποτελούν στήριγμα της αντιλαϊκής πολιτικής για να ρίξει στάχτη στα μάτια του λαού, την ίδια στιγμή που εφαρμόζει κατά γράμμα αυτή την αντιλαϊκή πολιτική.
Η αμηχανία...
Η προσήλωση της κυβέρνησης στην αντιλαϊκή πολιτική, η ανταπόκρισή της στις απαιτήσεις των μονοπωλίων, οι επισημάνσεις του ΣΕΒ, που παρ' όλη την κριτική του στηρίζει την κυβέρνηση και απορρίπτει κάθε ενδεχόμενο πρόωρων εκλογών, αντικειμενικά προκαλούν αμηχανία και δυσκολεύουν τόσο τη ΝΔ όσο και τα άλλα κόμματα της αστικής αντιπολίτευσης (ΠΑΣΟΚ - Ποτάμι). Η στρατηγική τους ταύτιση δυσκολεύει την προσπάθεια να διαμορφώσουν ένα δίπολο αντιπαράθεσης με την κυβέρνηση. Πιάνονται σε επιμέρους ζητήματα προκειμένου να αντιπαρατεθούν, π.χ. για τις τηλεοπτικές άδειες, για την καθυστέρηση στην υλοποίηση των αναδιαρθρώσεων, δυσκολεύονται όμως να δώσουν συνολική απάντηση. Γεγονός που προκαλεί γκρίνιες στο εσωτερικό τους και δυσκολίες στις προσπάθειες αναμόρφωσης του λεγόμενου χώρου της κεντροαριστεράς (ΠΑΣΟΚ - Ποτάμι). Σε κάθε περίπτωση, το κύριο ζήτημα είναι ότι αυτές οι πολιτικές δυνάμεις επί της ουσίας με τη στάση τους δίνουν στήριξη άμεση ή έμμεση στους βασικούς στόχους του κεφαλαίου, που άλλωστε υλοποιεί η κυβέρνηση. Αυτό που υπόσχονται είναι ότι μπορούν να είναι πιο αποτελεσματικοί και ότι δεν θα κοροϊδέψουν το λαό, θα του πουν δηλαδή ανοιχτά - κάτι που κρύβει ο ΣΥΡΙΖΑ - ότι χρειάζονται θυσίες διαρκείας.
Η εργατική - λαϊκή απάντηση...
Μέσα σε αυτές τις συνθήκες γίνεται κατανοητό ότι οι κινητοποιήσεις ενόψει της ΔΕΘ αποκτούν μια ιδιαίτερη βαρύτητα. Αποτελούν απάντηση στη στρεβλή εικόνα που προσπαθεί να διαμορφώσει η κυβέρνηση, στο κλίμα αναμονής, αυταπάτης και προσδοκιών, στο κλίμα ανοχής στην κλιμακούμενη αντιλαϊκή επίθεση. Η αντιπαράθεση με την κυβέρνηση και την εργοδοσία με αιχμή τις Συλλογικές Συμβάσεις Εργασίας, τη διεκδίκηση ανάκτησης απωλειών, τις διεκδικήσεις με βάση τις διευρυνόμενες ανάγκες, πιάνει το νήμα των κινητοποιήσεων της προηγούμενης περιόδου, αποτελεί σταθμό προετοιμασίας για νέες μάχες που πρέπει να δοθούν με αποφασιστικότητα το επόμενο διάστημα. Μια σειρά από παραδείγματα φανερώνουν ότι υπάρχουν δυνατότητες οργάνωσης και συσπείρωσης δυνάμεων στους χώρους δουλειάς με πρωτοβουλίες του ταξικά προσανατολισμένου εργατικού κινήματος, σε αντιπαράθεση με την υπονομευτική προσπάθεια του εργοδοτικού και κυβερνητικού συνδικαλισμού.
Copyright © 1997-2016 ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ