του Σωτηρίου Δ. Μασταγκά
Στην περιμάχητη Μακεδονία, το επαναστατικό κίνημα του 1878 έλαμψε σαν φωτεινό απελευθερωτικό μετέωρο παντού στη χώρα, παντού όπου τουφέκι και καρδιά. Τον Φεβρουάριο του 1878, πριν εκατόν σαράντα χρόνια, όταν οι πρόγονοί μας πήραν τα όπλα και το κοντύλι των εθνικών διακηρύξεων για να φωνάξουν από τον Όλυμπο και τα Πιέρια, από τη Δυτική Μακεδονία και τη Θεσσαλία, ότι η Μακεδονία είναι και θα αγωνιστεί να παραμείνει ελληνική, οι ορίζοντες ήταν ζοφεροί και οι καιροί ήταν σκοτεινοί. Τους φώτισαν, όμως, τα ολοκαυτώματα των ξεσηκωμένων Μακεδόνων στο Λιτόχωρο, στον Κολινδρό, στο μοναστήρι των Αγίων Πάντων, στη Ραψάνη, σ' όλο τον Όλυμπο.
Στις αρχές του 1878, με τη λήξη ενός ακόμη Ρωσοτουρκικού πολέμου, τα ρωσικά στρατεύματα προελαύνοντας προς την Κωνσταντινούπολη χάραξαν με τα τηλεβόλα τους τη Συνθήκη του Αγίου Στεφάνου. Με τη συνθήκη αυτή η νικήτρια Ρωσία δημιουργούσε πάνω στην ήττα της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας το τεχνητό κατασκεύασμα της «μεγάλης Βουλγαρίας», σφαγιάζοντας τα δίκαια του Ελληνισμού και προετοιμάζοντας απροκάλυπτα τον δρόμο ενός άνευ προηγουμένου σλαβικού επεκτατισμού στους απ' αιώνες ελλαδικούς χώρους της βαλκανικής.
Από τις κορυφές του Ολύμπου και των Πιερίων, μέχρι το Βίτσι, το Περιστέρι και το Μοναστήρι, μέχρι τον Κίσσαβο και το Πήλιο, άναψαν φωτιές και υψώθηκε κραυγή ως τον ουρανό: «Ένωσις με την Ελλάδα!». Οι Μακεδόνες εξεγέρθηκαν για να ματαιώσουν το πολιτικό, ιστορικό και εθνικό, κατά των Ελλήνων, εκείνο έγκλημα.
Την 15 Φεβρουαρίου 1878 εθελοντές από την ελεύθερη Ελλάδα, υπό την ηγεσία του λοχαγού Δουμπιώτη, αποβιβάστηκαν στην Πλάκα Λιτοχώρου και ανεπέτασαν τη σημαία της επανάστασης. Όλα τα χωριά του Ολύμπου και της Πιερίας ξεσηκώθηκαν, ο επίσκοπος Κίτρους Νικόλαος Λούσης ευλόγησε την «ανταρσία» και την 19 Φεβρουαρίου οι ελεύθεροι Μακεδόνες σχημάτισαν Προσωρινή Κυβέρνηση Μακεδονίας με πρόεδρο τον Ευάγγελο Κοροβάγκο, η οποία συνέταξε προκήρυξη που επιδόθηκε στους προξένους στη Θεσσαλονίκη.
Καθώς τα μέσα των εξεγερμένων ήταν πενιχρά, η επανάσταση γρήγορα κατεπνίγη από τους Τούρκους. Όμως εκείνη η θυσία, εκείνη η κραυγή διαμαρτυρίας απέτρεψε στο Συνέδριο του Βερολίνου την κατακύρωση του διεθνούς εγκλήματος του Αγίου Στεφάνου. Κι αν ο άμαχος πληθυσμός πλήρωσε την αγάπη του για την ελευθερία με μύριες δοκιμασίες, λεηλασίες και αίμα, εν τούτοις άφησε στις επερχόμενες γενιές τη δίψα για αγώνες και την πίστη να γίνει η Μακεδονία ελληνική.
1878 – 2018. Στον παγωμένο άνεμο του Φεβρουαρίου 1878 οι Μακεδόνες ύψωσαν τις σημαίες της επανάστασης, ρίχτηκαν στη φωτιά για να μη χάσουν τον ελληνισμό τους, «αποφασισμένοι να αποθάνουν ως Έλληνες». Σφυρηλάτησαν στην ψυχή τους τη συνείδηση του χρέους και τη συνείδηση της ευθύνης, γιγάντωσαν τον αγώνα κατά του σλαβικού κινδύνου και του φάσματος εκφυλισμού του Γένους.
Τότε, το 1878, η επανάσταση του Ολύμπου άνοιξε την αυλαία ενός έντονου υπαρξιακού και εθνικού συνάμα αγώνα, βγαλμένου μέσα από τα σπλάχνα των πρωταγωνιστών της. Γιατί αν η Μακεδονία για τους Έλληνες είναι η ΚΕΦΑΛΗ, για τους σλάβους αποτελεί τα πόδια. Άραγε η φετινή εκατοστή τεσσαρακοστή επέτειος της επανάστασης του Ολύμπου μάς βρίσκει να πορευόμαστε και πάλι τον δρόμο του χρέους;
Είναι πράγματι βαριά και τραγική η ιστορική μοίρα του Ελληνισμού, καθώς δεν πήρε και δεν χάρηκε τίποτα απ' όσα του ανήκουν, χωρίς να χύσει κρουνούς αίματος, χωρίς να στήσει βωμούς.
Στην περιμάχητη Μακεδονία, το επαναστατικό κίνημα του 1878 έλαμψε σαν φωτεινό απελευθερωτικό μετέωρο παντού στη χώρα, παντού όπου τουφέκι και καρδιά. Τον Φεβρουάριο του 1878, πριν εκατόν σαράντα χρόνια, όταν οι πρόγονοί μας πήραν τα όπλα και το κοντύλι των εθνικών διακηρύξεων για να φωνάξουν από τον Όλυμπο και τα Πιέρια, από τη Δυτική Μακεδονία και τη Θεσσαλία, ότι η Μακεδονία είναι και θα αγωνιστεί να παραμείνει ελληνική, οι ορίζοντες ήταν ζοφεροί και οι καιροί ήταν σκοτεινοί. Τους φώτισαν, όμως, τα ολοκαυτώματα των ξεσηκωμένων Μακεδόνων στο Λιτόχωρο, στον Κολινδρό, στο μοναστήρι των Αγίων Πάντων, στη Ραψάνη, σ' όλο τον Όλυμπο.
Στις αρχές του 1878, με τη λήξη ενός ακόμη Ρωσοτουρκικού πολέμου, τα ρωσικά στρατεύματα προελαύνοντας προς την Κωνσταντινούπολη χάραξαν με τα τηλεβόλα τους τη Συνθήκη του Αγίου Στεφάνου. Με τη συνθήκη αυτή η νικήτρια Ρωσία δημιουργούσε πάνω στην ήττα της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας το τεχνητό κατασκεύασμα της «μεγάλης Βουλγαρίας», σφαγιάζοντας τα δίκαια του Ελληνισμού και προετοιμάζοντας απροκάλυπτα τον δρόμο ενός άνευ προηγουμένου σλαβικού επεκτατισμού στους απ' αιώνες ελλαδικούς χώρους της βαλκανικής.
Από τις κορυφές του Ολύμπου και των Πιερίων, μέχρι το Βίτσι, το Περιστέρι και το Μοναστήρι, μέχρι τον Κίσσαβο και το Πήλιο, άναψαν φωτιές και υψώθηκε κραυγή ως τον ουρανό: «Ένωσις με την Ελλάδα!». Οι Μακεδόνες εξεγέρθηκαν για να ματαιώσουν το πολιτικό, ιστορικό και εθνικό, κατά των Ελλήνων, εκείνο έγκλημα.
Την 15 Φεβρουαρίου 1878 εθελοντές από την ελεύθερη Ελλάδα, υπό την ηγεσία του λοχαγού Δουμπιώτη, αποβιβάστηκαν στην Πλάκα Λιτοχώρου και ανεπέτασαν τη σημαία της επανάστασης. Όλα τα χωριά του Ολύμπου και της Πιερίας ξεσηκώθηκαν, ο επίσκοπος Κίτρους Νικόλαος Λούσης ευλόγησε την «ανταρσία» και την 19 Φεβρουαρίου οι ελεύθεροι Μακεδόνες σχημάτισαν Προσωρινή Κυβέρνηση Μακεδονίας με πρόεδρο τον Ευάγγελο Κοροβάγκο, η οποία συνέταξε προκήρυξη που επιδόθηκε στους προξένους στη Θεσσαλονίκη.
Καθώς τα μέσα των εξεγερμένων ήταν πενιχρά, η επανάσταση γρήγορα κατεπνίγη από τους Τούρκους. Όμως εκείνη η θυσία, εκείνη η κραυγή διαμαρτυρίας απέτρεψε στο Συνέδριο του Βερολίνου την κατακύρωση του διεθνούς εγκλήματος του Αγίου Στεφάνου. Κι αν ο άμαχος πληθυσμός πλήρωσε την αγάπη του για την ελευθερία με μύριες δοκιμασίες, λεηλασίες και αίμα, εν τούτοις άφησε στις επερχόμενες γενιές τη δίψα για αγώνες και την πίστη να γίνει η Μακεδονία ελληνική.
1878 – 2018. Στον παγωμένο άνεμο του Φεβρουαρίου 1878 οι Μακεδόνες ύψωσαν τις σημαίες της επανάστασης, ρίχτηκαν στη φωτιά για να μη χάσουν τον ελληνισμό τους, «αποφασισμένοι να αποθάνουν ως Έλληνες». Σφυρηλάτησαν στην ψυχή τους τη συνείδηση του χρέους και τη συνείδηση της ευθύνης, γιγάντωσαν τον αγώνα κατά του σλαβικού κινδύνου και του φάσματος εκφυλισμού του Γένους.
Τότε, το 1878, η επανάσταση του Ολύμπου άνοιξε την αυλαία ενός έντονου υπαρξιακού και εθνικού συνάμα αγώνα, βγαλμένου μέσα από τα σπλάχνα των πρωταγωνιστών της. Γιατί αν η Μακεδονία για τους Έλληνες είναι η ΚΕΦΑΛΗ, για τους σλάβους αποτελεί τα πόδια. Άραγε η φετινή εκατοστή τεσσαρακοστή επέτειος της επανάστασης του Ολύμπου μάς βρίσκει να πορευόμαστε και πάλι τον δρόμο του χρέους;