Του Παναγιώτη Γ. Αλεκάκη *
«Αιχμάλωτος Έλληνας φυλακισμένος» του Ιβάν Κοζλόφ (1822)
Πατρίδα μου ιερή! / Θαυμάσιε τόπε! / Μονάχα εσένα ονειρεύομαι / Και μόνο εσένα η ψυχή μου λαχταρά! / Όμως αλίμονο, εδώ φυλακισμένο / Με κρατούν / Μακριά απ’ τα πεδία της μάχης.
Για τη μοίρα σου μερόνυχτα / Βασανίζομαι / Και βαθιά στην καρδιά μου αντηχεί / Των αλυσίδων σου ο ήχος, γιατί / Πώς μπορώ να ξεχάσω / Τα ομογάλακτα αδέλφια μου! / Αχ, ελεύθερος να ζει κανείς / Ή να μη ζει καθόλου!
Με τους συντρόφους μου γενναία μαζί / Σαν καταιγίδα ολέθρια / Ριχτήκαμε στον πόλεμο / Για τον ιερό σκοπό. ….
Μα μέσα μου μια θύελλα ωριμάζει! / Καρπός δικός σου. Ελευθερία, για δες! / Η φωτεινή σου μέρα ξημερώνει / Μέσα σε μία φλεγόμενη αυγή! / Κι όσο για μένα, ας υποφέρω, / Εγώ ένας άγνωστος δεσμώτης. Αχ, / Φτάνει, πατρίδα μου γλυκιά, / Εσένα ελεύθερη να δω!
Σχόλιο:
Με υποσελίδια σημείωση διευκρινίζεται ότι «αφιερώνεται στον Αλέξανδρο Υψηλάντη».
«Μπάυρον» του Ιβάν Κοζλόφ (1824)
“But I have lived and have not lived in vain” (= Όμως έζησα και δεν έζησα μάταια), Λόρδος Βύρων από το έργο του Childe Harold’s Pilgrimage
Καταμεσής στους ομιχλώδεις λόφους της Αλβιώνας (= Αγγλίας), / Στη γαλήνια κοιλάδα, / Στον πύργο του τον πατρογονικό, κάτω από τις βαθύσκιωτες βελανιδιές / Αύξαινε ο μεγαλόπνοος ποιητής / Που μες στις φλέβες του αίμα βασιλικό κυλούσε, ενώ / Η μοίρα του γενναιόδωρη πλούτο του χάριζε / Αλλ’ αυτός, ο τόσο υπερήφανος και ωραίος, / Κι απ’ τον λαμπρό του τίτλο ακόμα φωτεινότερη είχε την ψυχή του, / Ώστε την αρωγή του εγνώριζαν τα ορφανά και οι χήρες / Το ίδιο καθώς εγνώριζαν τους εξαίσιους της άρπας του ήχους.
Και τις ατίθασες των νεανικών του ορμών εξάρσεις / Πάντοτε ο έρως της ελευθερίας διαπερνούσε / Ενώ φλόγα ακατασίγαστη μοιραίων παθών / Κατάκαιγε την υπερήφανη ψυχή του. / Ώσπου το ακμαίο πνεύμα του εξεγέρθηκε και η θλίψη του / - που για αίτιο δεν είχε κάποια συμφορά - / Στα ξένα τον οδήγησε πιστά ν’ ακολουθήσει το μυστικό του όραμα / Και ιδού! Παφλάζουν από κάτω του τα κύματα! / Και αρπάζοντας με χέρια που έτρεμαν την άρπα / Βαρύθυμα επάνω του τη σφίγγει ώσπου / Μυστήρια αρχίζουν οι χορδές να ηχούν. / Καιρό περιπλανώμενος σε μέρη της Ανατολής, / Τη φύση υμνώντας τη μαγευτική / Και τραγουδώντας, κάτω από τον χαμογελαστό ουρανό, / Στα εύοσμα δάση, τραγούδια όλο της λεφτεριάς, / Ο παθιασμένος υμνωδός αυτός του έρωτα και των παθών του / Πώς στις καρδιές ιστόρησε τα μυστικά όλα της καρδιάς / Λάμποντας σαν ουράνιο τόξο ή αλλιώς με το ραβδί του αυτός το μαγικό / Καλούσε σκιές μέσα στο πιο βαθύ σκοτάδι / - Και τι ωραίες, τρομερές ήσαν οι εικόνες του. …..
Αλλά οι μάχες μαίνονταν στην Ελλάδα του / Για την Ελευθερία, την πίστη, την τιμή. / Η δόξα αναγεννήθηκε απ’ την τέφρα της κι η εκδίκηση πυρή (= φλογισμένη) - / Πυρπολημένη η αυγή και ματωμένη! / Ενώ αυτός, πρώτος με τις κλαγγές (= κρότος) ελεύθερων σπαθιών, / Με όλο το βιος του, με στρατό και με την άρπα του, / Ορμά για της ελευθερίας την ολοκλήρωση, / Παρών να δώσει στον μοιραίο αγώνα, / Στο ύψιστο έργο της ιερής ψυχής - / Για της Ελλάδας την ιερή ανεξαρτησία!
Να το σπαθί γυμνώθηκε κι η άρπα ηχεί / Προφήτισσα της θείας ελευθερίας! / Όλο φουντώνει η φλόγα η ιερή, / Και πλέον ομόψυχα χτυπούν οι αρχηγοί. / Ω, χώρα εσύ των τραγουδιών και των ενάρετων έργων! / Γη της Επαγγελίας και των ακαταμάχητων ανδρών - / Ελλάδα! Την ύψιστη στιγμή της ύπαρξής σου, / Αυτός τη μοίρα του με τη δική σου μοίρα ενώνει, / Ενώ στο θόλο σου η έμπνευσή του η φωτεινή / Σαν δόξας και αναγέννησης υψώνεται αστέρι! / Νάτος εκεί! Πώς μάχεται! Μα ο θάνατος επάνω του αιωρείται! / Με μία λάμψη ξαφνική θα μαραζώσει το άνθος! / Και έργα ωραία δεν θα πράξει πλέον! / Βουβάθηκαν οι ουράνιες χορδές! / Οδύρεται, στενάζει η Ανατολή και απλώνεται είδηση / Ότι ακόμα και την ύστατη στιγμή του μυστηρίου / Ο ήρωας που τόσο βασανίστηκε, τα περασμένα ονειρευόταν: / Ότι το χώμα της πατρίδας του πατούσε, / Και η καρδιά για τη γυναίκα και την κόρη του σκιρτούσε / Ίσως γιατί ακόμα και στον ουρανό με τα επίγεια ήταν ενωμένος.
Σχόλιο:
Και τα δυο ποιήματα δημοσιεύτηκαν στην Εστία το 2001 με τον τίτλο «Η Ελληνική Επανάσταση του 1821 στον καθρέφτη της ρωσικής ποίησης», σ. 121-122 το πρώτο και σ. 123-128 το δεύτερο ποίημα, σε μετάφραση Κώστα Παπαγεωργίου και επιμέλεια Σόνια Ιλίνσκαγια.
Ο Ιβάν Κοζλόφ (Μόσχα 1779 – Αγία Πετρούπολη 1840) ήταν Ρώσος ρομαντικός ποιητής, ένας από τους πλέον αναγνωρίσιμους της εποχής του Πούσκιν (1799-1837). Το 1820 έμεινε παράλυτος και τυφλός και έκτοτε άρχισε να γράφει ποίηση. Τα ποιήματά του ήταν μακρά αφηγηματικά και γνώρισαν ιδιαίτερη απήχηση στη Ρωσία. Κάποια μελοποιήθηκαν.
Το ΣΤ΄ ΜΕΡΟΣ: https://pierikialithia.blogspot.com/2021/11/1821_19.html
* Παναγιώτης Γ. Αλεκάκης,
Φιλόλογος – Ιστορικός,
Δρ Ιστορικού και Αρχαιολογικού Τμήματος Α.Π.Θ.,
Διευθυντής 2ου ΓΕΛ Κατερίνης